Η Ελληνοτουρκική κρίση του 1976 και οι αποφάσεις των διεθνών οργάνων του ΟΗΕ

Το υπόβαθρο της κρίσης

Το 1976 οι ρωγμές στις ελληνοτουρκικές σχέσεις ήταν βαθιές. Είχαν άλλωστε προηγηθεί οι δύο παράνομες, βάσει διεθνούς δικαίου, εισβολές της Τουρκίας στην Κυπριακή Δημοκρατία, στις 20 Ιουλίου και στις 14 Αυγούστου 1974 αντίστοιχα.

Μάλιστα λίγο πριν την εισβολή, στις 29 Μαΐου με 4 Ιουνίου 1974, η Τουρκία  απέστειλε το ερευνητικό πλοίο Τσανταρλί (Çandarli) σε αμφισβητούμενες περιοχές του Αιγαίου, υπό τη συνοδεία 32 τουρκικών πολεμικών πλοίων. Σε μία περίοδο ενεργειακής κρίσεως και αύξησης των τιμών του πετρελαίου οι προθέσεις της Τουρκίας με την έξοδο του Τσανταρλί ήταν η επίδειξη ισχύος αλλά και μία σαφής αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας επί του Αιγαίου, ιδίως των δικαιωμάτων Ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης και υφαλοκρηπίδας.[1] Για του λόγου το αληθές, η Τουρκία, για πρώτη φορά στις 12 Ιουνίου 1974, κατά την κρίση του Τσανταρλί, ανακοίνωσε ότι θα θεωρήσει «αιτία πολέμου» (casus belli) την επέκταση των χωρικών υδάτων της Ελλάδας στα 12 μίλια.[2] Πρόκειται για μία απειλή η οποία παραμένει ενεργή μέχρι σήμερα.

Στην κρίση του Τσανταρλί η Ελλάδα περιορίστηκε σε καταδίκη της Τουρκίας μέσω διπλωματικής διακοίνωσης διαμαρτυρίας στις 7 Φεβρουαρίου 1974, καθώς η Τουρκία παραβίαζε το Συνέδριο της Γενεύης.[3]

Προτάσεις για συνεκμετάλλευση στο Αιγαίο

Κατά την περίοδο που ακολούθησε την πτώση της Χούντας και την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, οι δύο χώρες εξέτασαν το ενδεχόμενο επίλυσης των διαφορών τους για την υφαλοκρηπίδα στη βάση των διμερών συνομιλιών.

Στα τέλη Ιανουαρίου 1976 οι δύο πλευρές πραγματοποίησαν διμερείς επαφές στη Βέρνη προς αναζήτηση λύσεων. Οι εν λόγω επαφές είχαν αποφασιστεί σε προηγούμενη συνάντηση κορυφής στις Βρυξέλλες. Της Ελληνική ομάδας προΐστατο ο πρέσβης Ιωάννης Τζούνης, ενώ της Τουρκικής, ο πρέσβης στη Βέρνη, Σουάτ Μπίλγκε (Suat Bilge). Στις δύο πρώτες συναντήσεις (31 Ιανουαρίου-2 Φεβρουαρίου και 19-20 Ιουνίου 1976), η Τουρκική πλευρά υποστήριζε την ανάγκη περί κοινής χαρτογράφησης και συνεκμετάλλευσης του Αιγαίου, ενώ οι Έλληνες ενέμειναν στην άποψη πως κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει κατόπιν οριοθέτησης.[4] Οι προτάσεις περί συνεκμετάλλευσης τελικά εντάθηκαν καθ’ όλη την περίοδο που θα ακολουθούσε.

Από τους πρώτους που είχαν αναφερθεί σε «κοινή έρευνα» ήταν ο τούρκος υπουργό Εξωτερικών Ιχσάν Τσαγλαγιανγκίλ, κατά τη συνάντησή του με τον Έλληνα ομόλογό του, Δημήτριο Μπίτσιο, στη Ρώμη στα τέλη Μάϊου του 1975.[5] Στη συνέχεια, μέσα στο 1976 το θέμα της κοινής έρευνας και εκμεταλλεύσεως της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου τέθηκε με ακόμα μεγαλύτερη ένταση. «Η τουρκική πλευρά υπενθύμιζε διαρκώς την ιδέα της συνεκμετάλλευσης του θαλάσσιου και υποθαλάσσιου πλούτου του Αιγαίου σε αντιδιαστολή προς την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας».[6] Το θέμα είχε αναφερθεί επίσης το 1975, με τουρκική διπλωματική διακοίνωση στις 30 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους. Η πρόταση της Τουρκίας ήταν σκοπίμως νεφελώδης. Κατά την τουρκική αντίληψη, συνεκμετάλλευση σημαίνει διανομή των ωφελημάτων εξ ημισείας μεταξύ των δύο χωρών. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ενώ η Τουρκία δικαιούται ένα περιορισμένο τμήμα υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο, διά της συνεκμεταλλεύσεως ευελπιστεί ότι θα αποκτήσει επί της ουσίας το 50% ή, σε κάθε περίπτωση, ένα σημαντικά μεγαλύτερο ποσοστό.[7]

Μία ακόμα από τις αρχικές αναφορές για ένα μοντέλο κοινών ερευνών, ήταν η πρόταση του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ, Γιόζεφ Λουνς, ο οποίος σύμφωνα με αμερικανικές πηγές, τον Ιούλιο του 1974 πρότεινε σε Τουρκία και Ελλάδα «να δημιουργήσουν από κοινού εταιρίες για την αξιοποίηση του πετρελαίου και των ορυκτών πηγών του Αιγαίου. Το ζήτημα των ποσοστών συμμετοχής και οι λοιπές λεπτομέρειες αυτών των κοινών εταιριών θα αποτελούσαν ζητήματα μελλοντικών αποφάσεων».[8]

Σχετικά με την Ελληνική θέση, συνομιλώντας με τον Τσαγλαγιανγκίλ, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Χένρι Κίσινγκερ, τον Σεπτέμβριο του 1976 υποστήριξε πως από πρόσφατη συνομιλία του με τον Τζούνη, συμπέρανε ότι «οι Έλληνες θα δεχόντουσαν κοινή εκμετάλλευση των διαφιλονικούμενων περιοχών», ωστόσο δεν ήταν σαφές ποιες ήταν ακριβώς οι αμφισβητούμενες περιοχές. Στην ίδια συζήτηση, ο βοηθός υπουργός Εξωτερικών για Ευρωπαϊκές και Ευρασιατικές υποθέσεις, Άρθουρ Χάρτμαν, διαφώνησε με τα συμπεράσματα του Κίσινγκερ.[9] Το ίδιο αναφέρει και ο Κίσιγνκερ σε συνομιλία του με τον Μπίτσιο την ίδια περίοδο στην Νέα Υόρκη, λέγοντας πως ο Τζούνης σε συνάντησή τους στη Σούδα της Κρήτης, μίλησε ξεκάθαρα για «κάποια μορφής κοινής έρευνας και αξιοποίησης» στο Αιγαίο. Σε αυτό ο Μπίτσιος απάντησε πως αν και το ζήτημα είναι πρόωρο, θα μπορούσαν να υπάρξουν δραστηριότητες συνεκμετάλλευσης στις παρακείμενες περιοχές της γραμμής οριοθέτησης.[10]

Εξετάζεται το γεγονός κατά πόσο η ελληνική στάση σχετικά με την συνεκμετάλλευση του Αιγαίου να ήταν αυτή που προκάλεσε νέες επεκτατικές διαθέσεις στην Άγκυρα. Στις 10 Φεβρουαρίου 1976, ο Τούρκος πρωθυπουργός Ντεμιρέλ έθεσε για πρώτη φορά θέμα εφ’ όλης της ύλης διαπραγμάτευσης μεταξύ των δύο χωρών για την επίλυση όλων των διμερών θεμάτων. Ο Ντεμιρέλ επί της ουσίας ζήτησε επίσημα μια «συνολική συμφωνία» (package deal), το οποίο είχε ως επακόλουθο να ξεκινήσει η Ελλάδα, αρχικά σε επίπεδο Γ.Γ. των δύο υπουργείων Εξωτερικών, να συζητά όλα τα ζητήματα στη βάση μιας συνολικής διαπραγμάτευσης.[11] Τα ζητήματα αυτά ήταν ό,τι έθετε η Άγκυρα στο τραπέζι, και συγκεκριμένα το Κυπριακό, ο εξοπλισμός των νησιών, η υφαλοκρηπίδα και ο εναέριος χώρος.

Η κρίση του Αυγούστου 1976

Το φιτίλι για την κρίση του 1976 το είχε ανάψει έξι μήνες νωρίτερα ο Τούρκος πρωθυπουργός Ντεμιρέλ, ο οποίος είχε απειλήσει πως θα στείλει τουρκικό ερευνητικό στο Αιγαίο. Αυτό το έπραξε για να απαντήσει στους εσωτερικούς επικριτές του, όπως τον Ετσεβίτ, και για να επανεδραιώσει τη θέση της Τουρκίας στο Αιγαίο.[12] Η αφορμή δόθηκε στις αρχές του Ιουνίου, όταν ξεκίνησαν ξανά οι Ελληνικές γεωτρήσεις στην περιοχή Πρίνου της Θάσου. Μετά την αποχώρηση της εταιρίας «Οσεάνικ» από την υπεύθυνη κοινοπραξία, πραγματοποιήθηκε η εισχώρηση της Γερμανικής «Βίντερσαλ» στον όμιλο, η οποία φιλοδοξούσε να συνεχίσει τις γεωτρητικές προσπάθειες τόσο στη θαλάσσια περιοχή του Πρίνου, όσο και σε άλλα σημεία μεταξύ Καβάλας και Θάσου, μεταφέροντας μηχανήματα ελέγχου υδρογοναναθράκων, για βυθομετρήσεις και για ωκεανογραφικές μελέτες στο πλωτό γεωτρύπανο «Βοτέγκο 5».[13] Σύμφωνα με τον πρόεδρο της δημόσιας επιχειρήσεως πετρελαίου και οικονομικό σύμβουλο παρά τω πρωθυπουργώ, Γεώργιο Σπέντζα, στην περιοχή του βορείου Αιγαίου, μεταξύ Έβρου και Χαλκιδικής, είχαν εντοπισθεί επί της υφαλοκρηπίδας, 25 περίπου περιοχές με πετρέλαιο, από τις οποίες μέχρι τότε είχαν ερευνηθεί με γεωτρήσεις από την Οσεάνικ μόνον οι τρεις.[14] Ωστόσο τα αποτελέσματα των γεωτρήσεων δεν ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικά.[15]

Ήδη από τον Μάρτιο του 1976, η τουρκική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι ένα τουρκικό ωκεανογραφικό σκάφος, το Σισμίκ 1 (πρώην Χόρα, ναυπηγηθέν στη ναζιστική Γερμανία το 1942 και μετονομασθέν από την Ελληνική λέξη «σεισμός»), επρόκειτο να πραγματοποιήσει σεισμολογικές έρευνες στην υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου, για να διαπιστώσει εάν στο υπέδαφος υπήρχαν πετρελαϊκά κοιτάσματα.[16] [17] Σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής η Άγκυρα είχε ξοδέψει 15 εκατομμύρια δολάρια για να εξοπλίσει το «Χόρα» με σεισμικά όργανα και χάρτες που σχεδιάσθηκαν από αμερικανική εταιρία, και οι οποίοι κόστιζαν 150.000 δολάρια ο καθένας. Είχε επίσης καταστεί από τότε σαφές, πως όταν ολοκληρωνόντουσαν οι σεισμικές μελέτες, θα ακολουθούσαν έρευνες για ανεύρεση πετρελαίου και γεωτρήσεις.[18]

Πραγματοποιώντας εκτίμηση της κατάστασης, σε ενημερωτικό του έγγραφο προς τον Αμερικανό Πρόεδρο Φορντ τον Μάρτιο του 1976, ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ, Brent Scowcroft, υποστήριξε πως αν η Τουρκία πραγματοποιήσει την απειλή της για έρευνες, τότε η πιθανότητα σύρραξης θα αυξηθεί αδιαμφισβήτητα.[19] Η ελληνική πλευρά αντέδρασε στην ανακοίνωση της κυβέρνησης Ντεμιρέλ, επισημαίνοντας, αφενός ότι το πλοίο δεν θα έπρεπε να πραγματοποιήσει έρευνες σε περιοχές που η Ελλάδα θεωρούσε ότι της ανήκαν, αφετέρου ότι οι έρευνες θα είχαν συνέπειες στον διάλογο που είχε ήδη ξεκινήσει μεταξύ των δύο χωρών.[20] Ωστόσο παρά την ρητορική ελληνική αντίδραση, ο διάλογος που ήταν εν εξελίξει στη Βέρνη δεν διεκόπη. Σε συνέντευξη που παραχώρησε ο Αμερικανός Πρέσβης στην Αθήνα, Jack Kubisch, δήλωσε πως η Ελληνική Κυβέρνηση είχε προειδοποιήσει την τουρκική πλευρά, ότι αν πραγματοποιούσε έξοδο του Σισμίκ, τότε «Ελληνικά πολεμικά πλοία θα διέκοπταν την πορεία του, θα το καταλάμβαναν και θα το μετέφεραν σε κάποιο Ελληνικό λιμάνι».[21] Μετά από τρεις αναβολές της εξόδου του «Χόρα», το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας της Τουρκίας αποφάσισε την 13η Ιουλίου 1976, την πραγματοποίηση της ερευνητικής αποστολής.

Το Χόρα απέπλευσε μέσα σε κλίμα εθνικιστικού παροξυσμού με πανηγυρισμούς και επικλήσεις στον Αλλάχ, θυσίες προβάτων, προσευχές ιμάμηδων, επικαλύψεως του σκάφους με αίμα των θυσιασθέντων προβάτων κ.ά.[22] Παρά τις σχετικές παρεμβάσεις ξένων κρατών, περιλαμβανομένων των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ, το Σισμίκ παραβίασε την ελληνική υφαλοκρηπίδα, πραγματοποιώντας σεισμολογικές έρευνες στο θαλάσσιο χώρο ανάμεσα στον Άγιο Ευστράτιο, τη Λέσβο και τις μικρασιατικές ακτές πλησίον της Λέσβου (στις 6-15 Αυγούστου). Επρόκειτο για περιοχές διαμφισβητούμενης υφαλοκρηπίδας σύμφωνα με την τουρκική πλευρά. Ενδεικτική είναι η μαρτυρία του υπουργού Εξωτερικών Μπίτσιου, ο οποίος εξηγεί ότι μετά την κατάφωρη αυτή παραβίαση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, «η αγανάκτηση στην Ελλάδα ογκώθηκε».[23]  Μετά την πρώτη τετράωρη παραβίαση, η Ελλάδα επέδωσε επίσημη διακοίνωση στην Άγκυρα στις 7 Αυγούστου, διαμαρτυρόμενη πως το Σισμίκ παραβίασε τμήμα της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου που ανήκει στην Ελλάδα.[24]

Στη συνέχεια ακολούθησε και δεύτερη παραβίαση της υφαλοκρηπίδας της νήσου Λέσβου, με βυθομετρήσεις του τουρκικού σκάφους στην περιοχή μεταξύ του βορείου τμήματος του νησιού (Γαβαθά) και της Τενέδου, γεγονός που αποτελούσε και την έμπρακτη απόρριψη της ελληνικής διακοινώσεως από πλευράς Τουρκίας.[25] [26]

Στις 15 Αυγούστου το Χόρα επέστρεψε στη Σμύρνη εν μέσω πανηγυρισμών και εμβατηρίων, όπου το υποδέχθηκε ομάδα επισήμων, μεταξύ των οποίων και ο διοικητής της Στρατιάς του Αιγαίου, στρατηγός Τουργκούτ Σουνάλπ. Ο Τούρκος υπουργός Ενέργειας Kılıç (Κιλίτς) που ηγείτο των επισήμων, συνεχάρη το πλήρωμα του σκάφους για την επιτυχημένη ολοκλήρωση της αποστολής του, ενώ αναφέρθηκε και σε επικείμενη τρίτη και τέταρτη φάση ερευνών του πλοίου στο Αιγαίο,[27] η οποία οδήγησε στην εκ νέου παραβίαση της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, στις 2 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους.[28] Σε αντίστοιχο πανηγυρικό και θριαμβικό τόνο, ο Τούρκος πρωθυπουργός δήλωσε πως «δεν είχαν δίκιο εκείνοι που υποστήριζαν ότι οι Τούρκοι δεν μπορούν να βγουν στο Αιγαίο, διότι με τις έρευνες του Χόρα απεδείχθη, ότι δεν ευσταθεί η άποψη αυτή».[29]

Η Ελληνική κυβέρνηση εν τέλει επέδειξε συγκράτηση, επιβεβαιώνοντας τις εκτιμήσεις της αμερικανικής CIA πως ο πρωθυπουργός Καραμανλής «θα αποδεχθεί μια σύντομη εισβολή του τουρκικού πλοίου στα διαφιλονικούμενα ύδατα, αλλά μία πιο βαθιά εισβολή ή μια παραμονή μεγαλύτερης διάρκειας στις αμφισβητούμενες περιοχές, μπορεί να οδηγήσει τον Καραμανλή στη λήψη ισχυρών αντιμέτρων».[30]

Σε μια προσπάθεια να αιτιολογήσει την στάση της κυβέρνησής του, ο ίδιος ο Καραμανλής δήλωσε ότι «η Ελλάς πιστή στον χάρτη του ΟΗΕ αποφεύγει τη βία, ελπίζουσα σε επίλυση των διαφορών με ειρηνικές διαδικασίες».[31] Ο Έλληνας πρωθυπουργός αναφερόταν προφανώς στο άρθρο 2 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, σύμφωνα με το οποίο όλα τα κράτη οφείλουν να επιλύουν τις διαφορές τους με ειρηνικά μέσα. Ωστόσο η κίνηση της Τουρκίας να παραβιάσει τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια επιθετική ενέργεια, την οποία η Άγκυρα διέπραξε σε παραβίαση του γράμματος αλλά και του πνεύματος του Χάρτη του ΟΗΕ.

Έχοντας επιλέξει την οδό του διεθνούς δικαίου, η Ελληνική κυβέρνηση έσπευσε να παραπέμψει το ζήτημα της παραβίασης της Ελληνικής υφαλοκρηπίδας στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ καθώς και στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Η Ελληνική κυβέρνηση πραγματοποίησε την διπλή αυτή προσφυγή, την ίδια ημέρα στις 10 Αυγούστου 1976. Ουσιαστικά, οι ταυτόχρονες προσφυγές ήταν μάλλον λάθος κίνηση, με τον υπουργό εξωτερικών Μπίτσιο να προειδοποιεί πως οι δύο προσφυγές ήταν υπερβολικές και πως η μία προσφυγή θα αναιρέσει την άλλη[32] , ενώ υπενθύμισε την υπόθεση «Ενρίκο Τελλίνι» του 1923, κατά την οποία η Ελλάδα είχε προσφύγει στην Κοινωνία των Εθνών, ενώ παράλληλα απεδέχθη την αρμοδιότητα της Πρεσβευτικής Συνδιασκέψεως, με δυσμενές τελικά αποτέλεσμα.[33] Ο Μπίτσιος προσθέτει μάλιστα πως η διπλή προσφυγή είχε να κάνει με την ικανοποίηση της ελληνικής κοινής γνώμης.[34] Η Ελληνική κυβέρνηση επιθυμούσε να επιδείξει έντονη διπλωματική δραστηριότητα έτσι ώστε να αποκρούσει πιθανές αντιπολιτευτικές επιθέσεις για αδράνεια ή αδιαφορία. Ο μετέπειτα αναπληρωτής υπουργός εξωτερικών Γιάννης Καψής, χαρακτήρισε «πολιτικά αψυχολόγητη και νομικά αλληλοσυγκρουόμενη τη ταυτόχρονη προσφυγή – τον Σεπτέμβρη του ’76».[35] Την ίδια άποψη είχε και ο Ανδρέας Παπανδρέου αλλά και ο διεθνής τύπος (για παράδειγμα η γαλλική Λε Μοντ), οι οποίοι προέβλεψαν σχεδόν πλήρως τις αποφάσεις των δύο διεθνών οργάνων.[36] [37] Αξίζει να τονιστεί, ότι ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, είχε διαβλέψει ορθώς πως το Συμβούλιο Ασφαλείας θα εξασφάλιζε στην Τουρκία το αζημίωτο για την παραβίαση της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και θα έθετε τετελεσμένα για το Δικαστήριο της Χάγης, ήδη από τις 10 Αυγούστου του 1976. Ωστόσο, ο Καραμανλής ήθελε να δείξει την απόλυτη αγανάκτηση της Ελλάδας, στο Ελληνικό και διεθνές κοινό. Όπως και να έχει, φαίνεται πως η κίνηση επηρέασε την Τουρκία, καθώς η τουρκική κυβέρνηση θορυβήθηκε και ανησύχησε ιδίως με την μονομερή προσφυγή στη Χάγη[38].

Οι αποφάσεις των δύο διεθνών οργάνων του ΟΗΕ ήταν ιδιαίτερα σημαντικές και προκαθόρισαν σε μεγάλο βαθμό τις ελληνοτουρκικές διαφορές στο Αιγαίο, επηρεάζοντας μετέπειτα τις κρίσεις που δημιουργήθηκαν μεταξύ των δύο χωρών. Ακολουθεί η παρουσίαση και η ανάλυση των εν λόγω αποφάσεων των οργάνων του ΟΗΕ.

Το ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας

Την 24η Αυγούστου 1976 το Συμβούλιο Ασφαλείας υιοθέτησε το Ψήφισμα 395, σύμφωνα με το οποίο:

“Το Συμβούλιο Ασφαλείας …Εκφράζοντας την ανησυχία του για τις παρούσες εντάσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας εν σχέσει προς το Αιγαίο,

Έχοντας υπόψιν του τις αρχές του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών σχετικώς με την ειρηνική επίλυση διαφορών καθώς και τις διαφορές διατάξεις του Κεφαλαίου VI του Χάρτη σχετικώς με την ειρηνική επίλυση των διαφορών,

Σημειώνοντας τη σημασία της επαναλήψεως και της συνεχίσεως απευθείας συνομιλιών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας για την επίλυση των διαφορών τους,

Έχοντας συνείδηση της ανάγκης για αμφότερα τα Μέρη να σεβαστούν τα αμοιβαία διεθνή δικαιώματα και υποχρεώσεις τους και να αποφύγουν οποιοδήποτε επεισόδιο το οποίο θα ήταν δυνατόν να οδηγήσει σε επιδείνωση της καταστάσεως και το οποίο συνεπώς θα έθετε σε κίνδυνο τις προσπάθειές τους για μία ειρηνική λύση,

  1. Κάνει έκκληση προς τις κυβερνήσεις της Ελλάδας και της Τουρκίας να ασκήσουν τη μεγαλύτερη δυνατή αυτοσυγκράτηση στην παρούσα κατάσταση.
  2. Παροτρύνει τις κυβερνήσεις Ελλάδας και Τουρκίας να κάνουν οτιδήποτε υπό την δύναμή τους προκειμένου να μειώσουν τις παρούσες εντάσεις στην περιοχή, ούτως ώστε να διευκολυνθεί η διαδικασία διαπραγματεύσεων.
  3. Καλεί τις κυβερνήσεις Ελλάδας και Τουρκίας να επαναλάβουν απευθείας συνομιλίες για τις διαφορές τους και κάνει έκκληση προς αυτές να κάνουν οτιδήποτε στο πλαίσιο των δυνάμεών τους για να εξασφαλίσουν ότι τούτο θα έχει ως αποτέλεσμα αμοιβαίως αποδεκτές λύσεις.
  4. Καλεί τις κυβερνήσεις Ελλάδας και Τουρκίας να συνεχίσουν να λαμβάνουν υπόψιν τους τη συμβολή την οποία τα κατάλληλα δικαιοδοτικά μέσα και ειδικότερα το Διεθνές Δικαστήριο είναι σε θέση να προσφέρουν για τον διακανονισμό των εναπομενουσών νομικών διαφορών τις οποίες θα προσδιορίσουν εν σχέσει προς την παρούσα διαφορά τους”.[39]

Το Ψήφισμα 395 ήταν τυπικό μιας σειράς ανάλογων ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας που αποσκοπούσαν στην αποκλιμάκωση και την εξισορρόπηση μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών. Ως εκ τούτου το Συμβούλιο Ασφαλείας απέφυγε επιμελώς να καταδικάσει κάποια από τις δύο πλευρές, καλώντας τες να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση, να συνεχίσουν τις απευθείας διαπραγματεύσεις για τη διευθέτηση των διαφορών τους, αξιοποιώντας διεθνείς φορείς προς τον σκοπό αυτό, όπως το Διεθνές Δικαστήριο. Ταυτόχρονα, υπογραμμίστηκε η ανάγκη επίλυσης της διαφωνίας με κοινώς αποδεκτές λύσεις. Παράλληλα με την άρνηση του Συμβουλίου να  ασχοληθεί με την ουσία της υποθέσεως στο Αιγαίο, τα μέλη του «διατήρησαν της αμεροληψία τους και το ψήφισμα μπορούσε να γίνει πιο εύκολα αποδεκτό και από τις δύο πλευρές».[40]

Η ουδετερότητα βέβαια του τελικού κειμένου εξίσωνε τις δύο χώρες, αν και η μία αποτελούσε το θύτη και η άλλη το θύμα. Η επιτιθέμενη Τουρκία που προκάλεσε και παραβίασε την Ελληνική υφαλοκρηπίδα, εξισώθηκε με την αμυνόμενη Ελλάδα, δικαιώνοντας έτσι την πολιτική της Άγκυρας και εν γένει, την τουρκική επιθετική στάση.

Όσον αφορά τη γλώσσα στο τελικό κείμενο του ψηφίσματος, θεωρείται γενικώς αποδεκτό πως αυτή ήταν σκοπίμως αόριστη και αφηρημένη, κάτι το οποίο πιστοποιείται και από το γεγονός πως ακόμα και ξένοι ανώτατοι επιφανείς δικαστικοί και δικαστικές αρχές, αδυνατούσαν να συμφωνήσουν σχετικά με το ποια πλευρά επικράτησε, τρόπον τινά, στην παραπομπή στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Προφανώς για ίδιον όφελος, κάθε χώρα προσπάθησε να αναδείξει ως μείζον σημείο του κειμένου, αυτό που θεωρούσε πιο ωφέλιμο για την ίδια. Η Τουρκία υπογράμμισε την ανάγκη για διμερείς διαπραγματεύσεις, ενώ η Ελλάδα αντέτεινε, με την αναφορά παραπομπής της διένεξης στο Διεθνές Δικαστήριο. Κατά μία άποψη, μία πιο αναλυτική ματιά στο κείμενο του Συμβουλίου Ασφαλείας αποδεικνύει πως η Τουρκία βγήκε πιο κερδισμένη από την τελική απόφαση, καθώς το Ψήφισμα έθεσε «σε πρώτο πλάνο τις διαπραγματεύσεις, και δίχως να καταδικάζει την Τουρκία για την πράξη της, κάτι το οποίο αποτελούσε στόχο της Ελλάδας».[41] Σύμφωνα με την άποψη αυτή επρόκειτο εν τέλει για μία ανεπιτυχή προσφυγή της Ελλάδας.[42] «Ωστόσο, ο Καραμανλής, φαινόταν ειλικρινώς ικανοποιημένος προς το παρόν, κυρίως διότι δεν έγινε καμία αναφορά στο θέμα της αποστρατικοποίησης, το οποίο οι Τούρκοι επιχείρησαν να συμπεριλάβουν εμβόλιμα στην Απόφαση».[43] Πάντος δια στόματος του Έλληνα πρωθυπουργού επιβεβαιώθηκε η επικράτηση της τουρκικής θέσης περί διαλόγου, με τον Καραμανλή να δηλώνει την επομένη της απόφασης πως «Δεχόμεθα τις συστάσεις, έτοιμοι για “διάλογο” σε οποιοδήποτε επίπεδο», ενώ μίλησε και για «επίλυση των διαφορών μεταξύ των δυο χωρών», ανοίγοντας τις διαπραγματεύσεις εκτός και πέρας της υφαλοκρηπίδας υπέρ των τουρκικών αξιώσεων, μιας και η Ελλάδα δεν διεκδικούσε κάτι από την Τουρκία.[44] Πρόκειται για την πολιτικοποίηση των ελληνοτουρκικών διαφορών, και την πρόσθεση θεμάτων στην ατζέντα, που επιθυμούσε διακαώς η Άγκυρα και που τελικά πέτυχε στην Νέα Υόρκη.

Σε κάθε περίπτωση, από τα δύο αποτελέσματα του ψηφίσματος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, περί 1) διαλόγου και 2) παραπομπής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, μόνο το πρώτο τελικά εφαρμόσθηκε, με τις δύο πλευρές να προετοιμάζουν την επομένη κιόλας του ψηφίσματος τον ελληνοτουρκικό διάλογο, ο οποίος πραγματοποιήθηκε και κατέληξε με το Πρακτικό της Βέρνης, τον Νοέμβριο του ίδιου έτους. Αυτή ήταν και η θέση της Τουρκίας, ενώ η Ελληνική θέση περί Χάγης, δεν τέθηκε ποτέ σε εφαρμογή, και συνεπώς κρίνεται ιστορικά πως το αποτέλεσμα του ψηφίσματος του Συμβουλίου Ασφαλείας ευνόησε περισσότερο την Τουρκία από ότι την Ελλάδα.

Ένας ακόμα στόχος της Ελληνικής πλευράς με την παραπομπή του θέματος στο Συμβούλιο Ασφαλείας ήταν να διακοπούν και οι έρευνες του Χόρα που συνεχίζονταν εκείνη την περίοδο στο Αιγαίο. Ούτε αυτός ο Ελληνικός στόχος επετεύχθη, μιας και το τελικό κείμενο όχι μόνο δεν ζητούσε την διακοπή των σχετικών τουρκικών ερευνών, αλλά δεν προχώρησε ούτε καν σε αναφορά του ερευνητικού πλοίου. Το χειρότερό όλων ίσως ήταν ότι το τουρκικό σκάφος συνέχισε ακάθεκτο τις παράνομες δραστηριότητές του, παραβιάζοντας επιδεικτικά εκ νέου την υφαλοκρηπίδα της Ελλάδας, στις 2 Σεπτεμβρίου, αφού δηλαδή είχε εκδοθεί το ψήφισμα του ΟΗΕ που καλούσε τις δύο χώρες να απέχουν από προκλητικές ενέργειες.[45] Τέλος, ακόμα και η ίδια η κυβέρνηση Καραμανλή, αναφερόμενη στα κέρδη του ψηφίσματος, περιορίστηκε να κάνει λόγο για «προοπτικές χαλάρωσης της έντασης» με την Τουρκία.[46]

Παράλληλα, κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων, υπήρξε σχέδιο ψηφίσματος από κράτη της ΕΟΚ (Γαλλία, Αγγλία, Δ. Γερμανία), το οποίο θα ήταν ετεροβαρές εις βάρος της Άγκυρας. Ο κίνδυνος για ένα άνισο τελικό κείμενο οδήγησε την τουρκική πλευρά να προετοιμάσει «αντιπροσφυγή» στο Συμβούλιο Ασφαλείας εις βάρος της Ελλάδας, ισχυριζόμενη ότι θίγεται από τον εξοπλισμό των νησιών του ανατολικού Αιγαίου, και συγκεκριμένα των Δωδεκανήσων.[47] Μετά το «ναυάγιο» του ευρωπαϊκού σχεδίου, η Τουρκία περιορίστηκε στο να αναφερθεί στο θέμα του εξοπλισμού των νησιών, στις συζητήσεις στα πλαίσια της ελληνικής προσφυγής.

Η Ελλάδα φοβόταν πως μια απόφαση την οποία δεν θα δεχόταν η Τουρκία, θα μπορούσε κάλλιστα να την αγνοήσει, όπως άλλωστε είχε συμβεί και με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας για την Κύπρο. Αντ’ αυτού η Ελληνική κυβέρνηση επέλεξε να στηρίξει ένα τελικό κείμενο που θα έβρισκε σύμφωνη και την τουρκική πλευρά, επιδεικνύοντας έτσι μια θετική και εποικοδομητική ελληνική διάθεση, ελπίζοντας σε διμερή λύση.[48] Τα αποτελέσματα τελικά δεν δικαίωσαν τον Καραμανλή, μιας και από τις πρώτες αντιδράσεις του Τσαγλαγιανγκίλ για την απόφαση, ήταν ότι «η Τουρκία δεν δεσμεύεται από την παράγραφο περί Χάγης», από τη στιγμή που η χώρα του δεν είχε αναγνωρίσει τη διαδικασία της υποχρεωτικής προσφυγής στη Χάγη για την επίλυση διεθνών διενέξεων, που παρέχει ως δυνατότητα το Διεθνές Δικαστήριο. Ταυτόχρονα, οι Τούρκοι ξεκίνησαν να προετοιμάζουν το έδαφος για τις διμερείς διαπραγματεύσεις που θα περιλάμβαναν το Κυπριακό, τον εξοπλισμό των νησιών, την υφαλοκρηπίδα και τον εναέριο χώρο.[49] [50] Συνοψίζοντας, η Ελλάδα αποδέχθηκε την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας στο σύνολό της (Διεθνές δικαστήριο και διμερείς διαπραγματεύσεις), και η Τουρκία μόνον μερικώς (αποκλειστικά διμερείς διαπραγματεύσεις).

Παρόλο που τότε η Ελληνική κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να γνωρίζει την κλιμάκωση που θα επέλεγε στο προσεχές μέλλον η Άγκυρα, σε κάθε περίπτωση, γίνεται δύσκολα κατανοητό το πώς πίστεψε η κυβέρνηση Καραμανλή ότι μία θετική κίνηση εκ μέρους της Ελλάδας, λίγες ημέρες μόνο μετά την ωμή παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της, και κατόπιν αποφάσεως του Συμβουλίου Ασφαλείας που ζητούσε αποκλιμάκωση, δεν θα εκλαμβανόταν από την Άγκυρα ως κατευνασμός και απόδειξη δικαίωσης της πολιτικής της στο Αιγαίο, με αποτέλεσμα την ενθάρρυνσή της για περαιτέρω διεκδικήσεις.

Η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου

Η Ελληνική προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο κατεγράφη στα αρχεία του δικαστηρίου ως «Η υπόθεση υφαλοκρηπίδας της θάλασσας του Αιγαίου (Ελλάδα εναντίον Τουρκίας)». Η προσφυγή της Ελλάδας αποσκοπούσε αφενός στη λήψη προσωρινών μέτρων προστασίας κατά των τουρκικών δραστηριοτήτων μέχρι να τελεσιδικήσει η υπόθεση, όσον αφορά το δικαίωμα αξιοποίησης της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου, και αφετέρου σε ουσιαστική εκδίκαση της ελληνοτουρκικής διένεξης από το Διεθνές Δικαστήριο. Και στις δύο περιπτώσεις η απόφαση ήταν αρνητική για την Ελλάδα.

Όσον αφορά τη λήψη προσωρινών μέτρων, η Ελλάδα υποστήριξε πως οι τουρκικές εκχωρήσεις αδειών εξερευνήσεως και οι δραστηριότητες του «Σισμίκ-Ι» επί της υφαλοκρηπίδας, συνιστούσαν ανεπανόρθωτη ζημιά στα ελληνικά κυριαρχικά και αποκλειστικά δικαιώματα, όπως αυτά εξασφαλίζονται από τις αρχές και τους κανόνες του διεθνούς δικαίου, ενώ παράλληλα η Τουρκία με τις εν λόγω δράσεις της, φιλοδοξούσε να προδικάσει τη δικανική κρίση του δικαστηρίου. Ως εκ τούτου, η ελληνική πλευρά ζήτησε από το δικαστήριο να υποχρεωθεί η Τουρκία να απέχει από κάθε ενέργεια που θα μπορούσε να επιδεινώσει ή να εντείνει τη διαφορά μεταξύ των δύο χωρών. «Η Τουρκία αρνήθηκε να παραστεί στη διαδικασία και απέστειλε γραπτώς τις παρατηρήσεις της, που, πέραν του επείγοντος χαρακτήρα της λήψεως προσωρινών μέτρων, αναφέρονταν κυρίως στην αρμοδιότητα του δικαστηρίου επί της διαφοράς».[51] Συγκεκριμένα για τα ασφαλιστικά μέτρα, ο Τούρκος ΥΠΕΞ Ιχσάν Τσαγλαγιανγκίλ υποστήριξε στο Radio Ankara στις 24 Ιουλίου 1976, πως οι σεισμικές έρευνες που διεξήγαγε η Τουρκία «δεν μπορούν να δημιουργήσουν δικαιώματα στις περιοχές που διεξάγεται η έρευνα».[52] Σε αντίστοιχο τόνο σε επικοινωνία της προς το Διεθνές Δικαστήριο, η τουρκική κυβέρνηση υποστήριξε πως: «Οι έρευνες της Τουρκίας, που ανήκουν στην κατηγορία των ερευνών για τις οποίες κατέθεσε επίσημη διαμαρτυρία η Ελλάδα, δεν μπορεί να θεωρηθούν ικανές για τη δημιουργία προκαταλήψεων σχετικά με την ύπαρξη πιθανών δικαιωμάτων της Ελλάδας σε περιοχές υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο Πέλαγος. Τα κυριαρχικά δικαιώματα επί της υφαλοκρηπίδας (συμπεριλαμβανομένου του αποκλειστικού δικαιώματος έρευνας) τα οποία ενδέχεται να υπάρχουν, δεν στερούνται ή περιορίζονται από τις έρευνες».[53] Σε αντίστοιχη προσπάθεια υποβάθμισης του γεγονότος, και εν μέσω της κρίσης, το τουρκικό ΥΠΕΞ εξέδωσε ανακοίνωση σύμφωνα με την οποία η Τουρκία δεν θεωρούσε «την κατάσταση τόσο εκρηκτική όσο προσπαθεί να την παρουσιάσει η Ελλάδα».[54]

Η Ελληνική προσπάθεια να συρθεί η Τουρκική πλευρά στις διαδικασίες του Διεθνούς Δικαστηρίου «βασιζόταν στο Ανακοινωθέν των Βρυξελλών το 1975, και σε μία δέσμευση μιας ξεχασμένης διεθνούς συνθήκης του 1928 σχετικά με την επίλυση διενέξεων από το Διεθνές Δικαστήριο».[55] Ωστόσο, στις 19 Δεκεμβρίου 1978, το Δικαστήριο αποφάνθηκε πως δεν διαθέτει τη σχετική αρμοδιότητα να αποφασίσει επί των ερωτημάτων που είχε θέσει η Ελλάδα σχετικά με την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, απορρίπτοντας έτσι το ελληνικό αίτημα για δικαστική επίλυση της διαφοράς.[56]

Προηγουμένως, το δικαστήριο είχε απορρίψει την ελληνική προσφυγή για προσωρινά μέτρα στις 11 Σεπτεμβρίου 1976, αναφέροντας ότι δεν επήλθε ανεπανόρθωτη βλάβη στα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα, η οποία θα δημιουργούσε τις προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 41 του Καταστατικού του Διεθνούς Δικαστηρίου, για λήψη προσωρινών μέτρων.[57] Παράλληλα, το δικαστήριο θεώρησε ότι, εάν τελικώς διαπιστωνόταν πως οι ενέργειες της Τουρκίας είχαν γίνει σε περιοχές της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, θα μπορούσε να δοθεί αποζημίωση. «Για να καταλήξει στη συγκεκριμένη απόφαση, το δικαστήριο απομακρύνθηκε από την προηγούμενη νομολογία του ως προς το τι συνιστούσε ανεπανόρθωτη βλάβη».[58]

Tην απόρριψη των ελληνικών αιτημάτων βάρυνε σημαντικά και η προσφυγή στο Συμβούλιο Ασφαλείας, καθώς ήταν η πρώτη φορά που ένα κράτος είχε πραγματοποιήσει παράλληλη προσφυγή τόσο στο Συμβούλιο Ασφαλείας όσο και στο Διεθνές Δικαστήριο. Η ταυτόχρονη αυτή προσφυγή δημιούργησε σοβαρό προβληματισμό αλλά κα ερωτήματα σχετικά με την ισορροπία και τη σχέση των δύο αυτών οργάνων του Ο.Η.Ε.. Επίσης δημιουργήθηκαν ερωτήματα για το κατά πόσο δύναται το Διεθνές Δικαστήριο να αναλάβει την εκδίκαση μιας υπόθεσης για την οποία είχε ήδη εκφράσει απόφαση και ψήφισμα το Συμβούλιο Ασφάλειας. Την άποψη αυτή εξέφρασε και ο Δικαστής Manfred Lachs ο οποίος περιέγραψε ως μοναδική και ασυνήθιστη την περίπτωση, περιγράφοντας τις ιδιαίτερες συνθήκες του Δικαστηρίου ως μια «ζώνη του λυκόφωτος», καταλήγοντας ωστόσο να υπεραμυνθεί της ανεξαρτησίας του διεθνούς δικαστικού οργάνου στο οποίο μετείχε, διαφωνώντας με τις αναφορές του τελικού Ψηφίσματος του Συμβουλίου Ασφαλείας στην απόφαση του Δικαστηρίου.[59]

Υπερθεματίζοντας, ο Δικαστής Στασινόπουλος ο οποίος μειοψήφησε, στηρίζοντας επί της ουσίας την ελληνική πλευρά, υποστήριξε στο αιτιολογικό του πως τα όρια των δύο οργάνων του ΟΗΕ είναι σαφή και πολύ συγκεκριμένα μιας και το μεν Συμβούλιο Ασφαλείας αποτελεί ένα από τα πολιτικά όργανα των Η.Ε., ενώ το Διεθνές Δικαστήριο είναι ένα δικαστικό σώμα και ως εκ τούτου εξετάζει τις νομικές και όχι τις πολιτικές πτυχές και παραμέτρους των διαφορών.[60] Ωστόσο, όπως υποδεικνύει και το κείμενο της απόφασης, η πλειοψηφία των δικαστών επηρεάστηκε από το Ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας, με τον Δικαστή Salah El Dine Tara να υπογραμμίζει πως το Διεθνές Δικαστήριο είναι μέρος του ΟΗΕ βάσει του καταστατικού του και συνεπώς οφείλει να λαμβάνει υπόψιν του τις σχετικές αποφάσεις των υπολοίπων οργάνων, ενώ έφτασε στο σημείο να υποστηρίξει ότι το Συμβούλιο Ασφαλείας διαθέτει την πρωτοκαθεδρία «για τη διατήρηση της ειρήνης και της ασφάλειας».[61] Ο Gross υποστηρίζει ότι η προγενέστερη απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας, υπονόμευε την αρμοδιότητα του δικαστηρίου, ενώ καθώς η Ελλάδα προσπάθησε να από-πολιτικοποιήσει τη διένεξη, παραπέμποντας το ζήτημα στο Διεθνές Δικαστήριο, το Συμβούλιο Ασφαλείας  την επαναπολιτικοποίησε.[62] Αναμενόμενα για πολλούς, «το δικαστήριο προτίμησε τελικώς να αναφερθεί εκτενώς στο Ψήφισμα 395/1976 και στις συνακόλουθες δηλώσεις των υπουργών Εξωτερικών των δύο κρατών μετά την υιοθέτηση του ψηφίσματος, και να τονίσει ότι ήταν αναμενόμενο κάθε εμπλεκόμενο μέρος να λάβει σοβαρά υπόψιν του τις συστάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας ως προς την παρούσα διαφορά».[63] [64]

Την απόφαση του Δικαστηρίου φαίνεται πως επηρέασε εν μέρει και το Κοινό Ανακοινωθέν των δύο Πρωθυπουργών στις Βρυξέλλες το 1975. Το εν λόγω ανακοινωθέν των πρωθυπουργών Καραμανλή και Ντεμιρέλ προέβλεπε μια φόρμουλα σύμφωνα με την οποία αμέσως μετά την από κοινού παραπομπή της διαφοράς στη Χάγη, θα ξεκινούσαν παράλληλες διμερείς προσπάθειες επίλυσης της διένεξης, και αν αυτές ήταν επιτυχείς, τότε το τελικό αποτέλεσμα θα καταθετόταν στη Χάγη για επικύρωση. Επικαλούμενο την εν λόγω φόρμουλα του ανακοινωθέντος, το Δικαστήριο έκρινε πως η πρόθεση της Τουρκίας στις Βρυξέλλες δεν ήταν σαφής υπέρ της αποκλειστικής παραπομπής του ζητήματος στο Διεθνές Δικαστήριο όπως ζητούσε η Ελλάδα, μιας και υπήρχε αναφορά στο ανακοινωθέν για παράλληλη διαδικασία δικαστικής παραπομπής και διμερών διαπραγματεύσεων.[65]

Μία ακόμα παράμετρος που έθεσε το ίδιο το Δικαστήριο ήταν η Ελληνοτουρκική Συνθήκη Φιλίας, Ουδετερότητας, Συνδιαλλαγής και Διαιτησίας που υπογράφηκε στην Άγκυρα στις 30 Οκτωβρίου 1930. Η εν λόγω Συνθήκη περιείχε ρήτρα διαιτησίας και είχε πολλά κοινά στοιχεία ειρηνικής επίλυσης διενέξεων με τον Γενικό Κανόνα Διαμεσολάβησης και Ειρηνικής Επίλυσης Διεθνών Διαφορών, που συντάχθηκε από την Κοινωνία των Εθνών το 1928, και αποτελούσε το ιδρυτικό έγγραφο του Διαρκούς Δικαστηρίου Διεθνούς Δικαιοσύνης, το οποίο αποτέλεσε προκάτοχο του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Το 1978, κατά την εκδίκαση της υπόθεσης, οι Δικαστές έκριναν σαφώς πως η Ελληνοτουρκική Συνθήκη Φιλίας, Ουδετερότητας, Συνδιαλλαγής και Διαιτησίας παρέμενε εν ισχύ, αφενός διότι την ισχύ αυτής επιβεβαίωναν και η Ελλάδα και η Τουρκία, και αφετέρου διότι η εν λόγω συνθήκη του 1930 επεκτάθηκε στις 27 Απριλίου 1938 με τη ρήτρα πως «οι από κοινού συμφωνίες, διμερείς και πολυμερείς» των δύο χωρών θα «συνεχίσουν να παράγουν το πλήρες αποτέλεσμά τους, ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παρούσας Συνθήκης».[66] Βάσει των ανωτέρω, οι Δικαστικοί το 1978, υποστήριξαν πως με την υπαγωγή τους και στο Διαρκές Δικαστήριο Διεθνούς Δικαιοσύνης, οι δύο χώρες επί της ουσίας δεσμεύονταν με δύο παράλληλα συστήματα ειρηνικής επίλυσης των διαφορών τους. Συνεπώς, ένα πρόβλημα που θα μπορούσε να προκύψει είναι η υπερκάλυψη των δύο Συνθηκών ειρηνικής επίλυσης διαφορών των δύο χωρών, οι υποχρεώσεις που δημιουργούνται και το ποια στοιχεία θα έπρεπε να εξεταστούν στην συγκεκριμένη υπόθεση. Μάλιστα κατά τη διάρκεια των ακροάσεων, δύο μέλη του Δικαστηρίου έκαναν αναφορά στο ζήτημα. Έπειτα το Δικαστήριο, έχοντας απορρίψει την εφαρμογή του Γενικού Κανόνα Διαμεσολάβησης του 1928 για την υπό εξέταση υπόθεση, λόγω επιφυλάξεων που είχε εκφράσει η Ελλάδα το 1931 σχετικά με την εφαρμογή του,[67] θα μπορούσε δυνητικά να εξετάσει την εφαρμογή της Ελληνοτουρκικής Συνθήκης Φιλίας, Ουδετερότητας, Συνδιαλλαγής και Διαιτησίας του 1930 αλλά δεν το έπραξε καθώς, «δεν έγινε επίκληση της Συνθήκης του 1930 ως κριτήριο αρμοδιότητας του Δικαστηρίου για την παρούσα υπόθεση» από την Ελλάδα, γεγονός που «απήλλαξε το Δικαστήριο από την ανάγκη να υπεισέλθει σε αυτά τα ερωτήματα».[68]

Επί της ουσίας το Δικαστήριο έφερε στην επιφάνεια μία επιλογή που θα μπορούσε να είχε χρησιμοποιήσει η Ελληνική πλευρά στην νομική της φαρέτρα, διεκδικώντας την εφαρμογή της Ελληνοτουρκικής Συνθήκης Φιλίας, Ουδετερότητας, Συνδιαλλαγής και Διαιτησίας, και ζητώντας από το Δικαστήριο να αναλάβει βάσει αυτής, την εκδίκαση της απόφασης. Ωστόσο στο αρχικό της αίτημα, η Ελλάδα δεν επικαλέστηκε την εν λόγω Ελληνοτουρκική Συνθήκη ως κριτήριο αρμοδιότητας του Διεθνούς Δικαστηρίου επί της υποθέσεως, και συνεπώς δεν επηρεάστηκε αντιστοίχως η τελική απόφαση. Με βάση τα παραπάνω, το Δικαστήριο έκρινε πως ήταν αναρμόδιο για την εκδίκαση της υπόθεσης.[69] Σε εσωτερικό επίπεδο η Ελληνική κυβέρνηση επιχείρησε να υποβαθμίσει την εις βάρος της απόφαση, υποστηρίζοντας πως η διένεξη των δύο χωρών είχε έτσι και αλλιώς ήδη ατονήσει.[70] Αυτό βέβαια ήταν ανακριβές καθώς ναι μεν είχε ολοκληρωθεί το έργο του Σισμίκ, ωστόσο η τουρκική αδιαλλαξία παρέμενε ισχυρή στις δημόσιες δηλώσεις και τις προθέσεις των αξιωματούχων της Άγκυρας.

Με την απόφασή του, το Διεθνές Δικαστήριο παρέμεινε πιστό στην άτυπη στάση του να αποφεύγει να εκδικάζει υποθέσεις μονομερούς προσφυγής όταν το ένα από τα δύο μέρη ερημοδικεί. Κάτι το οποίο ασφαλώς γνώριζε η Ελληνική πλευρά, και από αυτήν την άποψη η μονομερής προσφυγή αποτελούσε εσφαλμένη κίνηση της Ελληνικής διπλωματίας.[71] Πόσο μάλλον όταν οι αρμόδιοι Έλληνες διπλωμάτες γνώριζαν καλά την προτεραιότητα που θα λάμβανε το Συμβούλιο Ασφαλείας έναντι του Διεθνούς Δικαστηρίου, όπως προναφέρθη.[72]

Στα θετικά των δύο αποφάσεων της Χάγης, σύμφωνα με το άρθρο 28 της απόφασης για τα ασφαλιστικά μέτρα το 1976, το Δικαστήριο αναφέρεται σε περιοχές που υποτίθεται («ex hypothesi») ότι είναι αμφισβητούμενες.[73] Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Καψής υποστηρίζει ότι με το εν λόγω άρθρο το Δικαστήριο περιγράφει ένα ab initio (εξ υπαρχής) δικαίωμα της Ελλάδας επί της υφαλοκρηπίδας. Στο άρθρο αυτό, «το Διεθνές Δικαστήριο δεν αποφαίνεται ότι η υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου είναι αμφισβητούμενη. Αντίθετα, τονίζει ότι “υποτίθεται” (ex hypothesis) ότι η περιοχή είναι υπό αμφισβήτηση. Αλλά δεν συντρέχει λόγος να ληφθούν ασφαλιστικά μέτρα – όπως ζητούσε η Ελληνική προσφυγή – γιατί “τα δικαιώματα της Ελλάδας υφίστανται εξ υπαρχής (ab initio) και δεν είναι δυνατόν να προσβληθούν έστω και αν η Τουρκία κάνει γεωτρήσεις στην Ελληνική υφαλοκρηπίδα”».[74] Ίσως η πιο θετική εξέλιξη της τελικής απόφασης του δικαστηρίου επί του θέματος το 1978, ήταν η παράγραφος 31 σύμφωνα με την οποία ο βασικός λόγος της ελληνοτουρκικής διένεξης είναι τα νομικά δικαιώματα των δύο χωρών και συγκεκριμένα: «Συνεπώς το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι υπάρχει μια νομική διαφορά μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας σχετικά με την υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου».[75] Αυτό το πόρισμα ενίσχυε την ελληνική θέση πως το ζήτημα μεταξύ των δύο χωρών ήταν νομικής φύσεως και όχι πολιτικής, όπως υποστήριζε και συνεχίζει να υποστηρίζει η Τουρκία.

Μία ακόμα θετική εξέλιξη για την Ελλάδα, τουλάχιστον σε επίπεδο διεθνών εντυπώσεων, ήταν η κακή εικόνα που δημιουργήθηκε για την Τουρκία, αρνούμενη να συμμετάσχει στις διαδικασίες του Δικαστηρίου. Μεταξύ άλλων, χαρακτηριστικός ήταν ο τίτλος της εφημερίδα Κοτιντιέν Ντε Παρί, «Αιγαίο: Η Άγκυρα φοβάται τους διεθνείς οργανισμούς».[76]

Αξίζει επίσης να σημειωθεί, ότι στην αίτηση προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο, η Ελληνική πλευρά μέσω του πρέσβη της στη Χάγη, Νικόλα Καρανδρέα, ζήτησε από το Δικαστήριο να «δώσει οδηγίες στις Κυβερνήσεις και της Ελλάδος και της Τουρκίας, εφόσον δεν υπάρχει προηγούμενη συγκατάθεση και των δύο, και καθώς εκκρεμεί η τελική απόφαση του Δικαστηρίου σχετικά με την υπόθεση, όπως απέχουν από κάθε ερευνητική δραστηριότητα ή επιστημονική έρευνα, σχετικά με την υφαλοκρηπίδα περιοχών, μέσα στις οποίες η Τουρκία παραχώρησε ερευνητικές άδειες, σε παρακείμενα νησιά, ή γενικότερα σε διαφιλονικούμενες περιοχές σχετικές με την υπόθεση».[77] Το εν λόγω κάλεσμα για αποχή ενεργειών δίχως την προηγούμενη συγκατάθεση και των δύο χωρών, που αναφέρει η Ελληνική αίτηση προσφυγής, θυμίζει έντονα το κείμενο του Πρακτικού της Βέρνης που ακολούθησε τρεις μήνες αργότερα μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας.

Τέλος, στον τομέα των εντυπώσεων, η Τουρκία έκρινε ότι δικαιώθηκε από την απόφαση του δικαστηρίου. Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης απεφάνθη ότι ήταν αναρμόδιο για την επίλυση της διένεξης, γεγονός που άφηνε τις διμερείς διαπραγματεύσεις ως την μοναδική ρεαλιστική εναλλακτική για τις δύο χώρες – κάτι που αποτελούσε άλλωστε σαφή τουρκική θέση. Παράλληλα το δικαστήριο υιοθέτησε την τουρκική άποψη, πως οι τουρκικές δραστηριότητες δεν επέφεραν ανεπανόρθωτη βλάβη στα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα.[78]  Διαφωτιστικό της τουρκικής οπτικής ήταν ένα επίκαιρο δημοσίευμα της αμερικανικής Christian Science Monitor, σύμφωνα με το οποίο η Άγκυρα θεωρούσε πως η απόφαση της Χάγης έδινε το πράσινο φως στην Τουρκία για να αρχίσει τις έρευνες για πετρέλαιο στο Αιγαίο, ιδίως αφ’ ης στιγμής δεν επιβλήθηκαν ασφαλιστικά μέτρα υπέρ της Ελλάδας. Με μία αρκετά διαστρεβλωμένη ερμηνεία της απόφασης, αλλά πλήρως αντιπροσωπευτική της κατάστασης και των εντυπώσεων που επιθυμούσαν να δημιουργήσουν οι Τούρκοι αξιωματούχοι, ο Τσαγλαγιανγκίλ δήλωσε πως η απόφαση υποδεικνύει την ισχύ της νομικής θέσεως της Τουρκίας, και επιτρέπει μάλιστα τη συνέχεια των ερευνών του Σισμίκ, οι οποίες θα διαρκούσαν μέχρι τις 25 Σεπτεμβρίου 1976.[79]


[1] Νεοκλής Σαρρής, Οι ρίζες της Ελληνοτουρκικής διαμάχης και η Οθωμανική φαντασίωση, Ινφογνώμων Πολιτικά, 30 Δεκεμβρίου 2009

[2] «Πώς φτάσαμε στην κρίση», Το Ποντίκι, Αθήνα 3 Απριλίου 1987.

[3] Alexis Heraclides, The Greek-Turkish Conflict in the Aegean: Imagined Enemies (New Perspectives on South-East Europe), Palgrave Macmillan, 2010, σ. 79.

[4] Στο ίδιο, σ. 87.

[5] Στο ίδιο, σ. 85.

[6] Σωτήρης Ριζάς, Άποψη: Πρόταση για προσφυγή στη Χάγη, Καθημερινή, Αθήνα 27 Ιουλίου 2020.

[7] Άγγελος Συρίγος, Ελληνοτουρκικές σχέσεις, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 2015, σ. 308-9.

[8] Telegram From the Mission to the North Atlantic Treaty Organization to the Department of State, Greek-Turkish Dispute, 1974, Greece, Cyprus, Turkey, 1973-1976, National Archives, Nixon Presidential Materials, NSC Files, Box 1312, Saunders Chron File, NSC Secretariat, Contingency Plans 1974, Cyprus and GreekTurkish Contingency Plans, 4 Ιουλίου 1974.

[9] Memorandum of Conversation, 1976, Secretary’s Meeting with Turkish Foreign Minister Caglayangil, Volume XXX, Foreign Relations of the United States, Library of Congress, Manuscript Division, Kissinger Papers, Box CL 277, 29 Σεπτεμβρίου 1976.

[10] Memorandum of Conversation, 1976, Secretary’s Meeting with Greek Foreign Minister Bitsios, Foreign Relations, 1969-1976, Library of Congress, Manuscript Division, Kissinger Papers, Box CL 276, Memoranda of Conversations, Chronological File, 29 Σεπτεμβρίου 1976.

[11] Γιάννης Καψής, Οι τρεις μέρες του Μάρτη, εκδόσεις Λιβάνη, Αθήνα, 1990, σ. 193.

[12] Heraclides, ό.π., σ. 88.

[13] «Επαναρχίζουν γεωτρήσεις αλλά θα αργήση η άντληση πετρελαίου», Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 2 Ιουνίου 1976.

[14] «Εντοπίσθηκαν στην υφαλοκρηπίδα μας 25 περιοχές με πετρέλαιο μεταξύ Έβρου – Χαλκιδικής», Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 4 Ιουνίου 1976.

[15] «Συνεχίζεται η γεώτρηση ανοικτά του Λιμένος Θάσου σε βάθος 4.700 ποδών», Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 24 Ιουνίου 1976.

[16] Συρίγος, ό.π., σ. 315.

[17] Στο παρόν κείμενο γίνεται αναφορά στο ίδιο πλοίο και με τις δύο ονομασίες του, «Σισμίκ 1» και «Χόρα».

[18] «Μικρές ελπίδες η Τουρκία να επιδείξη πνεύμα συνδιαλλαγής με την Ελλάδα», Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 3 Ιουνίου 1976.

[19] Meeting with Foreign Minister Caglayangil of Turkey, 1976, The White House, National Security Advisor Brent Scowcroft, 24 Μαρτίου 1976.

[20] Συρίγος, ό.π., σ. 315.

[21] Ambassador Jack B. Kubisch, Interview by Henry E. Mattox, The Association for Diplomatic Studies and Training, Foreign Affairs Oral History Project, 6 Ιανουαρίου 1989.

[22] «Το “Χόρα” πλέει στο Αιγαίο», Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 24 Ιουλίου 1976.

[23] Δημήτρης Μπίτσιος, Πέρα από τα σύνορα, 1974-1977, B’ έκδοση, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα, 1983, σ.80.

[24] «Έντονη διακοίνωση των Αθηνών προς την Άγκυρα», Το Βήμα, Αθήνα 8 Αυγούστου 1976.

[25] «Παρεβιάσθη η υφαλοκρηπίδα – Μελετάται η κλιμάκωση μέτρων μετά την επίδοση χθες ελληνικής διακοινώσεως», Καθημερινή, Αθήνα 8 Αυγούστου 1976.

[26] «Στρατιωτικοπολιτικό τέχνασμα οι παραβιάσεις του “Σισμίκ”», Τα Νέα, Αθήνα 9 Αυγούστου 1976.

[27] «Το Σισμίκ κοντά στην Κρήτη – θα επιχειρήση νέες έρευνες;», Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 18 Αυγούστου 1976.

[28] «Νέα παραβίαση της υφαλοκρηπίδας από το “Σισμίκ”», Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 1 Σεπτεμβρίου 1976.

[29] «Απειλεί πάλι ο Ντεμιρέλ ενώ ο Τσαγλαγιανγκίλ “τείνει κλάδο ελάιας”», Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 25 Αυγούστου 1976.

[30] The President’s Daily Brief, Central Intelligence Agency, 6 Αυγούστου 1976.

[31] «Προσφυγές στο Συμβούλιο Ασφαλείας και το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης», Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 10 Αυγούστου 1976.

[32] Heraclides, ό.π., σ. 88.

[33] Μπίτσιος, ό.π., σ. 81-82.

[34] Μπίτσιος, ό.π., σ.82.

[35] Καψής, ό.π., σ. 54.

[36] «Ανδρέας: Όχι πια ταπεινώσεις», Ελευθεροτυπία, Αθήνα 10 Αυγούστου 1976.

[37] «Καθυστερεί ακόμη η έγκριση του σχεδίου αποφάσεως από το Συμβούλιο Ασφαλείας», Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 21 Αυγούστου 1976.

[38] Heraclides, ό.π., σ. 88.

[39] Ψήφισμα 395 Συμβουλίου Ασφαλείας, Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, 25 Αυγούστου 1976.

[40] Συρίγος, ό.π., σ. 317-18.

[41] Heraclides, ό.π., σ. 89.

[42] Χαριτίνη Δίπλα, Η Ελληνο-τουρκική Διαφορά για την Υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου, Εναλλακτικές Λύσεις και Προτάσεις, ΕΛΙΑΜΕΠ, Αθήνα, 1992, σ. 7.

[43] Heraclides, ό.π., σ. 89.

[44] «Δεχόμεθα τις συστάσεις, έτοιμοι για “διάλογο” σε οποιοδήποτε επίπεδο», Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 26 Αυγούστου 1976.

[45] «Νέα παραβίαση της υφαλοκρηπίδας από το “Σισμίκ”», Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 1 Σεπτεμβρίου 1976.

[46] «Να μην χρονίση ο διάλογος», Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 27 Αυγούστου 1976.

[47] «Σχέδιο της ΕΟΚ αποκρούει η Τουρκία – Απειλεί αντιπροσφυγή», Ελευθεροτυπία, Αθήνα 17 Αυγούστου 1976.

[48] «Η Τουρκία ζητά να μεταφέρη την διένεξη με την Ελλάδα στον εξοπλισμό των νησιών», Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 24 Αυγούστου 1976.

[49] «Συνάντηση Μπίτσιου και Τσαγλαγιανγκίλ», Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 26 Αυγούστου 1976.

[50] «Τέσσερα ζητήματα θέτει ο Ντεμιρέλ προς επίλυση κατά τις συνομιλίες», Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 26 Αυγούστου 1976.

[51] Συρίγος, ό.π., σ. 320.

[52] Aegean Sea Continental Shelf Case (Greece v. Turkey), International Court of Justice, Request for the indication of interim measures of protection, Order of 11 September 1976, σ.10.

[53] Aegean Sea Continental Shelf Case (Greece v. Turkey), International Court of Justice, Observations of the Government of Turkey, σ.73.

[54] «Ο κ. Ντεμιρέλ εξέφρασε έκπληξη», Καθημερινή, Αθήνα 11 Αυγούστου 1976.

[55] Heraclides, ό.π., σ. 89.

[56] Aegean Sea Continental Shelf Case (Greece v. Turkey), International Court of Justice, Judgment of 19 December 1978, σ. 45.

[57] Aegean Sea Continental Shelf Case (Greece v. Turkey), International Court of Justice, Request for the indication of interim measures of protection, Order of 11 September 1976, σ. 14.

[58] Συρίγος, ό.π., σ. 320.

[59] Aegean Sea Continental Shelf Case (Greece v. Turkey), International Court of Justice, Separate opinion of Judge Lachs.

[60] Aegean Sea Continental Shelf Case (Greece v. Turkey), International Court of Justice, Separate opinion of Michel Stassinopoulos.

[61] Aegean Sea Continental Shelf Case (Greece v. Turkey), International Court of Justice, Separate opinion of Judge Tarazi.

[62] Leo Gross, “The Dispute Between Greece and Turkey Concerning the Continental Shelf in the Aegean”, The American Journal of International Law, Τόμος 71, Τεύχος. 1, 1977, σ. 39.

[63] Συρίγος, ό.π., σ. 320.

[64] Aegean Sea Continental Shelf Case (Greece v. Turkey), International Court of Justice, Request for the indication of interim measures of protection, Order of 11 September 1976, σ. 12.

[65] Aegean Sea Continental Shelf Case (Greece v. Turkey), International Court of Justice, Judgment of 19 December 1978, Separate Opinion of Judge Lachs, σ. 51.

[66] Aegean Sea Continental Shelf Case (Greece v. Turkey), International Court of Justice, Judgment of 19 December 1978, σ. 38.

[67] Aegean Sea Continental Shelf Case (Greece v. Turkey), International Court of Justice, Judgment of 19 December 1978, σ. 31-32 και 37.

[68] Aegean Sea Continental Shelf Case (Greece v. Turkey), International Court of Justice, Judgment of 19 December 1978, σ. 38.

[69] Aegean Sea Continental Shelf Case (Greece v. Turkey), International Court of Justice, Judgment of 19 December 1978, σ. 45.

[70] «Η Χάγη απορρίπτει την προσφυγή μας», Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 9 Σεπτεμβρίου 1976.

[71] Συνέντευξη με τον Καθηγητή, Θεόδωρο Καρυώτη, στις 9 Οκτωβρίου, 2020.

[72] Γεώργιος Παπούλιας, Κείμενα διπλωματίας και πολιτικής, Μουσείο Μπενάκη, Αθήνα, 2012, σ. 97.

[73] Aegean Sea Continental Shelf Case (Greece v. Turkey), International Court of Justice, Request for the indication of interim measures of protection, Order of 11 September 1976, σ.10.

[74] Καψής, ό.π., σ. 54.

[75] Aegean Sea Continental Shelf Case (Greece v. Turkey), International Court of Justice, Judgment of 19 December 1978, σ. 14.

[76] «Η Τουρκία δεν αναγνωρίζει αρμοδιότητα του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης», Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 27 Αυγούστου 1976.

[77] Aegean Sea Continental Shelf Case (Greece v. Turkey), International Court of Justice, Application instituting proceedings, 10 August 1976, σ. 66.

[78] Gross, ό.π., σ. 41.

[79] «Νέα φάση στις σχέσεις των δύο χωρών θα αρχίση κατά τον τουρκικό τύπο με τις ηγετικές μεταβολές στην Ελλάδα», Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 10 Σεπτεμβρίου 1976.

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης
  • Leave a comment

Ο λόγος που οι Τούρκοι μας εγκλώβισαν στα 6 ν.μ. και τώρα ψαρεύουν στο Αιγαίο

Τις τελευταίες μέρες οι πολίτες έγιναν μάρτυρες δύο προκλητικών γεγονότων. Το ερευνητικό σκάφος ΝAUTICAL GEO, εμποδίστηκε από τουρκική φρεγάτα να διεξάγει έρευνες στα ανοιχτά, ανατολικά της Κρήτης. Την ίδια στιγμή, τουρκικά αλιευτικά σκάφη πραγματοποιούσαν παράνομη αλιεία εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων.

Πρόκειται για δύο απολύτως αναμενόμενες εξελίξεις, οι οποίες δυστυχώς έχουν υπαίτιους και ηθικούς αυτουργούς στη χώρα μας.

Για όσους παρακολουθούν τις γεωπολιτικές εξελίξεις, θα θυμούνται τις περσινές συμφωνίες οριοθέτησης ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας της Ελλάδας με την Ιταλία και την Αίγυπτο. Πρόκειται για τις πανηγυρικές συμφωνίες που το δημοσιογραφικό κατεστημένο παρουσίασε ως θριάμβους της ελληνικής διπλωματίας, και τον Έλληνα ΥΠΕΞ να τολμάει να δηλώνει πως η χώρα μας «μεγάλωσε» επί υπουργίας του. Κανείς δεν τόλμησε να πει την αλήθεια στους πολίτες, πως στην πραγματικότητα επρόκειτο για δύο εθνικές προδοσίες της κυβέρνησης της ΝΔ, οι οποίες δημιούργησαν τις προϋποθέσεις  για τις σημερινές τουρκικές προκλήσεις.

Ας ξεκινήσουμε από την αλιεία. Σύμφωνα με την μειοδοτική συμφωνία με την Ιταλία, η Ελλάδα παραχώρησε δικαιώματα αλιείας (ψάρια και οστρακοειδή), όχι μόνο στην ΑΟΖ της πατρίδας μας, αλλά και εντός των χωρικών μας υδάτων. Σας θυμίζει κάτι; Από τότε είχε διαφανεί η πρόθεση του Μαξίμου να αναγνωριστούν αντίστοιχα «ιδιαίτερα προνόμια» των Τούρκων ψαράδων στο Αιγαίο, κατά τα πρότυπα και το μοντέλο των Ιταλών. Αυτό επέβαλε η πολιτική του «έντιμου συμβιβασμού» με την Τουρκία, η οποία κυριαρχεί στους υπουργικούς θώκους της Αθήνας, καθ’ όλη τη μεταπολίτευση.

Με την Ιταλική συμφωνία, η Ελλάδα απώλεσε εθνική κυριαρχία και μέχρι σήμερα δεν έχουν αποδοθεί ευθύνες. Δημιούργησε το νομικό προηγούμενο και το απαραίτητο άλλοθι, για να ψαρεύουν σήμερα οι Τούρκοι από τη Σαμοθράκη έως τη Μύκονο, και από εκεί έως τα Κύθηρα, δίχως να έχουν αποδοθεί ευθύνες.

Παράλληλα είναι προφανές ότι η χώρα μας δεν μπορεί να βγει έξω από τα κουτσουρεμένα χωρικά ύδατα των 6 ν.μ. στο Αιγαίο. Δεν μας το επέτρεψε η τουρκική φρεγάτα, παρόλο που είχαμε το διεθνές δίκαιο με το μέρος μας, και παρόλο που το ΝAUTICAL GEO, ένα πλοίο γαλλικών συμφερόντων, με σημαία Μάλτας, θα πραγματοποιούσε έρευνες στο πλαίσιο της χαρτογράφησης για την πορεία του αγωγού EAST MED, στον οποίο εμπλέκεται και το Ισραήλ με την αιγίδα των ΗΠΑ. Ευλόγως διερωτώμεθα πώς είναι δυνατόν να μην μας επιτρέπεται να βγούμε στην υφαλοκρηπίδα μας, όταν το πολεμικό μας ναυτικό είναι ισχυρότατο, και όταν το διεθνές δίκαιο και οι διεθνείς συμμαχίες στην περιοχή είναι με το μέρος μας. Η απάντηση είναι και πάλι η ίδια. Ευθύνεται μία άλλη προδοτική συμφωνία της ΝΔ – αυτή της Αιγύπτου.

Σταδιακά και σταθερά η κυβέρνηση αποψίλωνε τα κυριαρχικά δικαιώματα της πατρίδας μας. Αποδίδοντας μειωμένη επήρεια ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας σε νησιά του Ιονίου (στις Στροφάδες και τα Διαπόντια νησιά), η ΝΔ «δοκίμασε τα νερά». Βλέποντας ότι δεν υπάρχουν αντιδράσεις από τα εξαγορασμένα μέσα εθνικής εμβέλειας, προχώρησε με τη συμφωνία της Αιγύπτου για να ολοκλήρωσε το στυγνό της έγκλημα. Απέδωσε μειωμένη επήρεια ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας στα μεγαλύτερα νησιά της πατρίδας μας, στην Ρόδο και την Κρήτη. Με την κίνηση αυτή εγκαταλείφθηκε η αρχή της μέσης γραμμής για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών και ακυρώθηκε το σχέδιο της ένωσης των ΑΟΖ Ελλάδας – Κύπρου. Όλα αυτά έγιναν, υποστηρίζοντας τις τουρκικές θέσεις.

Η Τουρκία δεν αναγνωρίζει δικαιώματα σε ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα για τα νησιά του Αιγαίου (0% επήρεια), ενώ το διεθνές δίκαιο τους παρέχει πλήρη (100% επήρεια). Ο «έντιμος συμβιβασμός» του Μαξίμου, θέλει να τα βρει κάπου στη μέση. Με αυτές τις πράξεις νομιμοποίησαν την αδιαλλαξία και την τουρκική προκλητικότητα, για να μας κρατάει σήμερα η Άγκυρα παγιδευμένους εντός των 6 ν. μ.

Η αυτοκαταστροφική και εθνοκτόνα μειωμένη επήρεια που τόλμησαν οι κυβερνητικοί να αποδώσουν στην Κρήτη, εξηγεί την τουρκική αδιαλλαξία και προκλητικότητα όσον αφορά τις έρευνες του ΝAUTICAL GEO. Η αυτοκαταστροφική και εθνοκτόνα παραχώρηση χρήσης των χωρικών μας υδάτων στους Ιταλούς που τόλμησαν οι κυβερνητικοί, εξηγεί τους τούρκους ψαράδες στο Αιγαίο. Οι ευθύνες λοιπόν βαραίνουν αυτή την κυβέρνηση και όλους τους πληρωμένους κονδυλοφόρους που τους ξεπλένουν εδώ και δύο χρόνια.

Το εύλογο ερώτημα που προκύπτει, δεδομένης της πολιτικής κατευνασμού της Τουρκίας από την ΝΔ, είναι ποιο μέρος του δράματος μέλλει να ακολουθήσει; Απάντηση δίνει για ακόμα μια φορά η προδοτική συμφωνία με την Αίγυπτο. Σε αυτήν, το ελληνικό ΥΠΕΞ αναγνώρισε μηδενική επήρεια στα νησιά Χρυσή και Κουφονήσι, γκριζάροντας de facto τις θάλασσες ανατολικά της Ρόδου. Η μηδενική επήρεια στο Κουφονήσι των 5,5 τ.μ., φωτογραφίζει το Καστελόριζο των 12 τ.μ., παραδίδοντάς το, βορά στα σαγόνια του αδηφάγου τουρκικού επεκτατισμού.

Όταν δείτε λοιπόν πιθανές μελλοντικές τουρκικές προκλήσεις στο σύμπλεγμα της Μεγίστης, μην περιμένετε τις ερμηνείες των εγκάθετων, σχετικά με τους λόγους της έντασης. Η απάντηση δόθηκε στο Κάιρο, στις 6 Αυγούστου 2020.

Ό,τι ήταν η συμφωνία της Λίμνης για τη Μακεδονία, είναι και οι συμφωνίες των Θαλασσών για το Αιγαίο και το Ιόνιο.

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης

Οι πολιτικοί και τα κοινοβούλια δεν δικαιούνται να παίρνουν αποφάσεις για την πανδημία

Μετά και τα τελευταία μέτρα για το υποτιθέμενο τρίτο κύμα της πανδημίας (πότε τελείωσε το δεύτερο;), οι πολίτες και η κοινωνία αγανακτούν εύλογα. Αγανακτούν με τους αυταρχικούς κυβερνώντες και τους ιδεοληπτικούς της αντιπολίτευσης που τους σιγοντάρουν.

Παράλληλα η παγκόσμια κοινωνία των πολιτών έχει αρχίσει να κάνει λόγο για «θύματα του lockdown». Σε αυτά δυστυχώς συγκαταλέγονται οι άνθρωποι με τις παθήσεις ως αποτέλεσμα των μέτρων εγκλεισμού, οι εθνικές οικονομίες, και οι πλέον αδύναμες κοινωνικές τάξεις και ομάδες.

Είναι αλήθεια πως η πανδημία είναι μία παγκόσμια απειλή. Όπως όμως είναι αλήθεια και το ότι η καταστροφική κυβέρνηση της ΝΔ αντί να διαχειριστεί την κρίση, επέλεξε να επιδοθεί στις παρακάτω δύο πρακτικές: 1) εγκληματική αδιαφορία και αδράνεια, και 2) αυταρχική επιβολή φασιστικών μέτρων με σκοπό την ταπείνωση και τον εξανδραποδισμό των πολιτών. Όλα τα άλλα περί «success story», είναι για τα κομματικά παραπαίδια του ξοφλημένου γαλάζιου παραμάγαζου.

Επιγραμματικά, αξίζει να αναφερθούν οι περιπτώσεις της συγκριτικής πλειοψηφίας των υπολοίπων χωρών, οι οποίες δεν πρόσβαλλαν τους πολίτες με τις υποτιμητικές «άδειες εξόδου» και τα φαιδρά ναζιστικά SMS, αλλά στήριξαν τις οικονομίες τους, με τα μαγαζιά να λειτουργούν μέχρι και στον χώρο της εστίασης, με τραπέζια σε εξωτερικούς χώρους, μικρά ποσοστά πληρότητας και τήρηση αποστάσεων. Στην Ελλάδα που γέννησε τη δημοκρατία, και που λόγω της καλοκαιρίας, θα μπορούσε τόσους μήνες η εστίαση να παραμείνει ανοιχτή, τα «γαλάζια κοράκια» αποφάσισαν δυστυχώς για εμάς, χωρίς εμάς και εναντίον μας.

Υπάρχει όμως μια πολύ μεγαλύτερη εικόνα από τους πολιτικάντηδες ψευτογιατρούς των υπουργείων και τους επιδημιολόγους με τις κομματικές ταυτότητες. Μία αλήθεια η οποία σαρώνει ακόμα και τις χώρες που δεν έλαβαν τέτοια απεχθή μέτρα: Οι πολιτικοί και τα κοινοβούλια δεν δικαιούνται να παίρνουν αποφάσεις για την πανδημία.

Έχουμε καταρρίψει εδώ και χρόνια τον μύθο περί κοινοβουλευτισμού και δημοκρατίας. Ο κοινοβουλευτισμός είναι ένα αντιδημοκρατικό πολίτευμα, το οποίο η πολιτική επιστήμη και ιστορία ορίζει ως μία ολιγαρχική πολιτειακή θέσμιση. Ασχέτως λοιπόν της πολυετούς προπαγάνδας, στην Ελλάδα δεν υπάρχει δημοκρατία.

Αυτό που υπάρχει, είναι κάτι ξοφλημένες ελίτ οι οποίες μας επιβουλεύονται, και διότι δεν έχουμε συνειδητοποιήσει ακόμα τη δύναμή μας, έτσι ώστε να τους ξετινάξουμε από πάνω μας, εκπαραθυρώνοντας από τη χώρα τον κοινοβουλευτισμό και τα κόμματα.

Αυτές οι σαθρές ελίτ της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ, κτλ, οι επαγγελματίες πολιτικοί του νεποτισμού και της ευνοιοκρατίας, δεν έχουν καμία δουλειά να αποφασίζουν για έναν κυρίαρχο λαό, επιβάλλοντάς του, ανελεύθερα και αντιδημοκρατικά μέτρα. Ακόμα και αν η απειλή είναι υγειονομική, παγκόσμια ή γαλαξιακή, μικρή σημασία έχει. Μια δράκα διεφθαρμένων ανεπάγγελτων, δεν έχουν το παραμικρό δικαίωμα να αποφασίζουν για τις ζωές των ελεύθερα σκεπτόμενων ανθρώπων. Και αν νομίζουν ότι το έχουν, να φροντίσουμε να το πληρώσουν αυτό.

Με ρώτησαν πρόσφατα πώς θα αντιμετώπιζαν οι αρχαίοι Αθηναίοι τα απεχθή και αυταρχικά μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας; Η απάντηση είναι απλή. Εάν τολμούσε κάποιος άρχων στην αρχαία Αθήνα να λάβει κάποια απόφαση για οποιοδήποτε ζήτημα, δίχως την προηγούμενη έγκριση των πολιτών, τότε θα χαρακτηριζόταν εχθρός της πόλης, χάνοντας πολιτικά δικαιώματα, περιουσία και πατρίδα.

Ακόμα και αν έφερνε τις προτάσεις του ενώπιον της Εκκλησίας του Δήμου, εάν αυτές ήταν τόσο καταστροφικές, μισητές και ανελεύθερες, τότε η μοίρα του «πολιτικού» θα ήταν εξίσου ζοφερή. Κάποιος εκ των δημοκρατικών πολιτών θα προχωρούσε σε γραφή «νόμον μή ἐπιτήδειον θεῖναι». Πρόκειται για μηνυτήρια αναφορά κατά πρότασης νόμου που διακρίνεται ως επιζήμια για την πόλη. Με το εν λόγω εργαλείο δημοκρατίας οι Αθηναίοι είχαν καταρρίψει στο παρελθόν κάθε σχέδιο νόμου που ήταν από ασύμφορο έως επικίνδυνο. Στην περίπτωση αυτή, η τιμωρία του πολιτικάντη δεν θα ήταν απλώς σκληρή, αλλά και παραδειγματική.

Κανείς δεν μπορεί να βλάψει τα συμφέροντα των πολιτών και της πόλης σε μια πραγματική δημοκρατία.

Με την ανακοίνωση της ποινής, όποιος προετοιμαζόταν στο μέλλον να προτείνει στους Αθηναίους παρόμοιες δουλείες ή μέτρα τα οποία προκαλούν γενικά την αποστροφή, τώρα θα το σκεφτόταν διπλά. Αυτοί οι αποτρεπτικοί μηχανισμοί ήταν άλλωστε η ασπίδα της πραγματικής δημοκρατίας.

Δεν ασυλία ή ατιμωρησία υπάρχει για όσους προτείνουν τον αφανισμό κοινωνικών ομάδων, τάξεων, κλάδων ή ενός ολόκληρου λαού. Στη δημοκρατία υπάρχει προσωπική ευθύνη όσων επιθυμούν να εμφανίζονται ως πολιτικά πρόσωπα. Ευθύνη και κόστος. Όχι μόνο πολιτικό αλλά και ποινικό. Υπάρχει λογοδοσία για επιβλαβείς και αντιδημοκρατικές πολιτικές προτάσεις.

Στην περίπτωση της αρχαίας Αθήνας, με το πέρας της γραφής, και της υποδειγματικής τιμωρίας του επίδοξου κοινωνικού ολετήρα και προδότη της εμπιστοσύνης των συμπολιτών του, θα έληγε η συνέλευση με τα ζυγισμένα λόγια του κήρυκα «έδοξε τη βουλή και τω δήμω».

Δηλαδή, λάβαμε αυτές τις αποφάσεις διότι έτσι φάνηκε σωστό, στον δήμο

Υπό την ανωτέρω έννοια, οι μόνοι που δικαιούνται να παίρνουν αποφάσεις για την πανδημία σε μια πραγματική δημοκρατία, είναι οι πολίτες. Οι πολίτες αφού ενημερωθούν από τους ειδικούς, ξεσκαρτάροντας τους επιστήμονες της δεκάρας και τα κομματικά φερέφωνα. Τότε και μόνο τότε, ο κυρίαρχος λαός μπορεί να λάβει ελεύθερα τις αποφάσεις του. Όντας αυτοδύναμη, η συνέλευση των πολιτών είναι η μόνη συλλογικότητα που μπορεί να αποφασίσει, αν χρειαστεί, τον προσωρινό περιορισμό της ελευθερίας της. Και αυτό γίνεται υπό τους δικούς της όρους, εφαρμόζεται από την συνέλευση και αίρεται όταν και πάλι το αποφασίσει η ίδια. Είναι αδιανόητο να βρίσκονται οι πολίτες στο έλεος των δυνάμεων ασφαλείας ή των ψευτογιατρών-πολιτικών μιας τυχάρπαστης κυβέρνησης. Ομοίως λαμβάνονται και οι αποφάσεις για τα εμβόλια, τις εταιρίες που θα επιλεγούν κτλ. Δεν περιμένουν οι πολίτες το διαχρονικά διεφθαρμένο κόμμα της ΝΔ, να μας επιβάλλει τις επιλογές του.

Έτσι λειτουργεί μια πραγματική δημοκρατία. Αυτό μπορεί να είναι το μέλλον της πατρίδας μας, αν το επιθυμούμε. Αν πατάξουμε και εξοβελίσουμε κοινοβουλευτισμό και κόμματα. Τότε οι πολιτικοί θα είναι υποχρεωμένοι να μας ακούν και να εκτελούν τις εντολές μας. Να υπηρετούν δηλαδή την κοινωνία και τον πολίτη. Όχι τα ξένα και σκοτεινά κέντρα, όπως συμβαίνει σήμερα.

Το δέλτα είναι το κίνημα που μάχεται για την αναγέννηση της δημοκρατίας στην Ελλάδα. Πάρε μέρος στην προσπάθειά μας για ελευθερία και ανεξαρτησία στέλνοντας μήνυμα στο [email protected]

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης

Οι συμφωνίες για Ιόνιο και Αιγαίο ήταν χειρότερες και από τις Πρέσπες

Ο Σύριζα πούλησε τη Μακεδονία, και η ΝΔ ξεπούλησε το Αιγαίο και το Ιόνιο Πέλαγος.

Τις τελευταίες μέρες βιώσαμε μια μοναδική εξαπάτηση από το σαθρό πολιτικό κατεστημένο της ΝΔ και του παρακράτους που έχει στήσει στα μέσα ενημέρωσης. Πρόκειται για γνωστά δημοσιογραφικά φιλοκυβερνητικά παραμάγαζα, τα οποία στήθηκαν με χρήματα φορολογουμένων.

Αναφέρομαι βέβαια στην προδοσία του Αιγαίου η οποία επιχειρήθηκε να παρουσιαστεί ως θρίαμβος. Ακριβώς δηλαδή ό,τι συνέβη δυο μήνες πριν, κατά την υπογραφή της εξίσου προδοτικής συμφωνίας με την Ιταλία, η οποία ξεπούλησε το Ιόνιο πέλαγος.

Δεν θα σταθώ στο δημοσιογραφικό κύκλωμα το οποίο εξαγοράστηκε με τα χρήματα της καμπάνιας ενημέρωσης για τον covid, και το οποίο σήμερα νομιμοποιεί και ξεπλένει τις εθνικές μειοδοσίες.

Δεν θα αναφερθώ ούτε στους ψευτοαναλυτές, ούτε και στους εξωνημένους – εξαγορασμένους οι οποίοι βυζαίνοντας το «γαλάζιο» γάλα, λησμόνησαν έθνος και πατρίδα.

Θα σταθώ όμως στο βαριά ανθελληνικό πολιτικό προσωπικό της ΝΔ, το οποίο πρέπει να λογοδοτήσει για τη μαύρη προδοσία του Αιγαίου και του Ιονίου.

Αρχικά για πρώτη φορά στην ιστορίας της, η Ελλάδα αποδέχτηκε πλήρως τις τουρκικές θέσεις. Διαβάστε αναλυτικά το μέγεθος της καταστροφής:

  1. Μειωμένη επήρεια νησιών σε ΑΟΖ. Αυτό συνέβη με την Ελληνο-ιταλική συμφωνία η οποία απέδωσε μειωμένη επήρεια στα Διαπόντια νησιά και τις Στροφάδες. Η κατάσταση ξεχείλωσε με τη συμφωνία με την Αίγυπτο, η οποία απέδωσε μειωμένη επήρεια σε Κάσο, Κάρπαθο, Ρόδο, και στο μεγαλύτερο Ελληνικό νησί, την Κρήτη! Να σημειωθεί πως ενώ η επίσημη Τουρκική θέση είναι πως τα νησιά είναι «αόρατα» και ως εκ τούτο δεν έχουν δικαιώματα ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας, η Άγκυρα είναι διατεθειμένη να αποδεχτεί σε ένα βαθμό, «ημιδιάφανα» ελληνικά νησιά, και υπό αυτό το σκεπτικό το Ελληνικό ΥΠΕΞ ικανοποίησε τις τουρκικές διεκδικήσεις. Όμως για να είναι σίγουροι οι νεοδημοκράτες, δεν δίστασαν να αποδώσουν μηδενική επήρεια στο Κουφονήσι (!), ακριβώς δηλαδή αυτό που αποζητεί η γειτονική χώρα και για το Καστελλόριζο, εξευμενίζοντας έτσι μέχρι και τους γκρίζους λύκους της Τουρκίας!
  2. Με την παράνομη, βάσει του διεθνούς δικαίου, τμηματική οριοθέτηση που πραγματοποίησε με την Αίγυπτο, η Ελλάδα αποδέχτηκε «ειδικές περιπτώσεις» και «αμφισβητούμενες» περιοχές στο Αιγαίο, οι οποίες πρέπει να εξετάζονται «κατά περίπτωση». Ακριβώς δηλαδή ό,τι υποστηρίζει η Άγκυρα.
  3. Εγκαταλείφθηκε η αρχή της μέσης γραμμής. Καταργηθείσα μέσω της συμφωνίας με την Αίγυπτο, η μέση γραμμή αποτελούσε διαχρονική θέση, αλλά και ιστορική κόκκινη γραμμή της Ελλάδας. Ταυτόχρονα, η χώρα μας υιοθέτησε για πρώτη φορά την εθνικά επιζήμια αρχής της αναλογικότητας, που υποστηρίζει η Τουρκία, και οδηγεί στην λύση της «ευθυδικίας» στο Αιγαίο, καθιστώντας το Αρχιπέλαγος, Τουρκική λίμνη.
  4. Ειδικά προνόμια και παροχές σε ξένους ψαράδες εντός ελληνικής ΑΟΖ. Σε μία αδιανόητη κίνηση, έλληνας και Ιταλός ΥΠΕΞ αποφάσισαν την «ισόρροπη και βιώσιμη διαχείριση» των ελληνικών πόρων! Η περιοχή που παρεχωρήθη (από τα 6 έως τα 12 ν.μ.) αποτελεί μάλιστα αιγιαλίτιδα ζώνη της Ελλάδας, βάσει δικαιώματος εκ του διεθνούς δικαίου εκπορευόμενο, και συνεπώς δεν μιλάμε απλώς για μειοδοτική παραχώρηση κυριαρχικού δικαιώματος, αλλά για προδοτική εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας. Πρόκειται για τα παρόμοια ειδικά προνόμια που διεκδικούν και λογικά θα λάβουν και οι Τούρκοι για τους ψαράδες τους στο Αιγαίο, έξω από τη Σύρο, τη Μύκονο, κτλ.
  5. Σε συνέχεια του ανωτέρω, η ελληνική κυβέρνηση αποδέχθηκε δημόσια τη συνεκμετάλλευση και «από κοινού ανάπτυξη» (joint development) των εθνικών μας πόρων και του Ελληνικού πλούτου με τρίτες χώρες. Κάτι το οποίο αποτελεί βασική στρατηγική των Τούρκων για την περιοχή.
  6. Γκριζάρισμα της περιοχής ανατολικά του 28ου Μεσημβρινού. Όχι μόνο αυτό, αλλά η Ελλάδα «φωτογράφισε» τις περιοχές που αναγνωρίζει ως αμφισβητούμενες, μέσω της συμφωνίας με την Αίγυπτο. Η προδοτική αυτή συμφωνία, εγκατέλειψε de jure τη Ρόδο και το σύμπλεγμα της Μεγίστης, ενώ η εισβολή και ανενόχλητη επέλαση του Oruc Reis στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, επιβεβαίωσε de facto την εν λόγω εγκατάλειψη.
  7. Εγκατάλειψη της Κύπρου και της ένωσης των ΑΟΖ των δύο κρατών του Ελληνισμού. Αυτό πραγματοποιήθηκε μέσω της Ελληνο-Αιγυπτιακής συμφωνίας, και της ιταμής δουλείας που η συμφωνία επέβαλε, θέτοντας τη χώρα μας στο έλεος του Καΐρου, για να οριοθετήσει η Ελλάδα την ΑΟΖ της με την Κύπρο.

Τόσο απλά και έντεχνα η ΝΔ μίκρυνε την Ελλάδα, χωρίς να πέσει ούτε μια τουφεκιά.

Συγκεφαλαιώνοντας, οι προδοσίες, επί της ουσίας, δεν είναι μια αλλά δύο. Η πρώτη είναι το ταυτόχρονο ξεπούλημα της εθνικής μας κυριαρχίας στους Ιταλούς και των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων στην Αίγυπτο. Ξεπούλημα που πραγματοποίησε η ΝΔ δίχως να έχει την παραμικρή νομιμοποίηση να δεσμεύσει τις επόμενες γενιές Ελλήνων. Η δεύτερη είναι η κατά τα φαινόμενα σκόπιμη επιλογή της Αιγύπτου, αντί της Κύπρου για οριοθέτηση στο ανατολικό Αιγαίο, πιθανώς και με αποκλειστικό στόχο να θυσιαστεί η Μεγίστη, ίσως και η Ρόδος, στα τουρκικά σαγόνια. Με την ελπίδα να κατευναστεί το θηρίο, να αποφευχθεί η κρίση, και να μην πέσουν από τις καρέκλες τους οι καρεκλοκένταυροι και κρατικοδίαιτοι δεξιοί ολετήρες. Ίσως δηλαδή να βιώσαμε το θεατρικό δράμα εφαρμογής των συμφωνηθέντων του Βερολίνου. Έτσι εξηγείται και η σιωπηρή αποδοχή των ενεργειών του Oruc Reis εντός της Ελληνικής υφαλοκρηπίδας.

Άρα μιλάμε ανοιχτά και για μία καραμπινάτη περίπτωση κατευνασμού του εξ ανατολών φασίστα. Η κυβέρνηση των ανδρείκελων του Μαξίμου, επέλεξε την Αίγυπτο, τρεμάμενη για τις πιθανές αντιδράσεις των Τούρκων απέναντι στην ενωμένη ΑΟΖ Ελλάδας – Κύπρου. Εν έτει 2020, κυβέρνηση η οποία βάζει την πολιτική της επιβίωση πάνω από τα εθνικά θέματα, και κατευνάζει την ιμπεριαλιστική Τουρκία, πρέπει να κηρύττεται αυτομάτως έκπτωτη από την κοινωνία.

Με βάση λοιπόν τα παραπάνω, το πακέτο συμφωνιών για το Ιόνιο και το Αιγαίο είναι πιο προδοτικό και από τις Πρέσπες. Πρόκειται για μια εθνική πανωλεθρία.

Και αυτό διότι η προδοσία των Ελληνικών θαλασσών από την ΝΔ δεν είναι κάτι μελλοντικό, αλλά κάτι πολύ απτό και άμεσο. Πρόκειται για σαφή, ρητή και άμεση απώλεια εθνικής κυριαρχίας, εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, οικονομικού πλούτου και εθνικής ισχύος. Οδηγεί μεσοπρόθεσμα μέχρι και σε απώλεια κυριαρχίας επί μικρονήσων και νησίδων στο Αιγαίο. Ενίσχυσε δε, τον ισχυρό, επεκτατικό, διαχρονικό και προκατακλυσμιαίο αντίπαλο του Ελληνισμού – την ανθρωποφάγα Τουρκία.

Με δυο μονοκονδυλιές του Δένδια, μίκρυνε ο θαλάσσιος χώρος της πατρίδας μας.

Μετά τις Πρέσπες, πολλοί προέβλεψαν πως ο Μητσοτάκης, με το βαριά ενοχοποιητικό επίθετο και τη δεινή μειοδοτική ιστορία του κόμματός του, θα πρόδιδε είτε την Κύπρο, είτε το Αιγαίο, είτε τη Θράκη. Δυστυχώς ξεπούλησε το Αιγαίο και το Ιόνιο Πέλαγος μαζί.

Μετά τις Πρέσπες, καλέσαμε την επόμενη πατριωτική κυβέρνηση (όποτε και αν αυτή έρθει), να φέρει ενώπιον της δικαιοσύνης τους αρχιπροδότες Τσίπρα – Κοτζιά – Καμμένο, και άπαξ διαπιστωνόταν η διαφθορά και ο χρηματισμός αξιωματούχων, να ακύρωνε μονομερώς την κατάπτυστη λιμνοσυμφωνία.

Κάτι τέτοιο όμως είναι δύσκολο να συμβεί για τις μειοδοσίες της ΝΔ. Για τον λόγο αυτό, πρέπει να θεσμοθετηθεί νέος νόμος κατά της προδοσίας του έθνους από πολιτικούς, με βαρύτατες ποινές και αναδρομική ισχύ. Αυτό περιλαμβάνει και την αναθεώρηση του κατάπτυστου συντάγματος της Ελλάδας (αρθ. 27§1 και 28§3), το οποίο επιτρέπει στον κάθε τυχάρπαστο και αργυρώνητο πολιτικό, να βγάζει στο κλαρί τα ιερά εδάφη της πατρίδας μας.

Θυμηθείτε ότι είστε Ελληνίδες και Έλληνες πολίτες και αναθαρρήστε. Αντισταθείτε με όλη σας τη δύναμη απέναντι στους γραικύλους με τις γραβάτες, καταψηφίστε και απομακρύνετε τα στελέχη της ΝΔ από τους συμμετοχικούς φορείς της κοινωνίας, αποκλείστε τους από πάνελ, εκδηλώσεις και τιμητικές διακρίσεις, καταδικάστε λεκτικά και ηχηρά τα έμμισθα κομματικά φερέφωνα και τους τυφλούς οπαδούς που τους υποστηρίζουν, και απειλείστε με αιώνιο εκλογικό «μαύρο», όποιον μίσθαρνο Εφιάλτη τολμήσει και υπερψηφίσει τα δύο αυτά μιάσματα στο Στάβλο του Αυγεία που λέγεται ελληνική βουλή. Μην τους αφήσετε σε χλωρό κλαρί.

Η πατρίδα μας αποτελεί παρακαταθήκη, κερδισμένη με θυσίες, ιδρώτα και αίμα. Είναι δικό μας χρέος να την παραδώσουμε ισχυρότερη και όχι αποψιλωμένη.

Αγωνιστείτε.

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης

Αθήνα, η «μεγάλη κομπίνα»

Η Αθήνα είναι μια πόλη που πεθαίνει.

Και ηθικά, και πολιτιστικά, και οικονομικά, αλλά κυρίως πολιτικά μιας και το ψάρι βρωμάει από την κάρα.

Ένας απίστευτος τύπος, ξενόμυαλος και ξενολάγνος, ο οποίος συνηθίζει να παπαγαλίζει δηθενιές και ψευτοπροοδευτικά της ηθικά χρεωκοπημένης εκδοχής της δύσης, φυτευτός από την οικογένεια του, επί της ουσίας διορισμένος δήμαρχος από τον θείο του, ανέλαβε να ξεπαστρέψει ό,τι είχε απομείνει σε αυτή τη δύσμοιρη πόλη. Δύσμοιρη, διότι χειμάζεται διαχρονικά από ανίκανους δημάρχους, ο ένας χειρότερος του άλλου, με αποκορύφωμα τώρα, τον Μητσοτάκη τον νεότερο.

Πρόκειται για τον ορισμό του κακομαθημένου δελφίνου, ατάλαντου και άεργου, μεγαλωμένου στην τρυφηλή ζωή και τη γαλάζια γυάλα. Η οικογένειά του, η οποία παρασιτεί εις βάρος της χώρας μας εδώ και δεκαετίες, του έδωσε τώρα την Αθήνα για να «παίξει» και να πειραματιστεί, προετοιμάζοντάς τον για τα κυβερνητικά σαλόνια της διαφθοράς και της διαπλοκής. Εκεί, οι δεξιοί βαστάζοι της φαμίλιας και του κόμματος, του έχουν από τώρα στρωμένα κόκκινα χαλιά, και αδημονούν να τον αναδείξουν μελλοντικό πρωθυπουργό, ως Μητσοτάκη τον Γ’.

Δική του λοιπόν προσωπική ευθύνη ήταν η εμετική και ιδεοληπτική αθλιότητα με τους χριστουγεννιάτικους στολισμούς σε στυλ σήματα Μορς, τα οποία ο ίδιος και οι φίλοι του – οι κομπλεξικοί από το ίδρυμα Ωνάση – τόλμησαν να μας τα «πουλήσουν» κιόλας, βαφτίζοντάς τα «ιντάστριαλ ινσταλέισονς» και «κόνσεπτς».

Προσωπική του ευθύνη το τερατούργημα της πλατείας Ομονοίας, κοστοβόρο άνευ λόγου και προηγουμένου, δίχως την παραμικρή ελληνική νότα ή χαρακτηριστικό (στην καρδιά της πρωτεύουσας της Ελλάδος υπογραμμίζω), με φιέστα και χαριεντισμούς με τους παπαράτσι, εν μέσω καθολικού εγκλεισμού, που απ’ ότι φαίνεται ίσχυε μόνο για τους πολίτες.

Μεγάλο μερίδιο ευθύνης έχει και για την πρόσφατη αθλιότητα στην πλατεία Βικτωρίας, με τους μετανάστες οι οποίοι απελευθερώθηκαν από τον εφιάλτη που ο θείος του έστησε στη Μόρια, για να βρεθούν τώρα να ζουν σαν τρωγλοδύτες στην πόλη μας, και να εξαθλιώνουν τη ζωή και το επίπεδο όλων.

Προσωπική του ευθύνη, και το έως τώρα “magnum opus” αυθαιρεσίας και διαπλοκής, ο «μεγάλος περίπατος» με την πεζοδρόμηση του κέντρου, ο οποίος πολύ σύντομα κατέληξε να αποτελεί μια «μεγάλη κομπίνα». Τι άλλο θα περίμενε κανείς όμως από αυτή την ευγενή φαμίλια;

Δίχως ουσιαστική μελέτη, στρατηγική και όραμα για τις κυκλοφοριακές επιπτώσεις, αποφάσισε χωρίς καμία νομιμοποίηση, να καταστρέψει την Αθήνα. Αρχικά, επιδιώκοντας να περάσει τον αυταρχισμό του (τον οποίο προφανώς του τον μετέδωσε το σόι), επιχείρησε να μας υποβάλει σε διαδικασία αποστολής μηνύματος (SMS), ζητώντας την άδειά του για να κυκλοφορήσουμε στην πόλη μας. Με το ίδιο απολυταρχικό σκεπτικό, δήλωσε θρασύτατα πως «δεν θέλουμε τη διέλευση στο κέντρο χωρίς λόγο και αιτία». Προφανώς, το αν έχουμε αρκετά καλό λόγο, θα το κρίνει ο φαντασμένος δελφίνος και τα παιδαρέλια της ΟΝΝΕΔ που του κάνουν τα βιντεάκια και τα social media.

Το χειρότερο όμως είναι πως, όπως όλοι οι γαλάζιοι, ο δελφίνος δεν ενδιαφέρεται πραγματικά για την κοινωνία και τους πολίτες της. Το σχέδιο «ανάπλασης» της πόλης δεν αποσκοπεί στην πεζοδρόμηση και την υποτιθέμενη ευκολότερη πρόσβαση των πολιτών, αλλά στην διαφθορά, τον χρηματισμό και την αξιοποίηση δημόσιας περιουσίας, ωσάν
να ήταν ιδιωτική. Με αδιαφανείς και τσαπατσούλικες διαδικασίες, υπερκοστολογήσεις και εξυπηρετήσεις, η δήθεν προσπάθεια «ένωσης του κέντρου με το ιστορικό κέντρο της πόλης» (την Πλάκα), όλως τυχαίως άφησε απέξω την μοναδική λεωφόρο που πραγματικά διασυνδέει το ιστορικό κέντρο – την οδό Σταδίου! Αντί λοιπόν να πεζοδρομήσει τη Σταδίου η οποία και συνδέει και έχει και πραγματικό πρόβλημα ερήμωσης και εγκληματικότητας, λόγω της υποβάθμισης που έχει δεχθεί από το δημαρχείο, ο δελφίνος επέλεξε περιέργως να τη λησμονήσει παντελώς, πεζοδρομώντας την ήδη ακμάζουσα Πανεπιστημίου!

Πρόκειται μάλιστα για το ίδιο σχέδιο – κομπίνα, που είχε προσπαθήσει πριν κάποια χρόνια να μας επιβάλλει από το πουθενά, το ύποπτο Ίδρυμα Ωνάσης. Κάποιοι τότε είχαν μιλήσει για συμφέροντα και τραπεζοκαθίσματα στην Πανεπιστημίου, αλλά το Ίδρυμα δεν είχε την περίοδο εκείνη τον δικό του άνθρωπο στον δημαρχικό θώκο. Και έτσι ξεκινάει η «μεγάλη κομπίνα».

Ενημερωτικά, για την περίπτωση της πεζοδρόμησης της Σταδίου (και όχι της Πανεπιστημίου), ο αρχιτέκτονας Δημήτρης Κονταργύρης αναφέρει πως «η πρόταση για πεζοδρόμηση της οδού Σταδίου επιτρέπει την πλήρη και όχι μερική πεζοδρόμηση της οδού, η οποία βρίσκεται σε άμεση επαφή με το Εμπορικό Τρίγωνο, καθώς και τη συνένωση της κάτω πλευράς της πλατείας Συντάγματος με την αρχή της οδού Ερμού, δημιουργώντας έναν τεράστιο ενιαίο δημόσιο χώρο». Αυτό θα είχαμε σε μια δημοκρατία.

Η χώρα αυτή είναι η γενέτειρα της δημοκρατίας. Πρέπει να είναι κανείς εντελώς εξανδραποδισμένος ή έστω αφελληνισμένος για να υποστηρίζει δίχως ντροπή τους μητσοτάκηδες και την οικογενειοκρατία. Ντροπή και αίσχος.

Αγωνιστείτε για να πετάξουμε τους μητσοτάκηδες κάθε μορφής, χρώματος και ηλικίας, μια και καλή, εκτός πολιτικής ζωής της χώρας μας.

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης

Κατά την επιδημία πανώλης το 1828, ο Καποδίστριας αρνήθηκε να επιβάλει απαγόρευση κυκλοφορίας

Διαβάστε στο παρακάτω άρθρο – μελέτη από τα Θέματα Ελληνικής Ιστορίας, τα μέτρα που πήρε ο Κυβερνήτης για την αντιμετώπιση της φονικής και καταστροφικής πανώλης που μάστιζε την περιοχή το 1828. Δείτε αναλυτικά τους περιορισμούς υγείας, και θα παρατηρήσετε πως ο τελευταίος Έλλην πολιτικός, έλαβε όλα τα απαραίτητα μέτρα με περιορισμούς και καραντίνα σε όσους φαίνεται ότι νοσούσαν, αλλά αρνήθηκε να επιβάλει καθολική απαγόρευση κυκλοφορίας στους πολίτες, όπως βιώνουμε αυταρχικώ τω τρόπω σήμερα.

ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΜΑΣ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ:

Πρόλογος – Η εμφάνιση της επιδημίας πανώλης στον ελλαδικό χώρο 

Μετά την καταστροφή του τουρκοαιγυπτιακού στόλου στο Ναυαρίνο στις 20 Οκτωβρίου 1827, η κατάσταση στο ελληνικό στρατόπεδο παρέμενε τραγική, καθώς δεν υπήρχαν ούτε τρόφιμα ούτε χρήματα όχι μόνο για να κινηθούν τα στρατεύματα, αλλά ούτε καν για να τραφεί ο πληθυσμός που πλέον λιμοκτονούσε. Η ελληνική επικράτεια είχε συρρικνωθεί στο Άργος, το Ναύπλιο, τη Μάνη, τις Σπέτσες και τα Ψαρά. Τα στρατεύματα της Στερεάς Ελλάδας λυμαίνονταν την Κορινθία καθώς δεν είχαν καθόλου πόρους. Η παραγωγική βάση όλων των επαναστατημένων χωρών είχε σχεδόν εκμηδενιστεί και οι Έλληνες φυτοζωούσαν χάρις τα εμβάσματα που έφταναν αφειδώς από τα φιλελληνικά κομιτάτα της Ευρώπης. Ο Ιμπραήμ ίσως είχε καταστεί ακίνδυνος, αλλά παρέμενε ενεργός και συνέχιζε το καταστροφικό του έργο στην Πελοπόννησο στο μέτρο των δυνάμεών του. Ο επταετής Αγώνας είχε αυξήσει δραματικά τις χήρες, τα ορφανά και τους ανάπηρους που είχαν ανάγκη άμεσης βοήθειας και κρατικής μέριμνας, ενώ το εμπόριο των ναυτικών νησιών είχε εκμηδενιστεί και πολλοί πλοιοκτήτες είχαν στραφεί ανοικτά στην πειρατεία. Έτσι η έλευση του Καποδίστρια στις 8 Ιανουαρίου 1828 στο Ναύπλιο αντιμετωπίστηκε από όλους τους Έλληνες ανεξαιρέτως, ως σωτήριο γεγονός, καθώς πλέον η κατάσταση είχε αποβεί δραματική.  Πολύ σύντομα ο Καποδίστριας είχε καταφέρει να θεμελιώσει εκ του μηδενός λίγους βασικούς θεσμούς της νέας ελληνικής πολιτείας και να ενεργοποιήσει εκ νέου τον ελληνικό λαό. Το ανορθωτικό έργο του κυβερνήτη διακινδύνευσε προσωρινά από την αιφνιδιαστική επιδημία πανώλης που έπληξε πολλά σημεία των χωρών που είχαν ελευθερωθεί ως τότε. Η επιδημία πανώλης ενέσκηψε αρχικά στην Ύδρα τον Απρίλιο του 1828 από το πλήρωμα του υδραϊκού πλοίου “Αφροδίτη”, σε ένα ταξίδι μεταφοράς αιχμαλώτων από την Αίγυπτο στη Μεθώνη. Τα μέλη του πληρώματος προσβλήθηκαν από την πανώλη που θέριζε τον πληθυσμό της Αιγύπτου και οι περισσότεροι πέθαναν. Αρχικά από τη Μεθώνη η πανώλη διαδόθηκε στα στρατεύματα του Ιμπραήμ, με αποτέλεσμα μετά τα μέσα Απριλίου να πεθαίνουν 20 με 30 στρατιώτες την ημέρα, ενώ ο ίδιος ο Ιμπραήμ αναγκάστηκε να περιοριστεί σε ένα πλοίο του ώστε να μην προσβληθεί ο ίδιος.

Τα πρώτα κρούσματα επιδημίας στην Ύδρα και τα πρώτα περιοριστικά μέτρα (Απρίλιος 1828)
 Δυστυχώς όμως, η πανώλη επεκτάθηκε και στην Ύδρα και ήδη στις 17 Απριλίου 1828 είχαν σημειωθεί τα πρώτα κρούσματα στο νησί. Ο Καποδίστριας, έχοντας σπουδάσει ο ίδιος ιατρική, δεν υποτίμησε τον κίνδυνο, αλλά απέστειλε τον γιατρό Σπυρίδωνα Καλογερόπουλο στο νησί με εντολή να λάβει αυστηρά μέτρα για τον περιορισμό της επιδημίας. Ο Καλογερόπουλος σύστησε μια πενταμελή επιτροπή από ντόπιους προκρίτους και τους επιφόρτισε να επιβάλλουν τα ακόλουθα μέτρα: α) να απομακρυνθούν από την πόλη και να μπουν σε καθαρτήριο οι οικογένειες όσων είχαν νοσήσει, β) να οριστούν συγκεκριμένοι “μόρτηδες” που θα θάβουν τους νεκρούς από τη νόσο και θα απολυμαίνουν τα σπίτια τους, γ)  να υπάρχει ισχυρή επαγρύπνηση στις επαφές των συγγενών των νοσούντων σε δημόσιους χώρους, δ) να κλείσουν οι εκκλησίες, ε) να καίγονται τα ρούχα όσων είχαν πεθάνει από τη νόσο, ε) όσοι ήταν ύποπτοι ότι είχαν τη νόσο αλλά δεν την είχαν εκδηλώσει, να μπαίνουν σε καραντίνα για 50 ημέρες.Οι πρόκριτοι της Ύδρας συμμορφώθηκαν με τις υποδείξεις στέλνοντας ευχαριστήρια επιστολή στον κυβερνήτη για τη βοήθεια, όμως παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις τους, τα κρούσματα της επιδημίας αυξάνονταν τόσο στην Ύδρα, όσο και στις Σπέτσες και τα γύρω νησιά. Ο Καποδίστριας παρακολουθούσε το ζήτημα, καθώς η έξαρση της επιδημίας σε συνδυασμό με την πείνα και τη συνέχιση του πολέμου, επιβράδυναν τις προσπάθειες του για την ανόρθωση της Ελλάδας. Για τον λόγο αυτό έλαβε αυστηρότερα μέτρα βάζοντας την Ύδρα και τις Σπέτσες σε καραντίνα για 40 μέρες με την αυστηρή διαταγή να μην βγαίνει οτιδήποτε από τα νησιά που είχαν πληγεί, είτε προϊόν είτε άνθρωπος. Η πρόθεση του ήταν να δημιουργήσει μια ζώνη με λέμβους στις οποίες θα επιβίβαζε στρατιώτες του Τακτικού υπό τον Φαβιέρο για να ζώσει τα δύο νησιά και να σφίξει τον αποκλεισμό. Επειδή όμως φαίνεται ότι δεν διέθετε τους οικονομικούς πόρους για κάτι τέτοιο, στις αρχές Μαΐου 1828, ο ίδιος ο Καποδίστριας επισκέφθηκε την Ύδρα σε μια προσπάθεια να ευαισθητοποιήσει τις Αρχές του νησιού και τους κατοίκους να τηρήσουν τους κανόνες της καραντίνας.  Όμως παρά τα περιοριστικά μέτρα που πάρθηκαν, σύντομα η επιδημία είχε μεταφερθεί στις Σπέτσες, στον Πόρο, στην Χαλκίδα, στα Μέγαρα, στα Καλάβρυτα και στην Αργολίδα. 

Η επιδημία εξαπλώνεται – νέα αυστηρότερα περιοριστικά μέτρα από τον Βιάρο Καποδίστρια (Μάιος 1828)

Βιάρος Καποδίστριας

Μετά τη διάδοση και στην Πελοπόννησο, ο Καποδίστριας απέστειλε τον αδερφό του Βιάρο στην Ύδρα, ως έκτακτο υγειονομικό επίτροπο με δικτατορικές αρμοδιότητες και με 60.000 γρόσια ως επιχορήγηση για την άσκηση της κρατικής πολιτικής. Ο Βιάρος αμέσως αυστηροποίησε την καραντίνα διορίζοντας επιστάτες επιφορτισμένους με το έργο να επισκέπτονται κάθε μέρα όλα τα σπίτια του νησιού ψάχνοντας για νέα κρούσματα. Αν συναντούσαν ασθενή, όφειλαν να τον περιορίσουν στο σπίτι του. Οι επιστάτες των λιμανιών όφειλαν να εμποδίζουν τον απόπλου όλων των πλοίων εκτός των αλιευτικών, ενώ καθόριζε μια νέα αγορά για προμήθειες με νέους αυστηρούς κανόνες υγιεινής. Οι Υδραίοι εξοργίστηκαν με τον αυταρχισμό του Βιάρου ζητώντας να χαλαρωθούν τα μέτρα που είχαν καταστρέψει το εμπόριο του νησιού, αλλά αυτός δεν έδωσε σημασία στις παρακλήσεις τους, υποστηριζόμενος και από τον κυβερνήτη που ήθελε πάση θυσία να εμποδίσει τη διάδοση της νόσου.Ο Καποδίστριας έμαθε για την αντιπολιτευτική διάθεση των προκρίτων της Ύδρας και απέστειλε επιστολή στον Βιάρο, ζητώντας του να είναι φιλικότερος με τους ντόπιους, να τους εξηγεί τους λόγους των αυστηρών μέτρων και να τους υπενθυμίσει τις μεγάλες δαπάνες που κάνει η κυβέρνηση υπέρ αυτών σε εποχή απόλυτης αχρηματίας του κράτους. Στο τέλος της επιστολής ο Καποδίστριας επιβεβαίωνε το γεγονός ότι δεν θα επέτρεπε καμία εμπορική δραστηριότητα στα δύο νησιά αν αυτά δεν έμεναν χωρίς κρούσματα επιδημίας για τουλάχιστον 40 ημέρες συνεχόμενες. Θέλοντας να εξαλείψει γρηγορότερα την πανώλη, στις 19 Μαΐου 1828 ο Καποδίστριας επέκτεινε την καραντίνα των νησιών στα παράλια της Αττικής, στην Εύβοια και στον κόλπο του Βόλου. Μια ναυτική μοίρα ανέλαβε την υποχρέωση να επιτηρήσει τις περιοχές αυτές και να μην επιτρέψει σε κανένα πλοίο να παραβιάσει τον αποκλεισμό. Όλα αυτά τα αυστηρά μέτρα σύντομα απέδωσαν καρπούς στην Ύδρα και η επιδημία εξαλείφθηκε πλήρως στο νησί  κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. 

Οι προσπάθειες του Ελβετού γιατρού Andre – Louise Gosse να καταπολεμήσει την επιδημία στον Πόρο, στα Μέγαρα και την Αίγινα (Μάιος – Αύγουστος 1828)

Η επιδημία όμως είχε παρουσιάσει τα περισσότερα κρούσματα στον Πόρο και αυτό ανάγκασε τον Καποδίστρια να επιφορτίσει τον διάσημο Ελβετό γιατρό Andre-Louise Gosse με την αρμοδιότητα να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα υγειονομικού χαρακτήρα ώστε να περιοριστεί και να καταπολεμηθεί η επιδημία και στα υπόλοιπα νησιά εκτός της Ύδρας και των Σπετσών. Ο Gosse αφού μελέτησε τα κρούσματα και κατέληξε στην μορφή της επιδημίας, διέταξε την έξοδο των αρρώστων από τα σπίτια και την τοποθέτηση τους κάτω από την σκιά φυλλωμάτων σε απόσταση έξι μέτρων του ενός από τον άλλο. Παράλληλα χρησιμοποίησε την ιατρική τεχνική της “καυτηρίασης των οιδημάτων” που εμπόδισε την εξάπλωση της επιδημίας, όρισε λοιμοκαθαρτήρια, επέβαλλε την καύση των ρούχων των νεκρών, την ματαίωση των εκκλησιασμών, κλείσιμο των καφενείων κτλ.  

Τα περιοριστικά μέτρα συντέλεσαν στην καταπολέμηση της επιδημίας και στον Πόρο και γενικότερα ο Gosse επέδειξε έναν ζήλο που οφειλόταν όχι μόνο στον αδιαμφισβήτητο ανθρωπισμό του αλλά και στο επιστημονικό ενδιαφέρον που παρουσίαζε η καταπολέμηση της επιδημίας. Ο Καποδίστριας ενημερωνόταν λεπτομερώς για τις προσπάθειες του Ελβετού γιατρού και με επιστολή του στον προσωρινό διοικητή του Πόρου, του συνιστούσε να συμμορφώνεται με τις οδηγίες του Gosse (Γόσσο ανέφερε τον γιατρό) ώστε να καταπολεμηθεί η επιδημία. Επίσης η κυβέρνηση μερίμνησε ώστε να αγοραστούν από τη Βενετία τα αναγκαία φάρμακα και να μεταφερθούν στον Πόρο υπό την ευθύνη του Τομπάζη. Ο Gosse κατέγραψε τα συμπτώματα της επιδημίας και τις θεραπείες που ακολούθησε στην Ελλάδα για να τις καταπολεμήσει, σε χωριστές ιατρικές μελέτες που εκδόθηκαν στην Ελβετία. Οι μελέτες αυτές αποτέλεσαν σημαντικές πηγές πληροφόρησης τον 19ο αιώνα για την ίαση της πανώλης παγκοσμίως ενώ  συγκεντρώνουν το επιστημονικό ενδιαφέρον και πωλούνται τόσο από βιβλιοπωλεία όσο και από το διαδίκτυο μέχρι και στις μέρες μας. Με ένα επιτελείο από βοηθούς που του είχε διατεθεί, ο Gosse ταξίδευε με αυτοθυσία σε όλες τις πανωλόπληκτες περιοχές (κυρίως τον Πόρο, την Αίγινα και τα Μέγαρα) προσπαθώντας να καταπολεμήσει την αρρώστια. Δυστυχώς όμως στην προσπάθεια του αυτή και υπό αντίξοες καιρικές συνθήκες και υψηλές θερμοκρασίες προσβλήθηκε ο ίδιος από κακοήθη πυρετό τον Αύγουστο του 1828. Και ενώ αρχικά πίστεψε πως δεν είναι κάτι σοβαρό, η κατάσταση του επιδεινώθηκε απότομα και ο Gosse κινδύνεψε να χάσει την ζωή του. Σώθηκε κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή καθώς η αρρώστια υποχώρησε με την χρήση κινίνου και την παραμονή του σε ένα απομονωμένο μοναστήρι στον Πόρο. Σε επιστολή του, ο Καποδίστριας του έγραφε: 

“…Εκάνατε πολύ περισσότερα. Γλιτώσατε από τον θάνατο έναν μεγάλο αριθμό κατοίκων του Πόρου κατά την εποχή αυτή, εποχή κακοηθών πυρετών. Παρά λίγο μάλιστα να γίνετε θύμα και εσείς ο ίδιος. …”. 

Επανεμφάνιση της επιδημίας στα Καλάβρυτα και οριστική καταπολέμησή της (Οκτώβριος – Νοέμβριος 1828) 

Η επιδημία υποχώρησε αισθητά τους καλοκαιρινούς μήνες, στις 22 Ιουλίου με επιστολή του στον Εϋνάρδο, ο Καποδίστριας ανήγγειλε ότι είχε σχεδόν εξαλειφθεί η επιδημία, ενώ τον Σεπτέμβριο δεν εμφανίστηκαν καθόλου νέα κρούσματα. Αυτό οδήγησε τις Αρχές και τους πολίτες να ελαττώσουν την επαγρύπνηση τους με αποτέλεσμα τη δραματική επανεμφάνιση της επιδημίας στα Καλάβρυτα και στα γύρω χωριά τον Οκτώβριο του 1828. Η πιο σοβαρή αμέλεια των κατοίκων ήταν ότι δεν τηρούσαν τους αυστηρούς κανόνες υγιεινής καθώς και την ειδική διαδικασία καθαρισμού των ρούχων τους. Η επιδημία μεταδόθηκε από το Διακοφτό  και στο χωριό Βραχνί που είχε 700 κατοίκους πέθαναν 53 άτομα, ενώ στα Καλάβρυτα που είχαν 1000 κατοίκους πέθαναν 15.Ο έκτακτος απεσταλμένος της κυβέρνησης Γεώργιος Μαυρομάτης επισκέφθηκε το Βραχνί και επιτίμησε τους κατοίκους για την αμέλειά τους στην αντιμετώπιση της επιδημίας, θέτοντας το χωριό τους σε καραντίνα. Στη συνέχεια πήγε στα Καλάβρυτα, όπου συγκρότησε τέσσερα ολιγομελή στρατιωτικά σώματα με αποστολή να περιφρουρήσουν όλες τις επαρχίες των Καλαβρύτων με σκοπό τον άμεσο περιορισμό όλων των πιθανών αρρώστων στα σπίτια τους. Ο Γάλλος συνταγματάρχης Schneider κατέβαλλε 1000 φράγκα ώστε να προμηθεύσει με νέα ρούχα τους κατοίκους της περιοχής. Χάρις τις συντονισμένες προσπάθειες όλων των αξιωματούχων της κυβέρνησης στην περιοχή, η επιδημία δεν διαδόθηκε στην υπόλοιπη Πελοπόννησο αλλά καταπολεμήθηκε και στις περιοχές που είχε κάνει την επανεμφάνισή της.   

Επίλογος

Η πολύμηνη καραντίνα της πανώλης στην οποία τέθηκαν τα περισσότερα νησιά του Σαρωνικού επέφερε και σοβαρές πολιτικές επιπτώσεις. Η Ύδρα υπέστη σοβαρά οικονομικά πλήγματα από την έξαρση της πανώλης και την αυστηρή καραντίνα στην οποία τέθηκε το νησί για πολλούς μήνες, καθώς εκμηδενίστηκαν οι πρόσοδοί της από το εμπόριο και δημιούργησε σοβαρές δυσαρέσκειες στους κατοίκους τους εναντίον της κυβέρνησης και του Καποδίστρια.  Ο Gosse παρέτεινε την παραμονή του στην Ελλάδα ως το καλοκαίρι του 1929, περισσότερο για να ανακτήσει τις χαμένες δυνάμεις του, από την αρρώστια που πάρα λίγο να του στερήσει την ζωή. Είναι χαρακτηριστικό πως όταν ήρθε η στιγμή να φύγει, ο Gosse δεν διέθετε καν τα χρήματα για τους ναύλους του μακρινού ταξιδιού και αναγκάστηκε να δανειστεί από τον Βιάρο Καποδίστρια 2.000 πάστρα. Λίγο πριν την αναχώρηση του για την Ελβετία, η ελληνική κυβέρνηση του απένειμε τον τιμητικό τίτλο του επίτιμου πολίτη των Αθηνών και Καλαβρύτων, ενώ οι κάτοικοι του Πόρου τον πολιτογράφησαν ώστε “..να απολαμβάνει εφεξής καθ΄ όλην την έκτασιν τον τίτλον και τα δικαιώματα του γνησίου και αυτόχθονος Ποριώτου…”. Ο Gosse δεν ξέχασε ποτέ την Ελλάδα. Ακόμη και μετά την αποχώρησή του από την Ελλάδα, συνέχισε ως μέλος της Φιλελληνικής Επιτροπής της Γενεύης να στέλνει χρήματα, διατηρούσε τακτική αλληλογραφία με τον Ιωάννη Καποδίστρια και τον αδερφό του Βιάρο, ενώ το 1838 επισκέφθηκε με την σύζυγο του την ελεύθερη Ελλάδα, όπου συνάντησε παλιούς φίλους και συναγωνιστές. 

Σε ειδική τελετή ο Βασιλιάς Όθων του απένειμε το αριστείο του Αγώνος και τον αργυρό σταυρό του Σωτήρος για τις μεγάλες υπηρεσίες που πρόσφερε στην Ελλάδα.  

– Γράφει ο Ιωάννης Φιλίστωρ 

Πηγές 

Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος, Ευρωπαίοι φιλέλληνες παρατηρητές και τεχνοκράτες στην επαναστατημένη Ελλάδα και στο Ελλαδικό βασίλειο (1821 – 1843), εκδόσεις Σταμούλη 

Επιστολαί Ιωάννη Καποδίστρια κυβερνήτου της Ελλάδος, τόμος 2

https://www.amazon.co.uk/Books-Louis-Andre-Gosse/s?rh=n%3A266239%2Cp_27%3ALouis-Andre+Gosse  

Πηγή:  www.istorikathemata.com

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης

Το σχέδιο της ΝΔ για τον αφελληνισμό των νησιών του ανατολικού Αιγαίου

Το 1261 ο στρατηγός Αλέξιος Στρατηγόπουλος απελευθερώνει την Κωνσταντινούπολη από τους Σταυροφόρους. Μετά από λίγες μέρες ο Μιχαήλ Η’, ο Παλαιολόγος θα στεφθεί αυτοκράτορας στον ναό της Αγίας Σοφίας. Ευθύς εξαρχής, ο Μιχαήλ θα απορροφηθεί στην προσπάθεια να αποκρούσει τις επιθέσεις της δύσης, παραμελώντας έτσι τα ανατολικά σύνορα της Αυτοκρατορίας. Μία όμως από τις πιο τραγικές αποφάσεις του, ήταν η κατάργηση του ευνοϊκού καθεστώτος των ακριτικών σωμάτων. Με την κατάργηση της φοροαπαλλαγής, οι Ακρίτες αναγκάζονται να πουλήσουν τα κτήματά τους (στρατοτόπια) στους μεγαλοϊδιοκτήτες, χάνοντας έτσι τη σύνδεση με τη γη που έως τότε προφύλασσαν.

«Ακρίτες» αποκαλούσαν οι Βυζαντινοί τους φύλακες των συνόρων τους (τις «άκρες»). Το κράτος τους παρείχε γη, άλογα και πανοπλίες, ενώ αυτοί όφειλαν να είναι ετοιμοπόλεμοι, αποτρέποντας την παραβίαση των συνόρων και προστατεύοντας την τοπική κοινωνία από επιδρομές. Ήταν ένα κράμα μονίμων γεωργών – φρουρών και στρατιωτών, με προνόμια αλλά και υψηλούς κινδύνους.

Με τις μεταρρυθμίσεις όμως του Παλαιολόγου, οι εγκαταλελειμμένοι και καθημαγμένοι οικονομικά και ηθικά Ακρίτες, άρχισαν να παραμελούν τη φύλαξη των συνόρων, με αποτέλεσμα αυτά να αφεθούν εκτεθειμένα στους Τούρκους και τον επεκτατισμό τους. Έτσι, τμήματα του Βυζαντίου βρέθηκαν στο έλεος των Οθωμανών και εν τέλει «Η Πόλις εάλω…».

Το 2020 η κυβέρνηση της ΝΔ αποφασίζει να στείλει δυνάμεις καταστολής στις πιο ήσυχες περιοχές της χώρας – στα ακριτικά νησιά του ανατολικού Αιγαίου. Έχει προηγηθεί το σχέδιο «συνεκμετάλλευσης», δηλαδή ξεπουλήματος του Αιγαίου στους Τούρκους. Η κυβερνητική πρόθεση για εθνική προδοσία κατέστη σαφής με δηλώσεις αξιωματούχων (Δένδιας, Ντόκος, Παπαδημητρίου, Καιρίδης) και εκδηλώσεις προετοιμασίας των πολιτών και καλλιέργειας μειοδοτικού εδάφους, με αιχμή του δόρατος την «κυβερνητική αδερφή», κα. Μπακογιάννη.

Αυτό όμως που συνέβη στη Χίο και τη Λέσβο, ήταν πιο ύπουλο και πιο εθνοκτόνο από ό,τι έχουμε βιώσει ως τώρα.

Στη Χίο, οι κάτοικοι του Βροντάδου, σε συντονισμό με τον νεοδημοκράτη δήμαρχό τους (για να μη μιλήσει κανείς για ΣΥΡΙΖΑίους υποκινητές), αποφάσισαν να στήσουν οδοφράγματα και μπλόκα από κορμούς δέντρων ώστε να αντισταθούν στην επέλαση των δυνάμεων καταστολής. Αναφέρομαι στα ΜΑΤ που απέστειλε η κυβέρνηση, προκειμένου να κάμψει τις αντιστάσεις για τη δημιουργία δομών – φυλακών ψυχών για τους μετανάστες. Οι νησιώτες έκαναν σαφές πως δεν επιθυμούν την περαιτέρω εξαθλίωση, δυσφήμιση και υποβάθμιση του τόπου τους. Αρνήθηκαν την αυταρχική ίδρυση μικρών πόλεων στα νησιά τους, που τυγχάνει να είναι και τα σύνορα της πατρίδας μας, αποτελούμενες από ξένα δημογραφικά στοιχεία, ΜΚΟ ή χειρότερα. Μετά τη στρατιωτικού τύπου απόβαση των ΜΑΤ στο νησί, ομάδες περιφρούρησης από απλούς πολίτες, προσπάθησαν να απωθήσουν τις μπουλντόζες για να μην ξεκινήσουν οι εργασίες κατασκευής της νέας δομής στην επιταγμένη έκταση. Τα ΜΑΤ επιχείρησαν να μεταφέρουν τα μηχανήματα διά της βίας, αλλά οι κάτοικοι αντιστάθηκαν. Εν τέλει, οι ομάδες καταστολής επιδόθηκαν σε πρακτικές ωμής βίας καταφέρνοντας να τσακίσουν την αντίσταση των πολιτών.

Οι καμπάνες χτυπούν πένθιμα και οι πολίτες οπισθοχωρούν καθώς βάλλονται από χημικά, γκλομπ, αύρες νερού, και χειροβομβίδες κρότου – λάμψης.

Έπειτα η κατάσταση εκτροχιάστηκε, με τους πολίτες να παίρνουν την κατάσταση στα χέρια τους και να αυτοδικούν, για να δεχθούν τη χειρότερη δυνατή εκδίκηση από το κράτος: βία, καθύβριση, απαξίωση, και εν τέλει αποξένωση. Οι άνανδρες δυνάμεις καταστολής, ξεχύθηκαν να πάρουν το αίμα τους πίσω, χτυπώντας αδιακρίτως περαστικούς, ειρηνικούς πολίτες, γυναικόπαιδα (!) και απλούς κατοίκους. Την ίδια ώρα στη Λέσβο, οι ομάδες καταστολής άνοιγαν πυρ με πλαστικές σφαίρες κατά των διαδηλωτών.

Ηλικιωμένες γυναίκες μάταια προσπαθούσαν να συνετίσουν τις ανάλγητες δυνάμεις κρατικής τρομοκρατίας, ρωτώντας τους επίμονα, «ποια μάνα σας έκανε;». Άλλοι προσπαθούσαν να τους υπενθυμίσουν σε ποιους λογοδοτούν, εξηγώντας τους πως «είμαστε Έλληνες». Να τους υπενθυμίσουν πως πληρώνονται από τα χρήματα των φορολογουμένων, και όχι από τα πολιτικά κοράκια που αποκαλούν αφεντικά.

Ευτυχώς, η γενική κατακραυγή, οδήγησε τους κρατικούς τραμπούκους σε οπισθοχώρηση. Οι πολίτες πέτυχαν να τους εκπαραθυρώσουν και να τους πετάξουν έξω από τα ελεύθερα νησιά. Αυτό όμως μου έμελλε να ακολουθήσει στη Χίο, δεν το περίμενε κανείς.

Λίγο πριν την επιβίβασή τους στο πλοίο, οι δυνάμεις βίας και καταστολής κινήθηκαν κατά ομάδας ατόμων που είχε συγκεντρωθεί έξω από το λιμάνι. Τα ΜΑΤ φορώντας πολιτικά, έκαναν και πάλι χρήση χημικών, προέβησαν ως χούλιγκαν σε απρεπείς χειρονομίες και βρισιές προς το συγκεντρωμένο πλήθος, και άρχισαν να σπάνε ό,τι έβρισκαν μπροστά τους. Το χειρότερο όλων όμως, το είδαμε στα βίντεο, με τους οργανωμένους οπαδούς των ΜΑΤ να σπάνε με γκλομπ παρκαρισμένα αυτοκίνητα, και να προπηλακίζουν μέχρι τους Λιμενικούς, απλά και μόνο επειδή ήταν και εκείνοι Χιώτες!

Αφού λοιπόν έσπασαν και τσάκισαν ό,τι βρήκαν μπροστά τους, αποχώρησαν.

Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, οι νεοδημοκράτες τόλμησαν να εμπλέξουν και τον στρατό στο σχέδιο αφελληνισμού των νησιών, για να τον δυσφημίσουν και να τον αμαυρώσουν στα μάτια του κόσμου, και δη των ακριτών. Αυτό το έπραξαν αφενός με επιστράτευση των στρατιωτικών μηχανημάτων, και αφετέρου με την επίταξη των ίδιων των στρατοπέδων, για να διαμένουν εκεί οι ομάδες καταστολής, χρησιμοποιώντας τα ως ορμητήρια για τις επιθέσεις τους ενάντια στους πολίτες.

Συγκεκριμένα, στη Λέσβο, αποφασίστηκε να επιστρατευτούν μηχανήματα του Στρατού για να κάνουν διανοίξεις δρόμων, ενώ στη Χίο, τα στρατιωτικά μηχανήματα μεταφέρθηκαν στην επιταγμένη έκταση και έπιασαν δουλειά υπό τις οδηγίες του μηχανικού της εταιρείας που έχει αναλάβει το έργο κατασκευής των δομών. Πρόκειται για την εταιρία του πεθερού του υπουργού Επικρατείας, κ. Γεραπετρίτη. Στρατός και ΜΑΤ επιστρατεύτηκαν για τα οικονομικά συμφέροντα των μελών της κυβέρνησης, σε βάρος και παρά τη θέληση των κατοίκων. Αυτό άραγε πώς λέγεται;

Παρά τις οργισμένες αντιδράσεις της τοπικής και όχι μόνο κοινωνίας, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, επέδειξε στη συνέχεια το στυγνό πρόσωπο της ΝΔ, δηλώνοντας πως οι γαλάζιοι είναι αποφασισμένοι να φέρουν εις πέρας το καταστροφικό τους σχέδιο, διότι αυτό «είναι προς όφελος των τοπικών κοινωνιών». Με άλλα λόγια, σε δέρνω για το καλό σου και θα μου πεις και ευχαριστώ.

Πρόκειται για τον ορισμό της κρατικής αλητείας. Πρόκειται για πολιτικούς εγκληματίες. Το κράτος είναι τελικά ο πραγματικός εγκληματίας. Οι δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου και η τραμπούκικη επίδειξη ισχύος από το αυταρχικό καθεστώς Μητσοτάκη, υποδεικνύουν ωστόσο την κρυφή και βρώμικη πολιτική ατζέντα, που στρέφεται κατά του έθνους.

Αλητεία, παραλογισμός, αίσχη, παλινωδία, σκηνικό πολέμου. Μόνο αυτές οι λέξεις μπορούν να περιγράψουν αυτό που συνέβη σε Χίο και Λέσβο. Η κυβέρνηση επέλεξε να στείλει στα νησιά τον πάτο του βαρελιού των δυνάμεων καταστολής – τους χειρότερους των χειροτέρων. Και δεν το έπραξε τυχαία. Τα ΜΑΤ είχαν διαταγές όπως φάνηκε να συμπεριφερθούν ως δυνάμεις κατοχής, να χτυπούν αδιάκοπα, να βανδαλίζουν αυτοκίνητα, και να πυρπολούν τα δάση της περιοχής. Το χειρότερο όμως ήταν πως αυτούς τους ανθρώπους, τους Ακρίτες που μένουν και παραμένουν για να στηρίξουν την παραμεθόριο, τους εθνοφύλακες της Ελλάδας, το κράτος επέλεξε συνειδητά να αποκαλέσει «τουρκόσπορους» και «τούρκους». Στους φυσικούς συνοριοφύλακες της πατρίδας μας, που φρουρούν διά της παρουσίας τους τη χώρα από το φασιστικό μόρφωμα που λέγεται Τουρκία, στους κατοίκους των ηρωικών και μαρτυρικών νησιών μας, σε αυτούς έμελλε να ακουστεί το «γαμώ τη Γκασμαδία σας», από το ολοκληρωτικό κράτος και παρακράτος που έστησε η ΝΔ.

Όλα αυτά, η κυβέρνηση δεν τα έκανε απλά για να εξευτελίσει τους νησιώτες. Τα έκανε για να τους εξοργίσει και να τους εκδιώξει πέρα από τη νομιμότητα, κλονίζοντας την πίστη τους στην πατρίδα. Σε ένα μικρό βαθμό το πέτυχε μιας και ακούσαμε αγανακτισμένους διαδηλωτές να καθυβρίζουν την Αθήνα, και απελπισμένους εθνοφύλακες να απειλούν την Ταξιαρχία πως θα παραδώσουν τα όπλα τους.

Μην έχετε λοιπόν καμία αμφιβολία, πως η κυβέρνηση με την επιχείρηση στα νησιά φιλοδοξούσε να αποξενώσει τους νησιώτες και να τους αποτραβήξει μακριά από την Ελλάδα. Προετοίμαζε το έδαφος για τη συνεκμετάλλευση, που σημαίνει συγκυριαρχία του Αιγαίου με τους Τούρκους και αφελληνισμό των ανατολικών μας νήσων. Αυτό άλλωστε περιλαμβάνει και η περιβόητη προσφυγή στη Χάγη: παράδοση ελληνικών νησιών του ανατολικού Αιγαίου, και η κυβέρνηση φιλοδοξεί να τα καταστήσει «ετοιμοπαράδοτα». Όσο δηλαδή το ΕΛΙΑΜΕΠ και τα πολιτικά κοράκια προετοίμαζαν το έδαφος στην Αθήνα, το παρακράτος της βίας εκτελούσε το ίδιο σατανικό σχέδιο στα νησιά μας. Με «εξεγερμένα» τα νησιά, το Μαξίμου μπορούσε να καθοδηγήσει τα πράγματα σύμφωνα με τις προδοτικές του μεθοδεύσεις.

Την κατάσταση αυτή διέγνωσε ο Ερντογάν, και επέλεξε τη δεδομένη χρονική στιγμή για να ανοίξει τα σύνορα στην προσπάθειά του να προκαλέσει αποσταθεροποίηση. Δεν ήταν τυχαία η συγκυρία. Δεν λογάριασε όμως το ηθικό των πολιτών. Ο Μητσοτάκης αναγκάστηκε να πάρει τον μοναδικό δρόμο που του άφησε η Τουρκία και να κλείσει τα σύνορα, και ευτυχώς για την πατρίδα μας, ο λαός μας ενώθηκε, και κατάπιε, δίχως όμως να συγχωρήσει, το προδοτικό σχέδιο της ΝΔ στη Χίο και τη Λέσβο. Ενωθήκαμε για να αντιμετωπίσουμε την κοινή απειλή. Να ξεφορτωθούμε τον εξωτερικό εχθρό, και μετά όλοι μια γροθιά, και πάλι ενωμένοι, θα γυρίσουμε και προς τους εγχώριους εφιάλτες.  

Οι απειλές και οι εχθροπραξίες της Τουρκίας τώρα ξεκίνησαν. Η πίεση αδιαμφισβήτητα θα κλιμακωθεί και πρέπει σύσσωμοι οι πολίτες να αντισταθούν στο στρατοκρατούμενο και απάνθρωπο καθεστώς της γείτονος. Τώρα προέχει να παραμείνουμε ενωμένοι και μονιασμένοι σε ό,τι μας επιφυλάσσει ακόμα η τουρκική επεκτατική πολιτική. Όταν όμως αντιμετωπίσουμε την τουρκική απειλή, οφείλουμε να βάλουμε ένα οριστικό τέλος σε όσους μας έφτασαν ως εδώ: στον κοινοβουλευτισμό και τα κόμματα.

Περισσότερα εν καιρώ.

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης

Να απομακρύνουμε την προδοτική νοοτροπία από την κοινωνία και τα πατριωτικά κινήματα

Πριν λίγες εβδομάδες ήμουν καλεσμένος να μιλήσω στη Λάρισα με θέμα το Σκοπιανό και τα επόμενα βήματα των πολιτών κατά της εθνικής προδοσίας. Η πρόσκληση έγινε από μια τοπική ομάδα με την επωνυμία «Πρωτοβουλία Πολιτών Λάρισας για τη Μακεδονία» η οποία όπως φαινόταν, διέθετε εθνικές ευαισθησίες και δραστηριοποιείτο στον ευρύτερο πατριωτικό χώρο.

Αν και μου είχαν εξηγήσει εμμέσως πλην σαφώς, ότι ο κόσμος που ακολουθεί τις δράσεις τους προέρχεται πολιτικά από την ΝΔ, δεν το θεώρησα ούτε πρόβλημα ούτε χτύπησε κάποιος συναγερμός στους συνεργάτες μου καθώς ξεκινούσαμε να προετοιμάζουμε την εκδήλωση. Και αυτό διότι θεωρήσαμε πως συνδετικός κρίκος όλων μας είναι τα εθνικά ζητήματα – η Μακεδονία και ο Ελληνισμός εν γένει.

Οι πρώτες ανησυχίες δημιουργήθηκαν όταν παρατηρήσαμε πως η εν λόγω ομάδα, ενώ διατεινόταν ότι είχε πάρει “πάνω της” την καταπολέμηση της προδοσίας του Σκοπιανού στη Λάρισα, ταυτόχρονα εξέδωσε μια χλιαρή έως νερόβραστη ανακοίνωση – θωπεία κατά του αρχιμανδρίτη της κυβέρνησης εθνικής μειοδοσίας, Νίκου Παππά, ο οποίος επισκέφθηκε την πόλη στα πλαίσια των εθνικών εορτασμών της Ενδόξου Επαναστάσεως της 25ης Μαρτίου.

Οι ανησυχίες από αυτήν τη γονυκλισία της ομάδας, η οποία όπως φαινόταν δεν ήθελε να “ενοχλήσει”, έμελλε να επιβεβαιωθούν λίαν συντόμως. Ενώ όλα ήταν έτοιμα για την εκδήλωση, με αφίσες, προσκλήσεις, κτλ., τα μέλη της συντονιστικής επιτροπής της ομάδας αποφάσισαν τελευταία στιγμή να διαβάσουν κάποια άρθρα και κείμενά μου τα οποία τους είχα στείλει. Άρθρα τα οποία εκφράζουν απόλυτα την πολιτική μου θεωρία για την ανάγκη απελευθέρωσης της πατρίδας μας από εξωγενείς αλλά και ενδογενείς διχαστικές δυνάμεις (κόμματα).   

Μόλις λοιπόν συνειδητοποίησαν οι παλαιοκομματικοί της ομάδας ότι δεν επρόκειτο να αποκρύψω ή έστω να στρογγυλέψω τις προδοσίες του δικομματισμού στο Σκοπιανό, η κομματική ταυτότητα μέσα τους χτύπησε κόκκινο, επικράτησε της εθνικής, και εξεγέρθηκαν. Έσπευσαν μάλιστα να μου ζητήσουν να αποκόψω από την ομιλία τις αναφορές στις εγκληματικές προδοσίες ΝΔ και ΠΑΣΟΚ συγκεκριμένα!

Προφανώς, ο επιστημονικός μου στόχος ήταν να εξηγήσω στον κόσμο ότι από τη στιγμή που ο Τίτο (1943) μετονόμασε τη Βαρντάρτσκα σε Μακεδονία, διεκδικώντας ελληνικά εδάφη μέχρι την Πιερία, τεράστια ευθύνη μη αντίδρασης έχουν όλες οι μετά το 1944 κυβερνήσεις των Γ. Παπανδρέου, Θ. Σοφούλη, Ν. Πλαστήρα, Αλ. Παπάγου, Κ. Καραμανλή του Α΄, κτλ. Δηλαδή τα αυτονόητα και ιστορικά γεγονότα. Η “πατριωτική” λοιπόν ομάδα, στην αρχή μου ζήτησε ευγενικά να “ξεχάσω” να αναφέρω τις προδοσίες της κυβέρνησης Μητσοτάκη (αποδοχή των Σκοπίων ως ΠΓΔΜ στον ΟΗΕ), Παπανδρέου (Ενδιάμεση Συμφωνία η οποία αφαίρεσε από την Ελλάδα το δικαίωμα άσκησης αρνησικυρίας στην ένταξη των Σκοπίων σε διεθνείς οργανισμούς), Καραμανλή (αποδοχή της σύνθετης ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό), και να περιοριστώ στις Πρέσπες! Όταν τους εξήγησα ότι δεν μπορούμε να μην αναφέρουμε το πλήρες ιστορικό το οποίο είναι και αναντίλεκτο, επέμειναν, και κάνοντας μου τη “χάρη”, μου επέτρεψαν αυτολεξεί να αναφερθώ «σε Πλαστήρα και Τσίπρα, αλλά όχι σε Καραμανλήδες και Παπανδρέου»..

Όταν τους εξήγησα πως η λογοκρισία που επιχειρούν είναι απαράδεκτη και δη αποτρόπαια δεδομένου του εθνικού θέματος, έντρομοι, ακύρωσαν την εκδήλωση.

Αυτό είναι δυστυχώς το πραγματικό εθνικό καρκίνωμα της κοινωνίας μας, του οποίου ο ΣΥΡΙΖΑ και ο ανθελληνισμός είναι απλά η τελευταία δυσειδής και κακόμορφη έκφανσή του. Ο παλαιοκομματισμός, ο κομματισμός των πάντων, τα σαθρά “γαλάζια” και “πράσινα” καφενεία και η καταστροφική επίδρασή τους στους πολίτες αποτελούν τη ρίζα του προβλήματος. Επειδή κάποιοι δέχθηκαν κάποτε μια πολιτική χάρη, ή απέκτησαν ένα μηδενικής αξίας χρίσμα, αισθάνονται ακόμα και τώρα την “ηθική υποχρέωση” στους εθνικούς μας ολετήρες και ερημωτές, στους φαύλους “εθνάρχες” της εθνικής προδοσίας και στους κληρονόμους τους, να τους προστατέψουν και να ξεπλύνουν τις μειδοσίες τους. Επιλέγουν να “αμελούν” να αναφέρονται στο τι μας έφερε ως εδώ, στο τι όπλισε τους προδότες Τσίπρα – Κοτζιά – Καμμένο στις Πρέσπες, στο ποιος πραγματικά φταίει για την παράδοση της Μακεδονίας.

Για κάποιους, η διαδικασία αυτή λειτουργεί υποσυνείδητα. Αισθάνονται πως χρωστούν στα φαύλα κόμματά τους, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ συγκεκριμένα, αν και αυτά διατηρούν έως και σήμερα προδοτική στάση στο ζήτημα, παραχωρώντας το όνομα “Μακεδονία” στους Σλάβους γείτονες. Για αυτούς τους ανθρώπους υπάρχει ελπίδα αρκεί να αφυπνισθούν, να σπάσουν τα δεσμά τους με το κόμμα και να ξαναγίνουν Έλληνες.

Το χειρότερο όμως είναι πως οι ομάδες αυτού του τύπου, με τις σκουριασμένες εφεδρείες του παλαιοκομματισμού στο τιμόνι, αποτελούν ανοιχτή πληγή για το πατριωτικό κίνημα. Δεν είναι δυνατόν, οι κομματικά προσκυνημένοι να ντύνονται το μανδύα του αγνού πατριώτη, να εξαπατούν με εθνικές φενάκες και να λειτουργούν ως δούρειος ίππος του συστήματος. Με το φαίνεσθαι και την ταμπέλα του πατριωτισμού, ή κάνοντας μια αναφορά “για τη Μακεδονία”, διάφοροι επιτήδειοι καπηλεύονται και εν τέλει ματαιώνουν και ακυρώνουν τις πατριωτικές προσπάθειες των Ελλήνων για απελευθέρωση. 

Και αυτό το πράττουν μεθοδικά και κατ’ εντολήν των πολιτικών τους πατρόνων. Με τους Καραμανλήδες, Μητσοτάκηδες και Παπανδρέου στο εικονοστάσι, με την ποδηγέτηση από τους συνονόματους οικογενειοκράτες και με υποψηφιότητα στα ξεχρωμιασμένα γαλαζοπράσινα ψηφοδέλτια, όχι την πατρίδα, ούτε τη συνείδηση σου δεν μπορείς να απελευθερώσεις.

Κάπως έτσι λοιπόν η προδοτική νοοτροπία βρίσκει και εξαπλώνεται και στην ίδια την κοινωνία, λειτουργώντας με κάλυμμα τον πατριωτισμό, και εξυπηρετώντας πλήρως τα συμφέροντα των αντιπάλων της χώρας μας. Είτε συνειδητά, είτε υποσυνείδητα. Χρέος όλων μας είναι να καταγγείλουμε και να απομακρύνουμε την προδοτική νοοτροπία από την κοινωνία, σε όποιον χώρο και αν τη συναντούμε. Ακόμα και σε αυτόν που φαίνεται ή παρουσιάζεται ως πατριωτικός. Εκεί βρίσκεται άλλωστε και η πηγή του κακού. Ας μην ξεχνάμε, πως ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, οι Κρόνιες δυνάμεις που πραγματικά κατέστρεψαν την Ελλάδα, μιλούσαν και μιλούν ακόμα για κάποιον υποτιθέμενο πατριωτισμό… Αυτόν τον πατριωτισμό εφήρμοσε και ο Τσίπρας. Από αυτούς έμαθε τα πάντα ο ΣΥΡΙΖΑ.

Αντισταθείτε.

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης

Στον Τσίπρα συγκεντρώνονται τα χειρότερα χαρακτηριστικά του σύγχρονου Έλληνα

Πολλοί διαπράττουν το ατόπημα να κατηγορήσουν με τον χειρότερο τρόπο τους σύγχρονους Έλληνες. Ακόμα περισσότεροι δε, καταλήγουν να επιτίθενται στους ίδιους τους πολίτες θεωρώντας τους υπεύθυνους για το επίπεδο της πολιτικής στη χώρα.

Τα πιο αφελή και σίγουρα αμαθή σχόλια αυτής της κατηγορίας είναι τα επιφανειακά αποφθέγματα τύπου “είμαστε όλοι συνυπεύθυνοι”, “εμείς τους ψηφίσαμε”, “έχουμε τους πολιτικούς που μας αξίζουν”, κτλ. Βέβαια, το πολιτικό σύστημα είναι αυτό το οποίο διακινεί την εν λόγω αήθη προπαγάνδα εναντίον μας, είτε μέσω των υποστηρικτών του στα Μ.Μ.Ε., είτε στα πανεπιστήμια, και έτσι μπορούμε εύκολα να διακρίνουμε και τους πραγματικούς αντιπάλους μας, αλλά και την καρδιά του προβλήματος.

Αιχμή του δόρατος στην πολιτική κατάντια της Ελλάδας οι επαγγελματίες πολιτικοί που κατάφεραν με αγώνες από το ’74 έως τώρα (αλλά και παλαιότερα), να κατακρημνίσουν την πολιτική στη χώρα, για να καταλήξει σήμερα να βρίσκεται στα δικά τους ιδεολογικά τάρταρα.  

Δεσπόζουσα φυσιογνωμία αυτού του απόλυτου ξεπεσμού, ο νυν πρωθυπουργός της Ελλάδας.

Στο αφήγημα λοιπόν των εκφυλισμένων χαρακτηριστικών, ο Τσίπρας είναι το απόλυτο δείγμα που συγκεντρώνει ό,τι χειρότερο έχει να αναδείξει η Ελληνική κοινωνία σήμερα. Ο ξεπεσμός και ο πολιτικός του χαρακτήρας αγγίζουν πραγματικά την τελειότητα όσον αφορά το βαθμό της εθνικής κατρακύλας.

Αυτός λοιπόν, πρώτος και καλύτερος από όλους δεν λογαριάζει τη δικαιοσύνη, δρα παράνομα, στα όρια παρανομίας και ανομίας και χλευάζει την κυριαρχία του νόμου και του κράτους δικαίου. Αυτός πρεσβεύει την κατάλυση κάθε δημοκρατικού θεσμού και τις επιστροφές στα ολοκληρωτικά καθεστώτα.

Αν και ανίκανος, ατάλαντος, ανεπάγγελτος, άεργος, κηφήνας – αιώνιος φοιτητής, παιδί του κομματικού σωλήνα (έχοντας ενταχθεί στην ΚΝΕ από ηλικία 14 ετών!), τεμπέλης – καταληψίας,  κατάφερε παρ’ όλα αυτά να αναρριχηθεί με κουτοπονηριές, προδοσίες και τεχνάσματα στην εξουσία. Καιροσκόπος, αριβίστας, ζώντας στον κόσμο των παραμυθιών και των ονείρων της ιδεοληψίας του, παρουσίασε ένα προδοτικό δημοψήφισμα στους πολίτες με την τσαπατσουλιά και την προχειρότητα που τον διακρίνει (δημοψήφισμα-express μέσα σε μια εβδομάδα, με ερώτημα σχετικό με έγγραφα που κανείς δεν μετέφρασε ήμδιάβασε!), λίγο έλλειψε να διαλύσει τη χώρα, πολύ απλά επειδή μπορούσε. Ως στυγνός αμοραλιστής και επειδή αυταρχικά δεν δέχεται τις διαφορετικές απόψεις, απέκοψε και κατέστρεψε εν μία νυκτί, τους επί χρόνια φίλους και συνεργάτες του.

Στα χαρακτηριστικά του πολιτικού ξεπεσμού, τα οποία συγκεντρώνονται όλα και μηδενός εξαιρουμένου στα μάτια του χαρισματικού πρωθυπουργού, πρέπει να συμπεριλάβουμε βεβαίως και τα ακόλουθα: αγένεια, απαιδευσία και υποκουλτούρα, εξύβριση, προσβολή, συκοφαντία, κατάχρηση εξουσίας, ανισορροπία και τρομοκρατία, ανικανότητα, διχασμός – κομματισμός, αυταρχισμός και φίμωση των διαφορετικών απόψεων, ψευτιά,προπαγάνδα, και αναξιοπιστία. Την εικόνα συμπληρώνουν οι ναυαρχίδες του πολιτικού εκφυλισμού, δηλαδή η διαπλοκή, η προκλητική οικογενειοκρατία, ο μεσαιωνικός παλαιοκομματισμός, και το χειρότερο όλων, η εθνική μειοδοσία.

Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο πρωθυπουργός διδάσκει στους Έλληνες, πώς μπορεί να πράττει κανείς όλα τα παραπάνω ανεκδιήγητα, και να το κάνει με έπαρση, θράσος και αναίδεια. Όπως για παράδειγμα να μην ντρέπεσαι για την ημιμάθεια, την αμάθεια και την πνευματική σου τύφλωση, και να απαιτείς από τους υπόλοιπους να σε παίρνουν στα σοβαρά και να μην σε αποπέμπουν.

Θα έλεγε κανείς ότι ο νυν πρωθυπουργός δεν είναι απλά το προϊόν των χειρότερων και πλέον οπισθοδρομικών στοιχείων της ελληνικής κοινωνίας. Αντιθέτως, είναι ο καλύτερος εκφραστής και υπερασπιστής τους, ο οποίος πολεμάει διακαώς να κυλίσει την κοινωνία στο υπό το μηδέν ιδεολογικό του επίπεδο, για να διατηρήσει την πνευματικά φτωχή του ύπαρξη στην εξουσία.

Στον αντίποδα ωστόσο βρίσκεται η συντριπτική πλειοψηφία του Ελληνισμού. Είναι οι υγιείς άνθρωποι που αντιστέκονται στις εκφυλιστικές πολιτικές τάσεις των πολιτικών ανθρωποειδών που επιθυμούν να μας γυρίσουν αιώνες πίσω στην εξελικτική αλυσίδα. Είναι οι ελεύθεροι πολίτες, οι οποίοι πολεμούν για την απελευθέρωση της χώρας μας από αυτή την Κακιστοκρατία και τα απεχθή χαρακτηριστικά της. Είναι οι Έλληνες που με τη δύναμη των ιδανικών και των αξιών τους, δίνουν ανάσες στη χώρα και κρατούν την κοινωνία ακόμα ζωντανή και στο ύψος της. Είναι οι ενεργοί πολίτες, αυτοί οι οποίοι με την υπέρβαση του καθημερινού τους βίου, αποτελούν την τελευταία ελπίδα και το απόρθητο οχυρό του Ελληνισμού και της δημοκρατίας.

Είναι συνεπώς αλήθεια ότι κυβερνούν τα ιζήματα της πολιτικής, του πολιτισμού και του πνεύματος. Είναι μια δεινή πραγματικότητα ότι μας διοικούν οι χειρότεροι ανάμεσα μας. Οι χειρότεροι των χείριστων. Ωστόσο αυτό συμβαίνει διότι το σύστημα είναι έτσι στημένο ώστε να αναδεικνύει τον πάτο του μαύρου βαρελιού. Και αυτό συμβαίνει επειδή δεν το ανατρέπουμε.

Μαζί μπορούμε να αλλάξουμε το πολιτικό σύστημα της χώρας.

Πάρε μέρος στο δέλτα για μια ιδεολογική, πολιτιστική και ηθική πολιτική επανάσταση.

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης

Περί πολιτικής ηθικής

Στη σύγχρονη εποχή της χώρας μας, η Ελλάδα έχει βιώσει την απόλυτη απαξίωση της εφαρμοσμένης πολιτικής και διακυβέρνησης. Η χώρα που γέννησε τη δημοκρατία και την πολιτική επιστήμη, βρίσκεται σήμερα στο έλεος ανήθικων και ανάξιων πολιτικών στελεχών, οι οποίοι πλήττουν διαχρονικά και με μεθοδικότητα το συλλογικό καλό και συμφέρον. Τα αίτια αυτής της κατάστασης είναι αδιαμφισβήτητα πολλά και ποικίλλουν, ωστόσο αυτό που αποφεύγουν να θίξουν οι παραδοσιακές, συστημικές και ελεγχόμενες αναλύσεις, είναι το ζήτημα της πολιτικής ηθικής, ή μάλλον η ηθική κατάπτωση της πολιτικής στη χώρα.

Αρχή παντός ο Αριστοτέλης, ο οποίος μας προσέφερε τον πρώτο ορισμό της «πολιτικής» στην ιστορία της ανθρωπότητας, χαρακτηρίζοντάς την όχι απλά ως «διακυβέρνηση», αλλά ως ιερή αποστολή διάπλασης ήθους στην κοινωνία και τους πολίτες. Παραμερίζοντας λοιπόν τη σημερινή διαστρέβλωση της πολιτικής, τον εκφυλισμό και τον δήθεν επαγγελματισμό της, μπορούμε να επιστρέψουμε στην ποιοτική και ανώτερη πολιτική, μόνο εάν ανακαλέσουμε και επαναφέρουμε την έννοια της πολιτικής ηθικής στη χώρα. Μόνο εάν επανασυνδέσουμε την ηθική με την πολιτική πρακτική ως κάτι το αναπόσπαστο. Εάν αποκαλέσουμε τη σύγχρονη πολιτική ενασχόληση που στερείται ηθικής, με το πραγματικό της όνομα: τυχοδιωκτισμός και εξαπάτηση.

Το πολιτικό σύστημα και οι υποστηρικτές του (σε ακαδημία και τύπο), προσπαθούν διακαώς να μας πείσουν για τη ματαιότητα της πολιτικής ηθικής, για την ασημαντότητά της, ή για την ανάγκη να τη θυσιάσουμε στο βωμό των σύγχρονων απαιτήσεων διακυβέρνησης και των πολύπλοκων προκλήσεων της παγκοσμιοποίησης. Αυτό που περιγράφουν ωστόσο, αυτό που απομένει όταν αποκόψεις την ηθική από την πολιτική, έχει την ίδια αξία με μια χούφτα λάσπη, από την οποία ο χρυσοθήρας αφαιρεί εντελώς το χρυσάφι. Το ίζημα της πολιτικής δίχως την ηθική, είναι ένα ληστρικό και αναξιοκρατικό σύστημα, το οποίο δεν λογοδοτεί σε κανέναν, εκφυλίζει εαυτό περαιτέρω, ανακυκλώνεται, και επιχειρεί να εκμαυλίσει την ίδια την κοινωνία.

Τα υψηλά πρότυπα ηθικής, η αποφασιστικότητα να διάγεις τον πολιτικό σου βίο βάσει αυτών, και ο συναισθηματικός αυτοέλεγχος που απαιτείται για κάτι τέτοιο, αποτελούν τα πλέον σημαντικά στοιχεία και χαρακτηριστικά της πολιτικής. Η πολιτική ηθική είναι μια προσωπική επιλογή, μια ατομική προσπάθεια για την επίτευξη μιας στάσης ζωής που οδηγεί στην ευδαιμονία. Στον αντίποδα βρίσκεται η κοινωνική προσδοκία καθώς και η έννοια του «φαίνεσθαι» και των εντυπώσεων, οι οποίες κυριαρχούν σήμερα στην πολιτική ζωή της χώρας.

Ένας ηθικός πολιτικός δεν πρόκειται να κλέψει, να αρπάξει, να εξαπατήσει, ή να δυσφημήσει τους αντιπάλους του για να επωφεληθεί ο ίδιος. Ο Στωικός Χρύσιππος υποστήριζε πως ο αθλητής στον αγώνα δρόμου, οφείλει να καταβάλει κάθε προσπάθεια για να νικήσει, ωστόσο, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να εμποδίσει τους αντιπάλους του, βάζοντάς τους τρικλοποδιά ή καθυστερώντας τους με τα χέρια. Και αυτό διότι σύμφωνα με την πολιτική ηθική, η φήμη και το κύρος του ηθικού ανθρώπου είναι πολύ σημαντικά για να θυσιαστούν στο βωμό οποιουδήποτε άλλου πράγματος, όσο επωφελές και αν αυτό φαίνεται. Επιπλέον, κανένα κέρδος ή πλεονέκτημα δεν μπορεί να αποκτηθεί αν θυσιάσει κάποιος την υπόληψη και το όνομά του, τη συνείδηση, την καλοπιστία, τις αρχές και την αξιοπρέπειά του.

Η πολιτική ηθική λοιπόν, συνθέτει τον πολιτικό που σέβεται τον εαυτό του και την κοινωνία την οποία υπηρετεί. Τον ακλόνητο ιδεολόγο, που υπερβαίνει το ατομικό του συμφέρον, και θέτει εαυτόν υπέρμαχο των ιδανικών και των υψηλών του πεποιθήσεων. Τον πολιτικό που διακρίνεται για τη βαρύτητα και το μέγεθος του χαρακτήρα του, το ανυπέρβλητο αίσθημα της δικαιοσύνης, την ειλικρινή και αυτολυτρωτική αξιοπρέπεια, το ελπιδοφόρο και ζωογόνο θάρρος, και την ακράδαντη πίστη στην πατρίδα και τους ανθρώπους της.

Σε συλλογικό επίπεδο, η πολιτική ηθική, είναι αυτή που απαλλάσσει την κοινωνία από τις κίβδηλες πολιτικές υποσχέσεις, την απάτη, και τις μετέπειτα κυβιστήσεις. «Είναι ύψιστο καθήκον και ύψιστη απόδειξη της σοφίας μας να συμφωνούν τα λόγια με τις πράξεις μας», δίδασκε ο Στωικός Σενέκας, για να αποδείξει πως τα πολιτικά ψεύδη ομολογούν ένδεια πνεύματος.

Η πολιτική ηθική είναι αυτή που εγγυάται τις δίκαιες πολιτικές και αποφάσεις, στο εσωτερικό της χώρας αλλά και στα διακρατικά ζητήματα. Με οδηγό την ηθική, ο πολιτικός ούτε αδικεί τους πολίτες (έλλειψη), ούτε δέχεται να αδικηθεί από ηγέτες άλλων χωρών (υπερβολή). Και έτσι επιτυγχάνεται η Αριστοτελική μεσότητα της εφαρμογής του δικαίου.  

Η πολιτική ηθική προστατεύει επίσης το πολιτικό προσωπικό από τη διαφθορά των χρημάτων. Θωρακίζει και ενδυναμώνει τον άνθρωπο έτσι ώστε να αντισταθεί στην επίθεση και την επιρροή των οικονομικών συμφερόντων, του χρηματισμού και της δωροδοκίας. Μέσω της ανένδοτης και αξιοπρεπούς πολιτικής ηθικής εξασφαλίζεται έτσι, η ιερότητα της ανιδιοτελούς προσφοράς στην πατρίδα, που ονομάζεται ενασχόληση με τα κοινά. Ελλείψει της πολιτικής ηθικής, παρατηρούμε εγκληματίες του πιο βαθιού χρώματος να αναδεικνύονται σε θέσεις ισχύος, ενώ πολίτες αμέμπτου ηθικής διώκονται πολιτικά, περιθωριοποιούνται και αφανείς, εξορίζονται.

Η πολιτική ηθική είναι αυτή που οδηγεί μια χώρα στην κοινωνική συνοχή και ειρήνη. Στην ομοψυχία και την ενότητα των πολιτικών δυνάμεων υπέρ του συλλογικού συμφέροντος. Στην υπέρβαση των κομματικών γραμμών και τον παραμερισμό των μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων, για την επίτευξη κοινών στόχων. Στο αδιανόητο του μηδισμού και της αναντιστοιχίας πολιτικού και κοινωνίας. Στο αδιανόητο της δολοφονίας της πατρίδας.

Στον αντίποδα, η πολιτική ανηθικότητα οδηγεί σε παθιασμένη επιθυμία, επιθυμία για αμύθητα πλούτη, απεριόριστη εξουσία, και τέλος, σε επιθυμία κατάργησης κάθε μορφής ελευθερίας στην κοινωνία και τη χώρα – για πραγματική τυραννία. Αυτές οι επιθυμίες είναι οι πιο απεχθείς. Τα διεστραμμένα μυαλά των ανθρώπων που ελκύονται από αυτές τις επιθυμίες είναι ικανά να αντιληφθούν τα φυσικά κέρδη, αλλά όχι τις επιπτώσεις των επιθυμιών τους. Και δεν πρόκειται βέβαια για τις νομικές επιπτώσεις, από τις οποίες οι πολιτικοί τις περισσότερες φορές διαφεύγουν, αλλά για την πιο τρομερή τιμωρία από όλες: τον ίδιο τους τον εκφυλισμό.

Ως άνθρωποι γεννιόμαστε για να αναζητήσουμε το ηθικά σωστό. Ο Αριστοτέλης άλλωστε, μας λέει ότι το ηθικά σωστό αξίζει την κάθε μας προσπάθεια απείρως περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, ενώ ο Ζήνων υποστηρίζει πως το ηθικά σωστό είναι το μόνο πράγμα το οποίο αξίζει τις προσπάθειες και τον κόπο μας. Συνεπώς, ο ηθικός βίος είναι είτε το μοναδικό καλό, είτε έστω, το υψηλότερο από όλα τα καλά για τον άνθρωπο.

Απότοκος της μετάβασης σε καθεστώς πολιτικής ηθικής είναι οι υψηλές πολιτικές ιδέες. Ιδέες – συνεχιστές της προόδου της ανθρωπότητας και του πολιτισμού. Ιδέες που οδηγούν τους πολίτες σε ψυχική πλήρωση ατομικά, και σε επίτευξη μεγάλων επιτευγμάτων ως σύνολο.

Αυτήν την πολιτική πρεσβεύουμε στο δέλτα – πολιτική επανάσταση.

Πάρε μέρος στο www.todelta.gr

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης