ΤΙ ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΜΙΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ;

1 Νοεμβρίου 2014: η νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ αναλαμβάνει τα καθήκοντά της και μαζί φαίνεται να ξεκινάει μια νέα εποχή για τη χειμαζόμενη από πολιτικοοικονομικούς κλυδωνισμούς Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο, μια προσεκτική εξέταση του εν λόγω κοινοτικού οργάνου, των δομών του αλλά και των Επιτρόπων, αναδεικνύουν τα θεσμικά, συστημικά και χρόνια προβλήματα της Επιτροπής – προβλήματα τα οποία δημιουργούν και ενισχύουν το έλλειμμα δημοκρατίας και την απουσία λογοδοσίας της Ένωσης στους Ευρωπαίους πολίτες.

Από πρώτης συλλήψεως του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, η Επιτροπή έμελλε να είναι ένα εκ των ισχυρότερων οργάνων. Δεδομένης αυτής της ισχύος θα περίμενε κανείς ένα όργανο ανοιχτό, δημοκρατικό και αξιοκρατικό – κάτι το οποίο απέχει παρασάγγας από την πραγματικότητα.

Η πρώτη απόδειξη της προβληματικής φύσης της Επιτροπής είναι ο τρόπος επιλογής και ανάδειξης των Επιτρόπων από τα 28 κράτη. Συγκεκριμένα, και σχετικά με την Επιτροπή που ανέλαβε πρόσφατα, οι περισσότερες χώρες είχαν ήδη επιλέξει τους Επιτρόπους τους από τον Ιούλιο. Τρεις δηλαδή μήνες πριν ο Γιούνκερ αποφασίσει για τη διανομή των διαφόρων χαρτοφυλακίων στις χώρες – μέλη. Το «κυβερνητικό σχήμα» της Επιτροπής είναι αλήθεια πως διαμορφώνεται από τον εκάστοτε Πρόεδρό της, έχοντας θεωρητικά αναλογιστεί την ισορροπία δυνάμεων στην Ένωση. Ακόμα και αν δεχτούμε πως ο Γιούνκερ υπολόγισε όλους τους συσχετισμούς, ουδαμώς δεν θα πιστεύαμε πως οι νέοι Επίτροποι τοποθετήθηκαν κατά αξιοκρατικό τρόπο στα νέα τους καθήκοντα. Ο λόγος προφανώς είναι διότι κάθε χώρα είχε προαποφασίσει για τον Επίτροπό της πολύ πριν ο Γιούνκερ διανείμει τα χαρτοφυλάκια. Έτσι οι εκάστοτε αρχηγοί κρατών δεν θα μπορούσαν να είναι σε θέση να επιλέξουν για Επίτροπο κάποιον αρμόδιο για το χαρτοφυλάκιο που θα αναλάμβανε η χώρα τους. Τοιουτοτρόπως στερείται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την απαραίτητη αξιοκρατία, τεχνική γνώση, εμπειρία και εξειδίκευση.

Αναλύοντας το θέμα εις βάθος, παρατηρείται πως οι ανά την Ευρώπη πολιτικοί ηγέτες επιλέγουν τους επίδοξους Επιτρόπους βάσει πολιτικών και πιθανώς προσωπικών τους κριτηρίων. Επί της ουσίας, οι θέσεις των Επιτρόπων έχουν αναδειχθεί σε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία πολιτικής και προσωπικής ανταμοιβής για την πολιτική ταύτιση του επίδοξου Επιτρόπου με τον εκάστοτε πολιτικό ηγέτη. Αυτό καθίσταται πρόδηλο από το γεγονός πως κάθε κυβέρνηση σε κάθε Ευρωπαϊκή χώρα, σπεύδει με την πρώτη ευκαιρία να αντικαταστήσει τον Επίτροπό της εάν αυτός είχε διορισθεί από προηγούμενη κυβέρνηση άλλου κόμματος. Η κομματικοποίηση των Επιτρόπων ολοκληρώνεται με την επιλογή νέων Επιτρόπων που προέρχονται βέβαια από τους πολιτικο-ιδεολογικούς χώρους της κρατούσας κυβέρνησης κάθε χώρας. Έτσι λοιπόν όπως διαμορφώνεται διαχρονικά η Επιτροπή θυμίζει όλο και περισσότερο εγχώριους υπουργικούς διορισμούς και λιγότερο μια υπερεθνική, υπερκομματική πολιτική οντότητα – όπως διατείνεται η ίδια.

Εξίσου προβληματικό και αντιδημοκρατικό είναι το γεγονός πως η Επιτροπή αναδεικνύεται από την Ευρωπαϊκή καθεστηκυία τάξη, και τα μέλη της δεν ελέγχονται ποτέ από τους απλούς πολίτες. Ενώ δηλαδή υπάρχει ένα σώμα που εκλέγεται απευθείας από τους ψηφοφόρους (Ευρωκοινοβούλιο) και δύο σώματα τα οποία έχουν αναδειχθεί από εσωτερικές εκλογικές διαδικασίες σε κάθε χώρα (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και Συμβούλιο των Υπουργών), η Επιτροπή απλώς διορίζεται χωρίς κανείς να συμβουλεύεται τη βούληση και τις προτιμήσεις των πολιτών.

Αντιπροτείνοντας, δεδομένης της υπερεθνικής και Ευρωπαϊκής  της ταυτότητας, η Επιτροπή μπορεί να αναδεικνύεται μέσω κοινού ψηφοδελτίου σε όλες τις χώρες – μέλη, εκπροσωπώντας έτσι όλους τους πολίτες της Ένωσης οι οποίοι θα καλούνται να ψηφίσουν με την Ευρωπαϊκή τους ιδιότητα. Στην περίπτωση αυτή κάθε υποψήφιος εμφανίζεται ταυτόχρονα στο ενιαίο Ευρωπαϊκό ψηφοδέλτιο κάθε χώρας ως «Ευρωπαίος» υποψήφιος, και όχι μόνο στο  ψηφοδέλτιο της χώρας του ως «εθνικός» δυνητικός εκπρόσωπος.

Καταλήγοντας, σε μια περίοδο άνθησης του Ευρωσκεπτικισμού και ανοιχτής πλέον παραδοχής περί δημοκρατικής ανεπάρκειας στο Ευρωπαϊκό οικοδόμημα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διακρίνεται ως ο πρώτος στόχος για συστημική αλλαγή και λυσιτελή ριζική αναδιάρθρωση. Στην εποχή της νέας τεχνολογικής επανάστασης, της διαδικτυακής ψήφου, των δημοψηφισμάτων, της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και των πολλαπλών μέσων ενημέρωσης και επικοινωνίας, οι πολιτικοί αξιωματούχοι «γενικού χαρτοφυλακίου», διορισμένοι κεκλεισμένων των θυρών, μικροπολιτικά και με ιδιοτελή ατζέντα, σίγουρα δεν έχουν κανένα σύγχρονο ρόλο. Η νέα Επιτροπή που ανέλαβε στις αρχές του Νοεμβρίου, δεν σηματοδοτεί μια νέα αρχή αλλά αντιθέτως υπογραμμίζει την αδήριτη ανάγκη για εν γένει δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις στην Ένωση.

 

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης in