Στις 16 Ιουνίου το Ισλαμικό Χαλιφάτο έχοντας καταλάβει τη Μοσούλη συνεχίζει ανενόχλητο την προέλασή του στο χειμαζόμενο Ιράκ πολιορκώντας την ιερή Σιιτική πόλη Σαμάρα, 130 μόλις χιλιόμετρα από τη Βαγδάτη. Πριν ακόμα ξεκινήσουν οι σκέψεις για αεροπορική επέμβαση των Η.Π.Α., μια άλλη ισχυρή δύναμη της περιοχής αποφασίζει να επέμβει και να κάμψει την επέλαση των τρομοκρατών.
Δύο μέρες νωρίτερα, στις 14 Ιουνίου, τμήμα των επίλεκτων δυνάμεων «Κουντς» της Επαναστατικής Φρουράς του Ιράν, καταφθάνει στην περιοχή για την προάσπιση των Σιιτικών τους συμφερόντων. Επικεφαλής τους είναι το ανώτατο στέλεχος του Ιρανικού καθεστώτος, Στρατηγός Κασέμ Σουλεϊμανί. Μέσα σε λίγους μόνο μήνες δράσης, οι Κουντς θα καταφέρουν να διακριθούν ως ο σημαντικότερος παράγοντας επιβίωσης της Σιιτικής κυβέρνησης του Ιράκ. Αν και το ίδιο το Ιράν αρνείται να παραδεχθεί την ισχυρότατη επιρροή του στην περιοχή, αυτή ωστόσο είναι πανθομολογουμένως δεδομένη.
Οι Ιρανικές δυνάμεις απέδειξαν τη στρατιωτική τους δεινότητα και αξία με την υπεράσπιση της πόλης Αμερλί, το αποκαλούμενο «Ιρακινό Στάλινγκραντ». Εκεί, με την υποστήριξη των Κούρδων «πεσμεργκά», ο Σουλεϊμανί κατόρθωσε να απωθήσει τους τζιχανιστές και να επιτύχει την πρώτη μεγάλη νίκη κατά του Χαλιφάτου. Σήμερα, το επιτελικό στρατηγείο της Ιρανικής αποστολής βρίσκεται στη Βαγδάτη, ενώ οι Κουντς διαθέτουν πολεμική βάση στο πρώην αμερικανικό στρατόπεδο «Camp Speicher» στο Τικρίτ. Επιπλέον, το Ιράν διατηρεί εκτεταμένη αμυντική παρουσία στην περιοχή, με τους Κουντς να υπερασπίζονται τις ιερές Σιιτικές πόλεις Σαμάρα και Καρμπαλά. Επιχειρησιακά αυτό καθίσταται δυνατό μέσω των διαφόρων Ιρακινών-Σιιτικών παρακρατικών οργανώσεων που χρηματοδοτεί και εξοπλίζει το Ιράν και οι οποίες δρουν κατ’ εντολήν του στην Ιρακινή επικράτεια. Οι σημαντικότερες εξ αυτών είναι τα «Τάγματα της Χεζμπολά», ο «Στρατός Μουχτάρ», η «Ένωση των Ενάρετων» και οι «Ταξιαρχίες της Επαγγελίας», με τις δύο τελευταίες οργανώσεις να δραστηριοποιούνται και στη Συρία.
Για να γίνει αντιληπτή η διαχρονική αφοσίωση των εν λόγω Ιρακινών οργανώσεων στο Ιράν, αρκεί να θυμηθεί κανείς πως κατά τον πόλεμο Ιράκ-Ιράν το 1980 οι οργανώσεις αυτές πολέμησαν εναντίον της χώρα τους και επέστρεψαν στο Ιράκ μόνο μετά την πτώση του Σαντάμ Χουσεΐν, το 2003.
Επιπροσθέτως, το Ιράν έχει φροντίσει με άμεσο τρόπο για την επιβίωση της κυβέρνησης στη Βαγδάτη εξοπλίζοντας τον Ιρακινό στρατό με μη επανδρωμένα αεροσκάφη (τύπου Mohajer-4) και με αεροσκάφη τύπου «Sukhoi Su-25» (επανδρωμένα από ανάμεικτα πληρώματα Ιρακινών και Ιρανών) τα οποία θεωρούνται η αιχμή του δόρατος της Ιρανικής Επαναστατικής Φρουράς. Τη Σιιτική εικόνα συμπληρώνουν στρατιωτικοί σύμβουλοι της Λιβανέζικης Χεζμπολά τους οποίους το Ιράν έχει τοποθετήσει στη Βαγδάτη για την οργάνωση των Ιρακινών παρακρατικών οργανώσεων.
Με έμπειρο λοιπόν προσωπικό, επιλεγμένο στρατιωτικό εξοπλισμό και με δυναμική γεωγραφική διασπορά, το Ιράν φαίνεται αποφασισμένο αλλά κυρίως ικανό να κρατήσει στην Ιρακινή εξουσία το Σιιτικό κόμμα (Dawa), ενώ ταυτόχρονα βρίσκεται σε ιδανική θέση άμεσης αντίδρασης εναντίων κρίσεων στο βόρειο, κεντρικό και νότιο Ιράκ. Αναλογιζόμενη τις πολιτικές εξελίξεις και κλυδωνισμούς στην περιοχή, η πάλαι ποτέ Περσική αυτοκρατορία είναι πολύ πιθανό να εξετάσει το ενδεχόμενο μεγαλύτερης συμμετοχής της στον πόλεμο, ιδιαίτερα εάν οι τρομοκράτες του Χαλιφάτου αποφασίσουν να επεκταθούν προς τα νότια του Ιράκ και να απειλήσουν ξανά τους ιερούς Σιιτικούς τόπους. Μια τέτοια ενδεχόμενη αυξημένη Ιρανική παρουσία στο Ιράκ προϋποθέτει οργανωμένη στρατιωτική ανάπτυξη δυνάμεων και de jure δημόσια αποδοχή της επιρροής που απολαμβάνει το Ιράν στη Βαγδάτη.
Το χείριστο και απευκταίο σενάριο για το Ιράν είναι η πιθανή εμπλοκή Νατοϊκών δυνάμεων στην περιοχή η οποία αφενός θα υποβάθμιζε την Ιρανική ισχύ και αξιοπιστία και αφετέρου θα περικύκλωνε το Ιράν με δυτικά στρατεύματα. Ενώ λοιπόν τα αεροπορικά χτυπήματα των Η.Π.Α. μονοπωλούν την επικαιρότητα, η Τεχεράνη παραμένει ο σιωπηλός εγγυητής του Ιράκ, έτοιμη να επέμβει για να διασφαλίσει το φιλικό προς αυτήν Ιρακινό καθεστώς το οποίο της προσφέρει ελεύθερη και ανενόχλητη σύνδεση και επαφή με τα ζωτικά της συμφέροντα στην αρραγή «Σιιτική Ημισέληνο» (Συρία και Λίβανο).