ΤΟ ΧΑΛΙΦΑΤΟ ΤΗΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΥΣΗΣ

«Στρατιώτες του Χαλιφάτου σηκωθείτε. Ξαναζωντανέψτε τη δόξα μας.

Και επιστρέψτε την κορώνα στην κεφαλή του Έθνους μας (Ummah), σηκωθείτε.
Καταστρέψτε όλους τους απίστους (Taghut). Ανάψτε την καυτή φωτιά σας.

Εκπαιδεύστε στρατιώτες με κάθε τρόπο. Αναπνεύστε με κάθε τρόπο».

Πολεμικό τραγούδι της οργάνωσης ISIS

 

Μετά από μια δεκαετία πολέμου και βίας που επέφερε η παράνομη επίθεση και κατοχή των Η.Π.Α. στο Ιράκ, η ιστορική χώρα της Μεσοποταμίας απειλείται σήμερα με εμφύλιο πόλεμο και de facto τριχοτόμηση.

Στο επίκεντρο των εχθροπραξιών βρίσκεται η στρατιωτική και τρομοκρατική οργάνωση «Ισλαμικό Κράτος στο Ιράκ και το Λεβάντε» (ISIL/ISIS, Islamic State of Iraq and the Levant/ Syria) η οποία δραστηριοποιείται στο Ιράκ και τη Συρία. Η εν λόγω οργάνωση προέρχεται από τους κόλπους μιας άλλης ομάδας Σουνιτών πολεμιστών, του «Μετώπου Αλ Νούσρα» (JN, Jabhat al-Nusra ) το οποίο δημιούργησε η Αλ Κάιντα για να πολεμήσει το καθεστώς Ασάντ στη Συρία. Το 2013 και εν μέσω του πολέμου στη Συρία, η ISIS διακήρυξε την ανεξαρτησία της και απορρόφησε την πλειοψηφία των πολεμιστών της Αλ Νούσρα (όσοι δεν ακολουθούν τη «συνένωση» εκτελούνται). Προσπαθώντας να αποτρέψει τον εμφύλιο μεταξύ των ισλαμιστών – ουαχαμπιστών, ο ηγέτης της Αλ Κάιντα, Αιμάν αλ Ζαουάχρι, καλεί την άμεση διάσπαση των δύο οργανώσεων. Τη στιγμή όμως αυτή έχει ήδη αναδειχθεί μια νέα ηγετική φυσιογνωμία στις τάξεις των ισλαμιστών: ο Άμπου Μπακρ αλ Μπαχνταντί, ένας αιμοσταγής και αιμοχαρής Ιρακινός, ο οποίος με μια πρωτοφανή κίνηση θα αγνοήσει τις διαταγές του αλ Ζαουάχρι και θα ξεκινήσει να υλοποιεί το όραμα της δημιουργίας του «Ιερού Σουνιτικού Χαλιφάτου», δηλαδή μιας νέας Ισλαμικής χώρας στη Μέση Ανατολή.

Τον Ιανουάριου του 2014 η ISIS, κάτω από την ηγεσία του Μπαχνταντί, καταλαμβάνει την Ιρακινή πόλη Φαλούτζα και ξεκινάει να ασκεί πλήρη διοίκηση στην πόλη σαν κανονική κατοχική δύναμη (βλέπε φωτογραφίες). Αξίζει να σημειωθεί πως η ISIS, όπως άλλωστε και η Αλ Κάιντα, χρηματοδοτείται άμεσα από τη Σαουδική Αραβία και το Κατάρ με σκοπό τον περιορισμό της επιρροής των Σιιτών στην περιοχή (Ιράν, Συρία). Συγκεκριμένα, οι Σαουδάραβες στρατολογούν φτωχούς Σουνίτες από όλη την περιοχή, υποσχόμενοι χρήματα για τις οικογένειές τους και μεταθανάτια ανταμοιβή για τους ίδιους. Για να τους εντυπωσιάσουν, μάλιστα, πολλούς από τους υποψήφιους στρατιώτες τους φιλοξενούσαν μέχρι και πρόσφατα σε πολυτελή ξενοδοχεία της νότιας Τουρκίας (με τη συγκατάθεση της ίδιας της χώρας η οποία και υποστηρίζει τον Σουνιτικό – τρομοκρατικό άξονα).

enhanced-buzz-21447-1381601536-10

Κατάληψη διοικητικών κτιρίων από την ISIS

Στις αρχές του Ιουνίου (2014),  ο Μπαχνταντί αγγίζει το όνειρο του Χαλιφάτου όταν κατακτά τη Μοσούλη – τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του Ιράκ. Σε μια κίνηση «ματ» η ISIS διαλύει κάθε πιθανή αντίδραση του Ιρακινού στρατού και της αστυνομίας (οι Ιρακινοί από τον τρόμο τους βιάστηκαν να πετάξουν τις στολές τους για να μην τους εκτελέσουν οι ισλαμιστές). Η ευκολία της επιχείρησης βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην υποστήριξη που δέχθηκε η ISIS από τους τοπικούς Ιρακινούς σουνίτες φύλαρχους τους οποίους κακομεταχειρίζεται για χρόνια η σιιτική κυβέρνηση του Νουρί αλ Μαλίκι από τη Βαγδάτη. Στη βιασύνη τους να ενθρονίσουν έναν πιστό τους ακόλουθο οι Αμερικανοί διόρισαν τον αντιδημοκράτη και τυραννικό Μαλίκι ο οποίος από την πρώτη στιγμή της πρωθυπουργίας του κινήθηκε εκδικητικά κατά των σουνιτών που για δεκαετίες επιβουλεύονταν τους σιίτες της χώρας και τους απέκλεισε οικονομικά και πολιτικά. Προφανώς και ο Μαλίκι δεν έχει ιδέα από δημοκρατικές αρχές όπως ακριβώς δεν έχουν ιδέα οι Αμερικανοί Ολιγάρχες που επέλεξαν κάποιον ικανό να διαχειριστεί τον πετρελαϊκό πλούτο του Ιράκ αλλά όχι και τους πολίτες του. Ως αποτέλεσμα των εγκλημάτων του Μαλίκι, το Ιράκ έχασε τη Μοσούλη, οι Κούρδοι κατέλαβαν το πετρελαϊκό κέντρο του Κιρκούκ και η ISIS συνέχισε να προελαύνει ανενόχλητη στη χώρα με την υποστήριξη Ιρακινών σουνιτών, Μπααθιστών και πρώην αξιωματικών του Σαντάμ Χουσεΐν. Ίσως και όχι τόσο παράπλευρη απώλεια ήταν και η ομηρία 49 τούρκων στο προξενείο της Μοσούλης (μεταξύ αυτών και ο Τούρκος γενικός πρόξενος).

enhanced-buzz-27591-1381603622-2

Περιπολικό όχημα της ISIS

Μέσα σε λίγες μέρες η ISIS έχει καταλάβει και το Τικρίτ ενώ τη στιγμή που γράφεται το παρόν, οι ισλαμιστές πολιορκούν την πόλη Σαμάρα, 130 χιλιόμετρα βόρεια της Βαγδάτης. Ταυτόχρονα καθίσταται σαφής ο θρησκευτικός χαρακτήρας του πολέμου μιας και η ISIS φαίνεται πλέον να βάζει στο στόχαστρο τις ιερές πόλεις της Σιιτικής πίστης. Συγκεκριμένα, δια στόματος του εκπροσώπου της ISIS (Άμπου Μοχάμεντ αλ Αντνανί), επόμενοι στρατιωτικοί στόχοι είναι «η βρωμερή πόλη Καρμπάλα και η Νατζάφ, η πόλη του πολυθεϊσμού». Από την άλλη πλευρά ο Μαλίκι φαίνεται ανίσχυρος να αντιδράσει και καθώς οι πολιτικοί μαλώνουν μεταξύ τους στη Βαγδάτη, η «Ρώμη καίγεται». Ως ήταν αναμενόμενο, οι στρατιωτικές νίκες των ακραίων Σουνιτών πολεμιστών προκάλεσαν την έξαρση των Σιιτών πιστών, τους οποίους ο Μεγάλος Αγιατολάχ του Ιράκ Αλί Σιστανί κάλεσε να πάρουν τα όπλα και να σχηματίσουν πολιτοφυλακές αντίστασης.

Προς υπεράσπιση της κυβέρνησης του Ιράκ φαίνεται να κινείται και η Αμερικανική πολιτική ηγεσία, η οποία δηλώνει έτοιμη να βοηθήσει. Ύποπτη όμως φαίνεται η απόφαση του Προέδρου Ομπάμα να μην στείλει στρατεύματα αλλά να εξετάσει ένα πιθανό και μελλοντικό ενδεχόμενο αεροπορικών βομβαρδισμών. Ακόμα περισσότερο ενδιαφέρον προκάλεσε η πρωτόγνωρη ανάμειξη του Ιρανικού στρατού. Λίγες ώρες μετά την κατάληψη της Μοσούλης, ο Υποστράτηγος  Κασίμ Σουλεϊμανί, διοικητής της επίλεκτης Qods Force κατέφθασε στη Βαγδάτη. Ο Σουλεϊμανί, έχοντας μαζί του 500 επίλεκτους στρατιώτες της Ιρανικής Επαναστατικής Φρουράς, έσπευσε να έρθει σε συνεννόηση με Ιρακινούς αξιωματούχους για να βοηθήσει το Σιιτικό καθεστώς του Μαλίκι απέναντι στη Σουνιτική απειλή.

Τα δεδομένα λοιπόν φαίνεται να είναι τα εξής: Η ISIS θέλει να ιδρύσει ένα νέο κράτος στην περιοχή. Οι Σαουδάραβες και το Κατάρ τους χρηματοδοτούν για να περιορίσουν την επιρροή των Σιιτών και να αυξήσουν τη δική τους παραγωγή πετρελαίου. Οι Αμερικανοί και οι Ισραηλινοί, γνωρίζοντας πλήρως τις κινήσεις της  ISIS, επιτρέπουν στους Σαουδάραβες να παίξουν το παιχνίδι τους, παρόλο που αυτό κοστίζει στον Ομπάμα για την απόφασή του να απομακρύνει τα Αμερικανικά στρατεύματα από ένα «σταθερό» πλέον Ιράκ. Οι Ιρανοί προέβησαν σε ένα πρωτόγνωρο βήμα με την αποστολή ειδικών δυνάμεων στη Βαγδάτη, κάτι το οποίο αποδεικνύει πως θίγονται βασικά τους συμφέροντα στην περιοχή.

1530421_573033479445693_545603124_n

Το Χαλιφάτο και η απομόνωση του Ιράν

Η τριχοτόμηση του Ιράκ (κουρδικό, σουνιτικό, σιιτικό κράτος) εθεωρείτο από πολλούς κάτι το αναμενόμενο. Τα νέα όμως δεδομένα αποδεικνύουν πως η «Δύση» φαίνεται να επιθυμεί τη δημιουργία ενός σουνιτικού Χαλιφάτου από τους ίδιους ουαχαμπιστές τρομοκράτες (Αλ Κάιντα) τους οποίους φαινομενικά πολεμά. Το νέο ενδεχόμενο που εξετάζουν οι Η.Π.Α. να μην επέμβουν καν στην περιοχή αλλά απλώς να υποστηρίξουν το έργο των Ιρανών (!) επιβεβαιώνει το εν λόγω σενάριο. Το Χαλιφάτο της Τρομοκρατίας και της Δύσης (βλέπε χάρτη) αποκόπτει το Ιράν από τους ζωτικούς του συμμάχους: Συρία και Χεζμπολά (Λίβανο). Το Ιράν είναι ο μεγαλύτερος εχθρός των δυτικών (Η.Π.Α.), ισραηλινών και σουνιτικών (Σ. Αραβία, Κατάρ, Τουρκία) δυνάμεων στην περιοχή. Οι Σουνίτες και οι Ισραηλινοί φαίνονται ανίκανοι ή/και διστακτικοί να επιχειρήσουν στρατιωτικά και μονομερώς να περιορίσουν την Τεχεράνη. Από την άλλη οι Η.Π.Α. ακολουθούν τον δρόμο της διπλωματίας για να ελέγξουν τις πυρηνικές δραστηριότητες του Ιράν, αλλά ταυτόχρονα αποζητούν αφενός τις εναλλακτικές επιλογές και αφετέρου να αποκόψουν τον Ασάντ (Συρία) και τον Νασραλά (Λίβανο) από τα πολύτιμα χρήματα και όπλα που τους παρέχει το Ισλαμικό καθεστώς. Η μεγάλη «ήττα» της εκλογής Ρουχανί στην Ιρανική προεδρεία στοίχισε στους αντιπάλους του Ιράν μιας και πλέον απαιτείται η παρασκηνιακή δράση μέσω αντιπροσώπων (βλέπε ISIS) και αυτό διότι ο Ρουχανί παρουσιάστηκε στην διεθνή κοινή γνώμη ως φιλειρηνικός και διαλλακτικός – και όχι ως εχθρός της δύσης. Αξίζει να θυμηθεί κανείς τους πανηγυρισμούς των Ισραηλινών για την εκλογή Αχμεντινετζάντ το 2005 και την μετέπειτα απογοήτευσή τους το 2013.

Το Χαλιφάτο αυτό λοιπόν αν καρποφορήσει θα απομονώσει και θα αποδυναμώσει το Ιράν ανεπανόρθωτα. Η συμμαχία, Σουνιτών, Ισραηλινών και δυτικών πολύ πιθανό να καταφέρει εν καιρώ να εξολοθρεύσει τις απειλές της Χεζμπολά και του Ασάντ ενώ το Ιράν θα αναγκαστεί να επιστρέψει στην επιθετική ρητορική και να σκληρύνει τη στάση του. Ταυτόχρονα όμως, το εν λόγω μόρφωμα θα είναι πιθανώς το πλέον εγκληματικό, σκοταδιστικό και οπισθοδρομικό κρατίδιο/περιφέρεια στον πλανήτη. Η επιβολή της Σαρίας (Ισλαμικό Δίκαιο) θα είναι δρακόντεια και απόλυτη – κάτι το οποίο αποδεικνύεται από τον απάνθρωπο τρόπο διοίκησης των περιοχών που τελούν ήδη υπό την κατοχή των ισλαμιστών στο Ιράκ και τη Συρία. Η εγκληματική πολιτική της δύσης στην περιοχή φαίνεται να συνεχίζεται δυστυχώς ακάθεκτη από την εποχή των απεχθών αποικιοκρατικών δυνάμεων (Αγγλία, Γαλλία) έως και σήμερα. Από ελληνικής πλευράς, η πολιτική ηγεσία φαίνεται για ακόμα μια φορά να είναι και ανίδεη αλλά και ανίκανη για να συμμετέχει στις εξελίξεις.

