ΟΜΠΑΜΑ ΚΑΙ ΣΥΡΙΑ: Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

«Είμαστε σαφείς προς το καθεστώς Άσαντ, αλλά και προς άλλους παίκτες στην περιοχή, πως από τη στιγμή που δούμε χημικά όπλα να κινούνται ή να χρησιμοποιούνται, αυτό θα ήταν για εμάς μια κόκκινη γραμμή. Κάτι τέτοιο θα άλλαζε τους υπολογισμούς μου, θα άλλαζε την εξίσωση».

— 20 Αυγούστου 2012, Μπαράκ Ομπάμα

 

Ο Μπαράκ Χουσέιν Ομπάμα δεν επιθυμεί την εμπλοκή στη Συρία. Το παραπάνω ρητορικό λάθος φαίνεται πως προκαλεί πολλά προβλήματα στον Πρόεδρο των Η.Π.Α. και στην υστεροφημία που πασχίζει να εξασφαλίσει από το 2008. Ας μην ξεχνάμε πως ο κάτοχος του Νόμπελ Ειρήνης (2009) έχει καταφέρει να δώσει ουσιαστικά τέλος στους πολέμους που βάραιναν τη χώρα του (Ιράκ – Αφγανιστάν), έβαλε τις Η.Π.Α. για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία της να πολεμήσει από τα μετόπισθεν στη μεγάλη και νόμιμη βάσει του διεθνούς δικαίου στρατιωτική επιχείρηση στη Λιβύη, και επέμεινε στη χρήση αποκλειστικά οικονομικών κυρώσεων κατά του Ιράν. Σε όλες αυτές τις δύσκολες αποφάσεις ο συνετός Ομπάμα αντιμετώπισε πολιτικούς αντιπάλους από το Ρεπουμπλικανικό αλλά και το Δημοκρατικό κόμμα.

Παρόλα αυτά, κρίνοντας πως το καθεστώς Άσαντ ξεψυχούσε, το 2012 προέβη σε επικοινωνιακό λάθος και ενέπλεξε τη χώρα του στον πόλεμο της Συρίας. Δυστυχώς για αυτόν, διάφοροι παίκτες και συμφέροντα όπως οι Ισραηλινοί, τα «γεράκια» των Η.Π.Α.  (Γερουσιαστές Μακέην, Γκράχαμ, κτλ.) αλλά και διεθνή μέσα αποφάσισαν να τον εγκαλέσουν για την φράση της «κόκκινης γραμμής» και να τον πιέσουν για στρατιωτική επέμβαση. Μια επέμβαση που ο ίδιος ουδαμώς δεν επιθυμεί, λόγω της οικονομικής επιβάρυνσης της χώρας του, της διεθνούς φήμης των Η.Π.Α. αλλά και της δικής του, καθώς και της υστεροφημίας του ως διπλωμάτης πολιτικός με ευθυκρισία, υπέρμαχος του δικαίου και της πολιτικής ηθικής κατά τα πρότυπα του Τζον Κένεντυ. Για τον λόγο αυτό λοιπόν φαίνεται να αναζητεί δύο πιθανές διεξόδους, είτε να βρει έναν τρόπο να αποφύγει τελείως το στρατιωτικό χτύπημα, είτε να βρει συμμάχους με τους οποίους θα επιμεριστεί την πολιτική και ιστορική ευθύνη μιας περιορισμένης επιχείρησης.

Οι νόμιμοι σύμμαχοι είναι τα Ηνωμένα Έθνη. Με τον Γ.Γ. Μπαν Κι-Μουν όμως να καλεί για συγκράτηση και διπλωματική λύση, και Ρωσία – Κίνα να υπόσχονται την αρνησικυρία, μια νόμιμη επίθεση πρέπει να θεωρείται απίθανη. Η ίδια η φύση του Συριακού εμφυλίου καθιστά οποιαδήποτε εξωτερική επέμβαση παράνομη βάσει του διεθνούς δικαίου καθώς η Συρία δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος των Συνεδρίων για τα Βιολογικά (1972) και τα Χημικά Όπλα (1993). Είναι προφανές λοιπόν, πως τα Η.Ε. δεν δύνανται να παρέχουν στον Ομπάμα τη διέξοδο που χρειάζεται από την κρίση.

Το ίδιο φαίνεται να συμβαίνει και με τους μέχρι πρότινος βέβαιους συμμάχους, Γαλλία και Αγγλία. Η Γαλλία, αποδυναμωμένη από την πρόσφατη επιχείρηση στο Μάλι και από χρόνια οικονομική δυσχέρεια, αμφιταλαντεύεται, ενώ καθίσταται σαφές πως δεν πρόκειται να επιτεθεί δίχως τις Η.Π.Α. Επιπλέον, παρατηρώντας τη δυναμική των εξελίξεων (64% των Γάλλων διαφωνούν με μια πιθανή επέμβαση) ο Πρόεδρος Ολάντ συγκαλεί αυτή τη βδομάδα τη Βουλή να συζητήσει για το θέμα, αν και δεν απαιτείται η έγκριση του Κοινοβουλίου για στρατιωτική επίθεση.

Ταυτόχρονα, η Αγγλία μετά την ταπεινωτική ήττα του Κάμερον στη Βουλή των Κοινοτήτων είναι de facto και de jure εκτός. Αξίζει να σημειωθεί πως τα αμφίβολα «πειστήρια» που παρουσίασαν οι Συντηρητικοί για την χημική επίθεση, δεν έπεισαν μέχρι και μέλη του κόμματός τους. Η ιστορία φαίνεται με το μέρος των βουλευτών που καταψήφισαν την πρόταση Κάμερον μιας και δεν δόθηκε σαφής απάντηση στην ερώτηση qui bono; Ποιος δηλαδή ωφελήθηκε από το χημικό χτύπημα; Σίγουρα όχι ο Άσαντ. Αφενός λοιπόν η έλλειψη κινήτρου του καθεστώτος και αφετέρου το φιάσκο του 2003 για τα ανύπαρκτα Ιρακινά όπλα μαζικής καταστροφής, οδήγησαν τους Άγγλους βουλευτές στον φόβο για το πολιτικό κόστος και στην στρατιωτική αποχή.

Ένας φόβος που έχει κυριεύσει και Αμερικανούς πολιτικούς. Όλοι θυμούνται την άνοδο του Ομπάμα στις προκριματικές προεδρικές εκλογές του 2008 όταν η Χίλαρι Κλίντον αποφάσισε να κρατήσει σκληρή στάση και τάχθηκε υπέρ της κλιμάκωσης του πολέμου στο Ιράκ. Το λεγόμενο «φαινόμενο Κλίντον» έχει τρομοκρατήσει αρκετούς Δημοκρατικούς βουλευτές οι οποίοι αναγνωρίζουν την αντι-πολεμική φρόνηση των ψηφοφόρων τους και είναι πιθανό να διστάσουν να υπερψηφίσουν την πρόταση του Ομπάμα στο Κογκρέσο για εμπλοκή στη Συρία. Ταυτόχρονα, το Ρεπουμπλικανικό κόμμα βιώνει την άνοδο αντιιμπεριαλιστικών τάσεων στο εσωτερικό του (οι Libertarians του Ραντ Πολ) και ενώ η Άνω Βουλή (Γερουσία) φαίνεται πως θα υπερψηφίσει την πρόταση Ομπάμα, η Κάτω Βουλή που ελέγχεται από Ρεπουμπλικάνους φαίνεται αβέβαιη. Και αυτό διότι οι βουλευτές της Κάτω Βουλής ενδιαφέρονται περισσότερο για τις επικείμενες προκριματικές εκλογές παρά για τον άμαχο πληθυσμό της Συρίας. Το σημαντικότερο όμως είναι πως η πόλωση των δύο κομμάτων είναι μεγαλύτερη από ποτέ και πως για πρώτη φορά βλέπουμε τις εσωτερικές διαμάχες (δανεισμός, αγροτική πολιτική, μεταναστευτικό, υγεία) να επηρεάζουν την κοινή εξωτερική πολιτική των κομμάτων.

Ο μεγαλύτερος όμως πιθανός σύμμαχος αλλά και στόχος της επικοινωνιακής πολιτικής και δημηγορίας του Ομπάμα είναι η Αμερικανική κοινή γνώμη. Δεδομένου του επικείμενου τέλους της πολιτικής του καριέρας το 2016 και της ανάγκης για δημοφιλείς πολιτικές που θα διατηρήσουν την Προεδρία σε Δημοκρατικά χέρια, οι Αμερικανοί ψηφοφόροι είναι ο σημαντικότερος μέτοχος του Ομπάμα. Παραπάνω από το 50% των Αμερικανών πολιτών δεν επιθυμεί την εμπλοκή των Η.Π.Α.. Επιπλέον, τίθεται ως προϋπόθεση η διασφάλιση της κυβέρνησης πως ένα στοχευμένο χτύπημα κατά των πέντε μεγάλων χημικών εγκαταστάσεων της Συρίας δεν θα έχει καταστροφικές συνέπειες όπως την κατάληψη εναπομεινάντων όπλων από τους ισλαμιστές αντάρτες της Αλ-Νούσρα ή την διαρροή χημικών καταλοίπων της τοξικής ουσίας «σαρίν» στην ατμόσφαιρα.

Με τους Άγγλους εκτός εξισώσεως και τους Γάλλους στην εφεδρεία, η Κυβέρνηση εξετάζει εναλλακτικούς συμμάχους όπως την Τουρκία, την Ιορδανία και τη Σαουδική Αραβία. Κάτι τέτοιο όμως δεν είναι σίγουρα δημοφιλές στους Αμερικανούς πολίτες τους οποίους ο Ομπάμα θα προσπαθήσει επιπλέον να πείσει πως δεν πρόκειται να επαναλάβει τα μυωπικά και παράνομα βήματα του προκατόχου του. Ταυτόχρονα, οι πολιτικές διεργασίες και υποσχέσεις έχουν ξεκινήσει για τα καλά στην Ουάσινγκτον καθώς το Κογκρέσο πρόκειται να συνέλθει στις 9 Σεπτεμβρίου – δίνοντας εσκεμμένα χρόνο αντίδρασης σε όλες τις πλευρές, συμπεριλαμβανομένου και του Άσαντ. Μια πιθανή καταψήφιση από το Κογκρέσο, σύμφωνα με το σκεπτικό του Ομπάμα, θα του έλυνε τα χέρια και θα άνοιγε το δρόμο σε εναλλακτικές παρεμβάσεις (εξοπλισμό των ανταρτών, πίεση για πολιτική/διπλωματική λύση, κτλ.)

Ο Μπαράκ Ομπάμα βαλλόμενος πανταχόθεν από πιέσεις και αδιέξοδα φαίνεται να μάχεται για την μικρότερη δυνατή επέμβαση: ένα στοχευμένο χτύπημα που θα έχει την υπογραφή των περισσότερων δυνατών συμμάχων, του Κογκρέσου, λοιπών χωρών και της Αμερικανικής κοινής γνώμης. Η προσπάθεια του για έλεγχο και περιορισμό της κατάστασης φαντάζει πρωτοπόρα για τη χώρα του και εμπνέει αισιοδοξία. Ας ελπίσουμε οι συνεχιστές του να παραδειγματιστούν και να απαρνηθούν για πάντα τις απάνθρωπες πολιτικές του παρελθόντος.

 

Το παρόν δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ στις 05/09/2013

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης in
  • 2 Comments

2 comment on “ΟΜΠΑΜΑ ΚΑΙ ΣΥΡΙΑ: Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Comments are closed.