 

ie3gTta8m4FQ

Ο ενεργειακός χάρτης του Ιράκ

Σημείωση: Τα πετρελαϊκά αποθέματα του Ιράκ είναι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες στην εξίσωση για την περιοχή. Αν και η τιμή του αργού πετρελαίου ήδη παρουσίασε μια άνοδο της τάξεως των 3 δολαρίων (από $109 σε $112 το βαρέλι) λόγω της αποσταθεροποίησης μετά την κατάληψη της Μοσούλης, και παρόλο που διακρίνεται η επιδείνωση της κατάστασης, η τιμή του πετρελαίου παραμένει μακροπρόθεσμα σταθερή. Και αυτό διότι η προσφορά του πετρελαίου στην παγκόσμια αγορά παραμένει εξίσου σταθερή. Εγγυητές αυτής της σταθερότητας δεν είναι άλλοι βέβαια από τη Σαουδική Αραβία και το Κατάρ οι οποίες δεσμεύθηκαν ενώπιον των υπολοίπων κρατών-μελών του ΟΠΕΚ να αυξήσουν την ημερήσια παραγωγή τους και να καλύψουν μια πιθανή μείωση της παραγωγής του Ιράκ. Οι ίδιες δυνάμεις δηλαδή που με τα πετροδολάριά τους χρηματοδοτούν τους φτωχούς πολεμιστές της Αλ Κάιντα και της ISIS και τους οδηγούν σε τζιχάντ. Ακόμα και αυτή η περίπτωση όμως φαντάζει απίθανη μιας και οι Αμερικανοί μπορεί να είναι διατεθειμένοι να επιτρέψουν τη δημιουργία του Χαλιφάτου αλλά δεν πρόκειται να δεχτούν τον περιορισμό εξαγωγής του πετρελαίου του νότιου Ιράκ από την πόλη της Βασόρας. Αντιθέτως, θα μπορούσε κανείς να προβλέψει μια αύξηση στην παραγωγή του πετρελαίου στα βόρεια της χώρας κατά την πιθανή ενεργοποίηση του αγωγού Κιρκούκ-Σειχάν από τους Κούρδους, αλλά και γενικότερα λόγω της μεγάλης αυτονομίας που θα απολαμβάνει πλέον ο Κουρδικός λαός από την κυβέρνηση της Βαγδάτης για την εξόρυξη και εξαγωγή του Κουρδικού πετρελαίου.

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης
  • 3 Comments

ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΑΤΟ ΤΩΝ ΗΠΑ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΧΑΛΙΦΑΤΟΥ;

Στις 16 Ιουνίου το Ισλαμικό Χαλιφάτο έχοντας καταλάβει τη Μοσούλη συνεχίζει ανενόχλητο την προέλασή του στο χειμαζόμενο Ιράκ πολιορκώντας την ιερή Σιιτική πόλη Σαμάρα, 130 μόλις χιλιόμετρα από τη Βαγδάτη. Πριν ακόμα ξεκινήσουν οι σκέψεις για αεροπορική επέμβαση των Η.Π.Α., μια άλλη ισχυρή δύναμη της περιοχής αποφασίζει να επέμβει και να κάμψει την επέλαση των τρομοκρατών.

Δύο μέρες νωρίτερα, στις 14 Ιουνίου, τμήμα των επίλεκτων δυνάμεων «Κουντς» της Επαναστατικής Φρουράς του Ιράν, καταφθάνει στην περιοχή για την προάσπιση των Σιιτικών τους συμφερόντων. Επικεφαλής τους είναι το ανώτατο στέλεχος του Ιρανικού καθεστώτος, Στρατηγός Κασέμ Σουλεϊμανί. Μέσα σε λίγους μόνο μήνες δράσης, οι Κουντς θα καταφέρουν να διακριθούν ως ο σημαντικότερος παράγοντας επιβίωσης της Σιιτικής κυβέρνησης του Ιράκ. Αν και το ίδιο το Ιράν αρνείται να παραδεχθεί την ισχυρότατη επιρροή του στην περιοχή, αυτή ωστόσο είναι πανθομολογουμένως δεδομένη.

Οι Ιρανικές δυνάμεις απέδειξαν τη στρατιωτική τους δεινότητα και αξία με την υπεράσπιση της πόλης Αμερλί, το αποκαλούμενο «Ιρακινό Στάλινγκραντ». Εκεί, με την υποστήριξη των Κούρδων «πεσμεργκά», ο Σουλεϊμανί κατόρθωσε να απωθήσει τους τζιχανιστές και να επιτύχει την πρώτη μεγάλη νίκη κατά του Χαλιφάτου. Σήμερα, το επιτελικό στρατηγείο της Ιρανικής αποστολής βρίσκεται στη Βαγδάτη, ενώ οι Κουντς διαθέτουν πολεμική βάση στο πρώην αμερικανικό στρατόπεδο «Camp Speicher» στο Τικρίτ. Επιπλέον, το Ιράν διατηρεί εκτεταμένη αμυντική παρουσία στην περιοχή, με τους Κουντς να υπερασπίζονται τις ιερές Σιιτικές πόλεις Σαμάρα και Καρμπαλά. Επιχειρησιακά αυτό καθίσταται δυνατό μέσω των διαφόρων Ιρακινών-Σιιτικών παρακρατικών οργανώσεων που χρηματοδοτεί και εξοπλίζει το Ιράν και οι οποίες δρουν κατ’ εντολήν του στην Ιρακινή επικράτεια. Οι σημαντικότερες εξ αυτών είναι τα «Τάγματα της Χεζμπολά», ο «Στρατός Μουχτάρ», η «Ένωση των Ενάρετων» και οι «Ταξιαρχίες της Επαγγελίας», με τις δύο τελευταίες οργανώσεις να δραστηριοποιούνται και στη Συρία.

Για να γίνει αντιληπτή η διαχρονική αφοσίωση των εν λόγω Ιρακινών οργανώσεων στο Ιράν, αρκεί να θυμηθεί κανείς πως κατά τον πόλεμο Ιράκ-Ιράν το 1980 οι οργανώσεις αυτές πολέμησαν εναντίον της χώρα τους και επέστρεψαν στο Ιράκ μόνο μετά την πτώση του Σαντάμ Χουσεΐν, το 2003.

Επιπροσθέτως, το Ιράν έχει φροντίσει με άμεσο τρόπο για την επιβίωση της κυβέρνησης στη Βαγδάτη εξοπλίζοντας τον Ιρακινό στρατό με μη επανδρωμένα αεροσκάφη (τύπου Mohajer-4) και με αεροσκάφη τύπου «Sukhoi Su-25»  (επανδρωμένα από ανάμεικτα πληρώματα Ιρακινών και Ιρανών) τα οποία θεωρούνται η αιχμή του δόρατος της Ιρανικής Επαναστατικής Φρουράς. Τη Σιιτική εικόνα συμπληρώνουν στρατιωτικοί σύμβουλοι της Λιβανέζικης Χεζμπολά τους οποίους το Ιράν έχει τοποθετήσει στη Βαγδάτη για την οργάνωση των Ιρακινών παρακρατικών οργανώσεων.

Με έμπειρο λοιπόν προσωπικό, επιλεγμένο στρατιωτικό εξοπλισμό και με δυναμική γεωγραφική διασπορά, το Ιράν φαίνεται αποφασισμένο αλλά κυρίως ικανό να κρατήσει στην Ιρακινή εξουσία το Σιιτικό κόμμα (Dawa), ενώ ταυτόχρονα βρίσκεται σε ιδανική θέση άμεσης αντίδρασης εναντίων κρίσεων στο βόρειο, κεντρικό και νότιο Ιράκ. Αναλογιζόμενη τις πολιτικές εξελίξεις και κλυδωνισμούς στην περιοχή, η πάλαι ποτέ Περσική αυτοκρατορία είναι πολύ πιθανό να εξετάσει το ενδεχόμενο μεγαλύτερης συμμετοχής της στον πόλεμο, ιδιαίτερα εάν οι τρομοκράτες του Χαλιφάτου αποφασίσουν να επεκταθούν προς τα νότια του Ιράκ και να απειλήσουν ξανά τους ιερούς Σιιτικούς τόπους. Μια τέτοια ενδεχόμενη αυξημένη Ιρανική παρουσία στο Ιράκ προϋποθέτει οργανωμένη στρατιωτική ανάπτυξη δυνάμεων και de jure δημόσια αποδοχή της επιρροής που απολαμβάνει το Ιράν στη Βαγδάτη.

Το χείριστο και απευκταίο σενάριο για το Ιράν είναι η πιθανή εμπλοκή Νατοϊκών δυνάμεων στην περιοχή η οποία αφενός θα υποβάθμιζε την Ιρανική ισχύ και αξιοπιστία και αφετέρου θα περικύκλωνε το Ιράν με δυτικά στρατεύματα. Ενώ λοιπόν τα αεροπορικά χτυπήματα των Η.Π.Α. μονοπωλούν την επικαιρότητα, η Τεχεράνη παραμένει ο σιωπηλός εγγυητής του Ιράκ, έτοιμη να επέμβει για να διασφαλίσει το φιλικό προς αυτήν Ιρακινό καθεστώς το οποίο της προσφέρει ελεύθερη και ανενόχλητη σύνδεση και επαφή με τα ζωτικά της συμφέροντα στην αρραγή «Σιιτική Ημισέληνο» (Συρία και Λίβανο).

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης

ΤΟ ΜΗ ΧΕΙΡΟΝ ΧΕΙΡΙΣΤΟ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ

Στη διεθνή πολιτική σκηνή και τις διεθνείς σχέσεις υπάρχει μια δύναμη που κάθε μικρός και μεγάλος παίκτης, διπλωμάτης, πολιτικός και επιχειρηματίας είναι αναγκασμένος να σέβεται ή έστω να υπολογίζει. Πρόκειται για τη «διεθνή κοινή γνώμη», η οποία στην εποχή της ραγδαίας ανάπτυξης στην επικοινωνία, τις μεταφορές και τις τεχνολογίες, απολαμβάνει τη δυνατότερη πιθανή επιρροή και ισχύ της. Αυτό αποδεικνύουν άλλωστε και οι συνεχείς προσπάθειες ελέγχου της κοινής γνώμης από διάφορα μέσα και κέντρα, από κρατικούς και ιδιωτικούς φορείς, κτλ.

Παρακολουθώντας λοιπόν τις πρόσφατες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και συγκεκριμένα τα γεγονότα στην Παλαιστίνη, το Ιράκ και τη Συρία, η διεθνής κοινή γνώμη βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα ηθικό δίλημμα: από τη μία βρίσκονται οι ισλαμιστές τρομοκράτες, η βία και ο σκοταδισμός της αλ-Κάιντα και του Ισλαμικού Χαλιφάτου. Στον αντίποδα βρίσκονται οι «πολιτισμένες» πολιτικές ηγεσίες του Ισραήλ και των φιλοδυτικών δικτατόρων (Σαουδική Αραβία, Αίγυπτος, κτλ). Εδώ παρατηρείται ένα αδιέξοδο δίλημμα μιας και η διεθνής κοινή γνώμη δεν θα μπορούσε να υποστηρίξει ούτε την άκρατη βία και τρομοκρατία από τη μία, αλλά ούτε και την εκμετάλλευση και την ασυδοσία από την άλλη. Απότοκος του εν λόγω αδιεξόδου είναι ο συχνός διχασμός της διεθνούς κοινής γνώμης για τα ζητήματα της περιοχής. Η μια άποψη προσπαθεί να επικρατήσει της άλλης, ενώ χιλιάδες εκατομμύρια δολάρια ξοδεύονται σε εκστρατείες ενημέρωσης και υποστήριξης των δύο πλευρών. Το δίλημμα αυτό άλλωστε παρατηρείται και στη χώρα μας όπου η ελληνική κοινή γνώμη φαίνεται πολλές φορές αδύναμη να διαλέξει ανάμεσα σε τρομοκράτη και δικτάτορα.

Αυτό όμως που δεν προβάλλεται σχεδόν πουθενά είναι πως το όλο δίλημμα είναι στην πραγματικότητα πλαστό. Οι δύο αυτές πλευρές και εικόνες της καθημαγμένης Μ. Ανατολής δεν είναι ούτε οι μόνες, ενώ σίγουρα δεν είναι και οι καλύτερες δυνατές για την περιοχή. Επιπλέον, το κίβδηλο αυτό δίλημμα δεν έχει δημιουργηθεί από τους απλούς κατοίκους της Μ. Ανατολής (οι οποίοι άλλωστε το απεχθάνονται καθώς καθίστανται θύματα αυτού), αλλά είναι ένα αποκλειστικό προϊόν της εξωτερικής πολιτικής και βούλησης της «Δύσης». Η Δύση είναι αυτή που από το τέλος του Β’Παγκοσμίου και ύστερα ενθρόνισε τους ανά την περιοχή ανελεύθερους μονάρχες (Ιορδανία, Σ. Αραβία, Ιράκ, κτλ.). Η Δύση είναι επίσης αυτή που αποφάσισε να εγκαθιδρύσει νέα Ισραηλινή ηγεσία στην Παλαιστινιακή επικράτεια, την οποία και υπερασπίζεται μέχρι σήμερα. Ταυτόχρονα, η Δύση είναι αυτή που χρηματοδότησε και εξόπλισε τις τρομοκρατικές Σουνιτικές οργανώσεις (Ταλιμπάν, φύλαρχοι της Λιβύης, κτλ). Ακόμα και το νεοσυσταθέν Ισλαμικό Χαλιφάτο δημιουργήθηκε με χρήματα των φιλοδυτικών μοναρχών της περιοχής (Σ. Αραβία, Κατάρ, κτλ.) και τη σιωπηλή συμπεφωνημένη άδεια της Δύσης, η οποία επιδιώκει μέσω των αργυραμοιβών – τρομοκρατών, να περιορίσει τη Σιιτική – Ιρανική απειλή.

Προφανώς, όταν προβάλλονται δύο επιλογές, οι οποίες έχουν δημιουργηθεί και οι δύο από τη Δύση, ό,τι και να υποστηρίξεις, υποστηρίζεις εν τέλει τη δυτική πολιτική. Τοιουτοτρόπως λοιπόν ελέγχεται η διεθνής κοινή γνώμη. Επιπλέον, οι δύο δυτικογενείς πιθανές όψεις της περιοχής, δεν παρέχουν ούτε πραγματική δυνατότητα επιλογής , ούτε εκφράζουν κάποια διαφορετική πολιτική ή αντίληψη. Συνεπώς, το επίπλαστο αυτό δίλημμα, και οι διαστρεβλώσεις που προκαλεί, είναι κάτι το οποίο η ιστορία οφείλει να χρεώσει στη Δύση.

Καταλήγοντας, η Δύση θα μπορούσε πράγματι να παρουσιάσει εναλλακτικές και θετικές επιλογές για την περιοχή και τους κατοίκους της οι οποίοι χειμάζονται ασταμάτητα για δεκαετίες. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί με την υποστήριξη πραγματικά δημοκρατικών ηγεσιών και πολιτευμάτων στη Μ. Ανατολή. Ένας τέτοιος «τρίτος δρόμος» με την πλήρη και ειλικρινή υποστήριξη της Δύσης, θα διέλυε το φτιαχτό ηθικό δίλημμα, θα αφαιρούσε το επιχείρημα της «αντίστασης στον κατακτητή» των ακραίων ισλαμιστών, ενώ θα διέλυε ταυτόχρονα την όποια νομιμοποίηση για αυταρχισμό και ασυδοσία απολαμβάνουν οι δικτάτορες επικαλούμενοι ζητήματα εθνικής ασφάλειας και τρομοκρατίας. Εύλογα λοιπόν, τα αίτια των μεσανατολικών προβλημάτων και οι όποιες δυνατότητες αλλαγής δεν θα πρέπει να αναζητούνται στους απλούς κατοίκους, αλλά στις προς δυσμάς συμμαχίες και χώρες.

 

 

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης

ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΣΤΗ ΓΑΖΑ

Τις τελευταίες μέρες γινόμαστε δυστυχώς μάρτυρες ενός νέου κύκλου βίας στην περιοχή της Παλαιστίνης. Μια περιοχή η οποία χειμάζεται διαχρονικά από τις εκατέρωθεν εχθροπραξίες και άκρατες βιαιοπραγίες της Χαμάς και της κυβέρνησης του Ισραήλ. Ωστόσο κάθε φορά που η περιοχή εκρήγνυται οι λόγοι και τα αίτια φαίνεται να διαφέρουν.

Αυτή τη φορά όλα ξεκίνησαν με την απαγωγή και δολοφονία τριών νεαρών Ισραηλινών στη Δυτική Όχθη. Την ευθύνη έσπευσαν να αναλάβουν τέσσερις διαφορετικές οργανώσεις: οι Ταξιαρχίες της Παγκόσμιας Τζιχάντ, το Τάγμα των Απελευθερωτών της Χεβρώνας, οι Ταξιαρχίες της Χεζμπολάχ και το τοπικό παράρτημα της σουνιτικής ISIS. Ταυτόχρονα, η Χαμάς αρνήθηκε κάθε ανάμειξη με το περιστατικό. Παρόλα αυτά, η Ισραηλινή κυβέρνηση αγνοώντας τα γεγονότα έσπευσε να καταδικάσει τη Χαμάς για το συμβάν και να ορκιστεί εκδίκηση για τα θύματα. Η εκδίκηση αυτή έμελλε να έχει δύο μορφές: τη σύλληψη δύο μελών της Χαμάς και τη στρατιωτική επιχείρηση στη Γάζα. Προβληματισμό ωστόσο έχει προκαλέσει το γεγονός πως ακόμα και στην περίπτωση που οι πραγματικοί δράστες ήταν όντως οι δύο συλληφθέντες, φαίνεται βέβαιο πως αυτοί έδρασαν αυτόνομα και εν αγνοία του Χάλιντ Μασάλ και της λοιπής ηγεσίας της παλαιστινιακής οργάνωσης. Ακόμα δηλαδή και αν δεν ευθύνεται κάποια από τις προαναφερθείσες οργανώσεις για τις δολοφονίες, η Χαμάς φαίνεται πως όχι μόνο δεν έδωσε την άδεια για μια τέτοια επίθεση, αλλά δεν τη συνέφερε και να το κάνει.

Ο μόνος κερδισμένος από τις εξελίξεις φαίνεται να είναι το κράτος του Ισραήλ το οποίο με την επιχείρηση «Protective Edge» σκοπεύει να επιφέρει ένα ισχυρό πλήγμα στη στρατιωτική δύναμη της Χαμάς, εξυπηρετώντας ταυτόχρονα τα ευρύτερα συμφέροντά του στην Παλαιστίνη.

Οι συγκυρίες είναι αρκετές και δύσκολα μπορεί κανείς να τις αγνοήσει. Η πρόσφατη ανακήρυξη του Ισλαμικού Χαλιφάτου στην ανατολή (30 Ιουνίου) δρα πλέον ως τροχοπέδη για τις κινήσεις του βασικού αντιπάλου του Ισραήλ – του Ιράν, ενώ δημιουργεί και εγκαθιδρύει έναν αμεσότερο εχθρό και στόχο για τους Σιίτες της περιοχής. Έχοντας λοιπόν εξασφαλίσει τα νώτα του το Ισραήλ μπορεί πλέον να ξαναγυρίσει την προσοχή του στον εκ δυσμάς εχθρό – τους απελευθερωτές πολεμιστές της Γάζας.

Το σημαντικότερο όμως κομμάτι του παζλ είναι η Παλαιστινιακή κυβέρνηση εθνικής ενότητας μεταξύ Χαμάς και Φατάχ η οποία σχηματίσθηκε μόλις πριν ένα μήνα, βάζοντας τέλος στην επταετία διχόνοιας και εμφυλιακών εχθροπραξιών. Η «συμφιλίωση» μεταξύ των δύο Παλαιστινιακών δυνάμεων είναι κάτι το οποίο προωθούσε έντονα και για πολύ καιρό ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Μπένζαμιν Νετανυάχου. Θα ήταν μάλλον ορθότερο να πούμε πως ο Νετανυάχου σχεδόν απαιτούσε την εν λόγω συμφιλίωση ως προϋπόθεση για να εξετάσει την οποιαδήποτε πολιτική λύση στην περιοχή. Αυτό όμως φάνηκε να είναι απλά μια πρόφαση. Ο Νετανυάχου έκρινε σωστά πως μια ενδεχόμενη συμμαχία των δύο πλευρών θα στοίχιζε ιδιαίτερα στη Χαμάς καθώς θα έπληττε το ασυμβίβαστο προφίλ της. Από τη δική της πλευρά, η Χαμάς, εγκλωβισμένη από το εχθρικό Αιγυπτιακό καθεστώς Σίσι (μια ακόμη πρόσφατη συγκυρία), και βλέποντας να χάνει την εμπιστοσύνη των κατοίκων της Γάζας, αποδέχθηκε την πρόσκληση για συμμαχία πέφτοντας στην παγίδα του Ισραήλ. Το αποτέλεσμα ήταν ο Νετανυάχου να καταδικάσει την παλαιστινιακή κυβέρνηση εθνικής ομόνοιας την ίδια ημέρα της ορκωμοσίας της.

Ο λόγος βέβαια ήταν απλός. Το Ισραήλ χρειάζεται έναν αντίπαλο στην περιοχή ο οποίος θα δικαιολογεί τις πολιτικές του κατά των Παλαιστινίων. Η εξομάλυνση δεν είναι στα σχέδια των Ισραηλινών. Αντιθέτως, ένας τρομακτικός και ακραίος αντίπαλος που απαγάγει και δολοφονεί νέους, είναι ακριβώς αυτό που χρειάζεται η κυβέρνηση Νετανυάχου για να συνεχίσει τους εποικισμούς στις παλαιστινιακές περιοχές, την πολιορκία και τον αποκλεισμό της Γάζας και την άρνηση για την οποιαδήποτε επίλυση του παλαιστινιακού ζητήματος. Και αυτό το τέρας-αντίπαλος είναι σαφώς η Χαμάς  – ένα τέρας που το Ισραήλ χρειάζεται, το προκαλεί, το επικαλείται αλλά και το αναδημιουργεί όποτε αυτό φαίνεται να αποδυναμώνεται.

 

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης

ΟΜΠΑΜΑ ΚΑΙ ΣΥΡΙΑ: Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

«Είμαστε σαφείς προς το καθεστώς Άσαντ, αλλά και προς άλλους παίκτες στην περιοχή, πως από τη στιγμή που δούμε χημικά όπλα να κινούνται ή να χρησιμοποιούνται, αυτό θα ήταν για εμάς μια κόκκινη γραμμή. Κάτι τέτοιο θα άλλαζε τους υπολογισμούς μου, θα άλλαζε την εξίσωση».

— 20 Αυγούστου 2012, Μπαράκ Ομπάμα

 

Ο Μπαράκ Χουσέιν Ομπάμα δεν επιθυμεί την εμπλοκή στη Συρία. Το παραπάνω ρητορικό λάθος φαίνεται πως προκαλεί πολλά προβλήματα στον Πρόεδρο των Η.Π.Α. και στην υστεροφημία που πασχίζει να εξασφαλίσει από το 2008. Ας μην ξεχνάμε πως ο κάτοχος του Νόμπελ Ειρήνης (2009) έχει καταφέρει να δώσει ουσιαστικά τέλος στους πολέμους που βάραιναν τη χώρα του (Ιράκ – Αφγανιστάν), έβαλε τις Η.Π.Α. για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία της να πολεμήσει από τα μετόπισθεν στη μεγάλη και νόμιμη βάσει του διεθνούς δικαίου στρατιωτική επιχείρηση στη Λιβύη, και επέμεινε στη χρήση αποκλειστικά οικονομικών κυρώσεων κατά του Ιράν. Σε όλες αυτές τις δύσκολες αποφάσεις ο συνετός Ομπάμα αντιμετώπισε πολιτικούς αντιπάλους από το Ρεπουμπλικανικό αλλά και το Δημοκρατικό κόμμα.

Παρόλα αυτά, κρίνοντας πως το καθεστώς Άσαντ ξεψυχούσε, το 2012 προέβη σε επικοινωνιακό λάθος και ενέπλεξε τη χώρα του στον πόλεμο της Συρίας. Δυστυχώς για αυτόν, διάφοροι παίκτες και συμφέροντα όπως οι Ισραηλινοί, τα «γεράκια» των Η.Π.Α.  (Γερουσιαστές Μακέην, Γκράχαμ, κτλ.) αλλά και διεθνή μέσα αποφάσισαν να τον εγκαλέσουν για την φράση της «κόκκινης γραμμής» και να τον πιέσουν για στρατιωτική επέμβαση. Μια επέμβαση που ο ίδιος ουδαμώς δεν επιθυμεί, λόγω της οικονομικής επιβάρυνσης της χώρας του, της διεθνούς φήμης των Η.Π.Α. αλλά και της δικής του, καθώς και της υστεροφημίας του ως διπλωμάτης πολιτικός με ευθυκρισία, υπέρμαχος του δικαίου και της πολιτικής ηθικής κατά τα πρότυπα του Τζον Κένεντυ. Για τον λόγο αυτό λοιπόν φαίνεται να αναζητεί δύο πιθανές διεξόδους, είτε να βρει έναν τρόπο να αποφύγει τελείως το στρατιωτικό χτύπημα, είτε να βρει συμμάχους με τους οποίους θα επιμεριστεί την πολιτική και ιστορική ευθύνη μιας περιορισμένης επιχείρησης.

Οι νόμιμοι σύμμαχοι είναι τα Ηνωμένα Έθνη. Με τον Γ.Γ. Μπαν Κι-Μουν όμως να καλεί για συγκράτηση και διπλωματική λύση, και Ρωσία – Κίνα να υπόσχονται την αρνησικυρία, μια νόμιμη επίθεση πρέπει να θεωρείται απίθανη. Η ίδια η φύση του Συριακού εμφυλίου καθιστά οποιαδήποτε εξωτερική επέμβαση παράνομη βάσει του διεθνούς δικαίου καθώς η Συρία δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος των Συνεδρίων για τα Βιολογικά (1972) και τα Χημικά Όπλα (1993). Είναι προφανές λοιπόν, πως τα Η.Ε. δεν δύνανται να παρέχουν στον Ομπάμα τη διέξοδο που χρειάζεται από την κρίση.

Το ίδιο φαίνεται να συμβαίνει και με τους μέχρι πρότινος βέβαιους συμμάχους, Γαλλία και Αγγλία. Η Γαλλία, αποδυναμωμένη από την πρόσφατη επιχείρηση στο Μάλι και από χρόνια οικονομική δυσχέρεια, αμφιταλαντεύεται, ενώ καθίσταται σαφές πως δεν πρόκειται να επιτεθεί δίχως τις Η.Π.Α. Επιπλέον, παρατηρώντας τη δυναμική των εξελίξεων (64% των Γάλλων διαφωνούν με μια πιθανή επέμβαση) ο Πρόεδρος Ολάντ συγκαλεί αυτή τη βδομάδα τη Βουλή να συζητήσει για το θέμα, αν και δεν απαιτείται η έγκριση του Κοινοβουλίου για στρατιωτική επίθεση.

Ταυτόχρονα, η Αγγλία μετά την ταπεινωτική ήττα του Κάμερον στη Βουλή των Κοινοτήτων είναι de facto και de jure εκτός. Αξίζει να σημειωθεί πως τα αμφίβολα «πειστήρια» που παρουσίασαν οι Συντηρητικοί για την χημική επίθεση, δεν έπεισαν μέχρι και μέλη του κόμματός τους. Η ιστορία φαίνεται με το μέρος των βουλευτών που καταψήφισαν την πρόταση Κάμερον μιας και δεν δόθηκε σαφής απάντηση στην ερώτηση qui bono; Ποιος δηλαδή ωφελήθηκε από το χημικό χτύπημα; Σίγουρα όχι ο Άσαντ. Αφενός λοιπόν η έλλειψη κινήτρου του καθεστώτος και αφετέρου το φιάσκο του 2003 για τα ανύπαρκτα Ιρακινά όπλα μαζικής καταστροφής, οδήγησαν τους Άγγλους βουλευτές στον φόβο για το πολιτικό κόστος και στην στρατιωτική αποχή.

Ένας φόβος που έχει κυριεύσει και Αμερικανούς πολιτικούς. Όλοι θυμούνται την άνοδο του Ομπάμα στις προκριματικές προεδρικές εκλογές του 2008 όταν η Χίλαρι Κλίντον αποφάσισε να κρατήσει σκληρή στάση και τάχθηκε υπέρ της κλιμάκωσης του πολέμου στο Ιράκ. Το λεγόμενο «φαινόμενο Κλίντον» έχει τρομοκρατήσει αρκετούς Δημοκρατικούς βουλευτές οι οποίοι αναγνωρίζουν την αντι-πολεμική φρόνηση των ψηφοφόρων τους και είναι πιθανό να διστάσουν να υπερψηφίσουν την πρόταση του Ομπάμα στο Κογκρέσο για εμπλοκή στη Συρία. Ταυτόχρονα, το Ρεπουμπλικανικό κόμμα βιώνει την άνοδο αντιιμπεριαλιστικών τάσεων στο εσωτερικό του (οι Libertarians του Ραντ Πολ) και ενώ η Άνω Βουλή (Γερουσία) φαίνεται πως θα υπερψηφίσει την πρόταση Ομπάμα, η Κάτω Βουλή που ελέγχεται από Ρεπουμπλικάνους φαίνεται αβέβαιη. Και αυτό διότι οι βουλευτές της Κάτω Βουλής ενδιαφέρονται περισσότερο για τις επικείμενες προκριματικές εκλογές παρά για τον άμαχο πληθυσμό της Συρίας. Το σημαντικότερο όμως είναι πως η πόλωση των δύο κομμάτων είναι μεγαλύτερη από ποτέ και πως για πρώτη φορά βλέπουμε τις εσωτερικές διαμάχες (δανεισμός, αγροτική πολιτική, μεταναστευτικό, υγεία) να επηρεάζουν την κοινή εξωτερική πολιτική των κομμάτων.

Ο μεγαλύτερος όμως πιθανός σύμμαχος αλλά και στόχος της επικοινωνιακής πολιτικής και δημηγορίας του Ομπάμα είναι η Αμερικανική κοινή γνώμη. Δεδομένου του επικείμενου τέλους της πολιτικής του καριέρας το 2016 και της ανάγκης για δημοφιλείς πολιτικές που θα διατηρήσουν την Προεδρία σε Δημοκρατικά χέρια, οι Αμερικανοί ψηφοφόροι είναι ο σημαντικότερος μέτοχος του Ομπάμα. Παραπάνω από το 50% των Αμερικανών πολιτών δεν επιθυμεί την εμπλοκή των Η.Π.Α.. Επιπλέον, τίθεται ως προϋπόθεση η διασφάλιση της κυβέρνησης πως ένα στοχευμένο χτύπημα κατά των πέντε μεγάλων χημικών εγκαταστάσεων της Συρίας δεν θα έχει καταστροφικές συνέπειες όπως την κατάληψη εναπομεινάντων όπλων από τους ισλαμιστές αντάρτες της Αλ-Νούσρα ή την διαρροή χημικών καταλοίπων της τοξικής ουσίας «σαρίν» στην ατμόσφαιρα.

Με τους Άγγλους εκτός εξισώσεως και τους Γάλλους στην εφεδρεία, η Κυβέρνηση εξετάζει εναλλακτικούς συμμάχους όπως την Τουρκία, την Ιορδανία και τη Σαουδική Αραβία. Κάτι τέτοιο όμως δεν είναι σίγουρα δημοφιλές στους Αμερικανούς πολίτες τους οποίους ο Ομπάμα θα προσπαθήσει επιπλέον να πείσει πως δεν πρόκειται να επαναλάβει τα μυωπικά και παράνομα βήματα του προκατόχου του. Ταυτόχρονα, οι πολιτικές διεργασίες και υποσχέσεις έχουν ξεκινήσει για τα καλά στην Ουάσινγκτον καθώς το Κογκρέσο πρόκειται να συνέλθει στις 9 Σεπτεμβρίου – δίνοντας εσκεμμένα χρόνο αντίδρασης σε όλες τις πλευρές, συμπεριλαμβανομένου και του Άσαντ. Μια πιθανή καταψήφιση από το Κογκρέσο, σύμφωνα με το σκεπτικό του Ομπάμα, θα του έλυνε τα χέρια και θα άνοιγε το δρόμο σε εναλλακτικές παρεμβάσεις (εξοπλισμό των ανταρτών, πίεση για πολιτική/διπλωματική λύση, κτλ.)

Ο Μπαράκ Ομπάμα βαλλόμενος πανταχόθεν από πιέσεις και αδιέξοδα φαίνεται να μάχεται για την μικρότερη δυνατή επέμβαση: ένα στοχευμένο χτύπημα που θα έχει την υπογραφή των περισσότερων δυνατών συμμάχων, του Κογκρέσου, λοιπών χωρών και της Αμερικανικής κοινής γνώμης. Η προσπάθεια του για έλεγχο και περιορισμό της κατάστασης φαντάζει πρωτοπόρα για τη χώρα του και εμπνέει αισιοδοξία. Ας ελπίσουμε οι συνεχιστές του να παραδειγματιστούν και να απαρνηθούν για πάντα τις απάνθρωπες πολιτικές του παρελθόντος.

 

Το παρόν δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ στις 05/09/2013

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης
  • 2 Comments

ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΑΔΙΕΞΟΔΟ ΜΙΑΣ ΠΛΑΣΜΑΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Η Αίγυπτος από το 1967 και για 44 χρόνια βρισκόταν σε μία διαρκή δικτατορική «κατάσταση εκτάκτου ανάγκης» σύμφωνα με την οποία η πολιτεία νομιμοποιούνταν να δρα παράνομα και να εκμεταλλεύεται τους  πολίτες της. Η 17μηνη στρατιωτική κατοχή που ακολούθησε μετά την πτώση του καθεστώτος Mubarak, όπως και η άδικη και άνομη διακυβέρνηση του Morsi που διήρκησε μόλις ένα χρόνο πριν εκπνεύσει, δεν δημιούργησαν το απαραίτητο δημοκρατικό πνεύμα αλλαγής στην κοινωνία των πολιτών της Αιγύπτου.

Οι λόγοι που οδήγησαν στις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις είναι πολλοί (ενδογενείς αλλά και εξωγενείς, μιας και αλλότριες δυνάμεις φαίνεται πως επηρεάζουν άμεσα τα εσωτερικά της Αιγύπτου), όμως ο σκοπός του παρόντος άρθρου είναι να εξετάσει τους λόγους που οι πολίτες της Αιγύπτου σε ένα βαθμό προκάλεσαν και εν τέλει αποδέχθηκαν την πραξικοπηματική επέμβαση των Αιγυπτιακών ενόπλων δυνάμεων για την πτώση του πρώτου εκλεγμένου Πρόεδρου της χώρας.

Η  εισαγόμενη «δημοκρατία» που υιοθέτησε η χώρα το 2011 κάθε άλλο παρά Δημοκρατία ήταν. Το πρώτο σύνταγμα της Αιγυπτιακής Άνοιξης ήταν θνησιγενές καθώς είχε τις βάσεις του στα δυτικά πρότυπα ολιγαρχίας και στην παντελή απουσία δημοκρατικών αξιών και διαδικασιών συμμετοχής και έκφρασης των πολιτών. Το επόμενο σύνταγμα που ουσιαστικά επεβλήθη από τον  Πρόεδρο Morsi θύμιζε περισσότερο μια Ισλαμική ρεπούμπλικα παρά μια προοδευτική Δημοκρατία.

Όπως ήταν αναμενόμενο, οι πολίτες της Αιγύπτου ένοιωσαν την ανάγκη να εκφράσουν την απογοήτευσή τους για την πολιτική κατάσταση στη χώρα και συγκεκριμένα τη δυσαρέσκειά τους για τις πολιτικές του πρόεδρου Morsi. Κάτι αντίστοιχο δηλαδή με την αγανάκτηση αλλά και οργή που ένοιωθαν οι πολίτες για το καθεστώς Mubarak. Όπως το 2011, έτσι και το 2013, οι πολίτες συγκεντρώθηκαν στην πλατεία Ταχρίρ με πανό, συνθήματα και την ελπίδα για αλλαγή. Η δοκιμασμένη συνταγή της διαδήλωσης και της διαμαρτυρίας του 2011, απέδειξε πως μπορούσε να εγγυηθεί την αλλαγή – όπως εγγυήθηκε και την για μια ακόμα φορά παρέμβαση των ενόπλων δυνάμεων της χώρας.

Αυτό λοιπόν που φαίνεται να διαφεύγει των διαφόρων αναλύσεων αλλά και εκτιμήσεων για τις πολιτικές εξελίξεις στην Αίγυπτο, είναι οι πολιτειακές και συνταγματικές συνθήκες που συντέλεσαν στην ανατροπή του Morsi από το στρατό. Είναι γνωστό πως η Δημοκρατία δεν αναπτύχθηκε οργανικά στην Αίγυπτο  βάσει ενός διαχρονικού πολιτικού διαλόγου μεταξύ των πολιτών, διαφόρων κοινωνικών οργανώσεων και φορέων της πολιτείας. Ούτε βέβαια δημιουργήθηκε ελεύθερα, δίχως την επιρροή κάποιων ξένων δυνάμεων. Κάτι τέτοιο άλλωστε έχει συμβεί σε σπάνιες περιπτώσεις στην ιστορία της ανθρωπότητας και δυστυχώς όχι στην Ελλάδα.  Αντιθέτως, το Αιγυπτιακό Σύνταγμα του 2011 συντάχθηκε από το Ανώτατο Συμβούλιο των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας και στην ουσία αποτελούσε μία εισαγόμενη και μόνο κατ’ όνομα Δημοκρατία από τη «Δύση». Ένα νέο πολίτευμα δηλαδή το οποίο υιοθετήθηκε και εφαρμόσθηκε χωρίς πρώτα να έχουν ενημερωθεί κατάλληλα οι πολίτες για κάτι το οποίο δεν επέλεξαν ποτέ οι ίδιοι. Το ίδιο βέβαια μπορεί να ειπωθεί και για το Σύνταγμα του 2012 που συνέταξε ο Morsi, το οποίο δεν είχε καμία σχέση με την αληθινή έννοια της Δημοκρατίας. Εύκολα λοιπόν καταλαβαίνει κανείς για ποιο λόγο η κάλπικη Δυτική Δημοκρατία και η Ισλαμική ρεπούμπλικα δεν περιείχαν βασικές δημοκρατικές ιδέες και θεσμούς όπως αυτόν της μομφής και της ανάκλησης εκλεγμένου αξιωματούχου.

Η μομφή, είναι μία πρωτοποριακή δημοκρατική ιδέα που συναντάται δυστυχώς σε περιορισμένο αριθμό χωρών (π.χ. Καντόνια Ελβετίας) και εκεί περιορίζεται σε τοπικό επίπεδο. Σύμφωνα με τη δημοκρατική αυτή πρακτική, οι πολίτες δεν είναι υποχρεωμένοι να ανέχονται για ολόκληρη τη διάρκεια της προβλεπόμενης θητείας κάποιον πολιτικό ο οποίος αποδεικνύεται ανάξιος ή κατώτερος των περιστάσεων. Εκκινώντας λοιπόν τη διαδικασία της μομφής, οι ίδιοι πολίτες μπορούν να ανακαλέσουν άμεσα οποιονδήποτε εκλεγμένο αξιωματούχο και να τον οδηγήσουν στην πολιτική λήθη.

Οι πολίτες της Αιγύπτου, λοιπόν, έχοντας στα χέρια τους ένα αντιδημοκρατικό πολίτευμα, και δίχως άλλες επιλογές αντίδρασης, έκφρασης και πολιτικής δράσης, συμβιβάστηκαν και αποδέχθηκαν (ή μάλλον επικαλέστηκαν) την βοήθεια των αρμάτων. Δεν είναι βέβαια δυνατόν σε μία πραγματική Δημοκρατία, οι πολίτες να παρακαλούν και να αφήνονται στο έλεος και τη σωτηρία των δυνάμεων ασφαλείας για διέξοδο από την εκάστοτε πολιτική κρίση.

Είναι βέβαια γνωστό πως τέτοιου είδους δημοκρατικά εργαλεία συμμετοχής και ενεργού πολιτικής δεν υπάρχουν στις περισσότερες κάλπικες Δημοκρατίες της «Δύσης», συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας. Η διαφορά των χωρών αυτών, και της Ελλάδας, με τις χώρες που για χρόνια βρισκόντουσαν σε τυραννικό ζυγό από στρατιωτικά καθεστώτα, είναι πως ενώ το πολιτικό αδιέξοδο της πλασματικής Δημοκρατίας στην Αίγυπτο οδηγεί σε στρατιωτική επέμβαση με την ανοχή των πολιτών, στην Ελλάδα οδηγεί σε κοινωνικό αδιέξοδο, απελπισία, απάθεια, απογοήτευση και αποξένωση των πολιτών από την πολιτική ζωή της χώρας τους.

Επομένως το μάθημα από την αποτυχημένη προσπάθεια της Αιγύπτου για Δημοκρατία είναι η συνειδητοποίηση πως τα μοντέλα και τα πρότυπα της «Δύσης» δημιουργούν τοπικές ολιγαρχίες και όχι πραγματικές Δημοκρατίες. Συνεπώς η έννοια της Δημοκρατίας πρέπει να επανιδρυθεί και ίσως να αναστηλωθεί. Η δυνατότητα των πολιτών να συμμετέχουν ελεύθερα στις πολιτικές διαδικασίες και να έχουν κάθε ευκαιρία έκφρασης και άμεσης επιρροής πρέπει να θεωρηθεί Δημοκρατικός μονόδρομος που οδηγεί σε κοινωνικές διεξόδους.

Ευχόμαστε στην Αίγυπτο αλλά και στην Ελλάδα οι πολίτες να βρουν σύντομα τον αληθινό δρόμο για τη Δημοκρατία.

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης

ΑΙΓΥΠΤΟΣ – ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ – ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ – ΕΛΛΑΔΑ

Οι πρόσφατες (και συνεχιζόμενες) νίκες της Ελευθερίας επί του Δεσποτισμού στην περιοχή της Β. Αφρικής (και όχι Μ. Ανατολής), έχουν χαρακτηριστεί από τους ίδιους τους πολίτες ως ένα Αραβικό “Τείχος του Βερολίνου” το οποίο κατάφεραν επιτέλους να γκρεμίσουν. Παράλληλα ακούγονται διάφορα περί θεμάτων ΑΟΖ, Αμερικής, Ισραήλ, κτλ. Η παγκόσμια κοινωνία των πολιτών (και συγκεκριμένα της Αιγύπτου) θα πρέπει να θεωρείται τυχερή που η προσπάθειά της για Ελευθερία, εθνική κυριαρχία και για έλεγχο από τους ίδιους τους πολίτες της ζωής και του μέλλοντός τους, δεν είναι αιχμάλωτη των εθνικών – τοπικιστικών και μονοδιάστατων συμφερόντων κάποιων στα λοιπά κράτη της Μεσογείου, κτλ.

Επίσης, καλό θα είναι να μην προτρέχουμε να μιλάμε για «Δημοκρατία» μιας και αυτή δεν εμφανίζεται ούτε παντού με τον ίδιο τρόπο, ούτε αποτελεί μια πανανθρώπινη λύση η οποία μπορεί να εφαρμοστεί σε κάθε χώρα (τρανή απόδειξη εδώ είναι η υπόλοιπη Αφρικανική ήπειρος και τα εγκλήματα που διεπράχθησαν στο όνομα μιας «Δημοκρατίας»). Πόσο μάλλον να μιλάμε εμείς οι ίδιοι για Δημοκρατία όταν καταδυναστευόμαστε τα τελευταία 90 χρόνια από μια καταστροφική Κακιστοκρατία.

Η αλήθεια όμως είναι πως δεν χρειάζεται να ανησυχεί κανείς. Οι Άραβες πολίτες δεν έχουν την ανάγκη κανενός αναλυτή για να τους πει τι κρύβεται πίσω από την απεγνωσμένη τους προσπάθεια για Ελευθερία και Έκφραση. Οι Άραβες ΔΕΝ είναι οι πολιτικά αδαείς πολίτες όπως κάποτε νόμιζε η Αγγλία και τους συμπεριφερόταν ανάλογα. Είναι πραγαμτικά υπερήφανοι πολίτες με ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ, ΟΝΕΙΡΑ, και ΑΞΙΩΣΕΙΣ. Είναι επίσης πιστοί της Ισλαμικής θρησκείας και διαλέγουν να χρησιμοποιήσουν τις καλύτερες αξίες αυτής για να επανακαθορίσουν δημιουργικά τη ζωή τους (και όχι τα τρομακτικά χαρακτηριστικά του Ισλάμ που διδασκόμαστε στα media ή σε κάποια σκοτεινά blogs). Πριν λοιπόν βιαστούμε να κρίνουμε την αντίδραση τους και αρχίσουμε να μιλάμε για «κρυφές δυνάμεις υποκίνησης» θα ήταν συνετό να συνειδητοποιήσουμε ότι η ειλικρινής αυτή αντίδραση έχει πολλές μορφές και πτυχές. Για παράδειγμα, στην πόλη του Σουέζ οι πολίτες διαμαρτύρονται για την αστυνομική βία, στη Μαχαλλά για τα οικονομικά τους προβλήματα και στο Κάιρο για τις πολιτικές τους ελευθερίες. Η κοινή όμως ανάγκη είναι η επανάκτηση των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους, η πτώση ενός στυγερού δυνάστη, η ελευθερία του τύπου και της έκφρασης, κτλ. (η χώρα παραμένει από το 1967 σε μία δικτατορική «κατάσταση εκτάκτου ανάγκης», η οποία επιτρέπει στην κυβέρνηση Mubarak να εκμεταλλεύεται τους πολίτες της).

Η Δεύτερη Αραβική Επανάσταση (η πρώτη ήταν το 1916 εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) είναι εξ’ολοκλήρου αληθινή, είναι ήδη πραγματικότητα και συνιστώ αφού την αποδεχτούμε όλοι και σταματήσουμε να την πολεμάμε (το οποίο είναι σαφώς μια πιο εύκολη αντίδραση), να αναλογιστούμε α) τι μπορούμε να μάθουμε από αυτή, και β) να βρούμε τρόπους ως κοινωνία των πολιτών να συνάψουμε νέες και υγιείς σχέσεις με τα νέα αυτά δημιουργικά καθεστώτα.

Θυμηθείτε ποιοι είμαστε ιστορικά, πολιτικά και ιδεολογικά. Οι νίκες της Ελευθερίας και της Δικαιοσύνης ΟΠΟΥΔΗΠΟΤΕ στην ανθρωπότητα, αποτελούν ισχυρό, αιώνιο και ευγενή ΥΜΝΟ στην Ελλάδα και στο τι αυτή αντιπροσωπεύει.

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης