5 ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ ΟΛΟΙ

Ποια είναι η πραγματική δύναμη του πολίτη στην κάλπη; Λίγες μέρες πριν τις εκλογές, ας εξετάσουμε τι ακριβώς ισχύει και τι συμβαίνει με τις εκλογές στην Ελλάδα.

Συνοπτικά οι 5 αλήθειες είναι οι εξής:

  • Τους βουλευτές δεν τους ψηφίζουμε/επιλέγουμε αλλά μας τους επιβάλλουν
  • Ο εκλογικός νόμος είναι πραγματικά άθλιος και δίνει τη δυνατότητα στο σύστημα μέχρι και να μας κλέψει την ψήφο
  • Οι πολιτικοί ηγέτες αναδεικνύονται συντεχνιακά και όχι από κάποια δημοκρατική διαδικασία
  • Εμείς οι πολίτες δεν έχουμε καμία δυνατότητα πολιτικής συμμετοχής
  • Η Ελλάδα δεν διαθέτει Δημοκρατικό πολίτευμα

Αναλυτικά:

1) Η άρχουσα Ολιγαρχία ό,τι και να γίνει τελικά θα επιβάλλει τους πολιτικούς της αρεσκείας της

Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία οι υποψήφιοι επιλέγονται από τα κόμματα και όχι από τους πολίτες. Το «χρίσμα» έχοντας επιβιώσει από άλλο αιώνα, μας καταδικάζει στις χείριστες πολιτικές επιλογές και σε μια πολιτική ανισότητα άνευ όρων (δεν μπορούν όλοι να λάβουν το «δαχτυλίδι του αρχηγού»). Η χώρα μας υποφέρει από έναν εκλογικό νόμο ο οποίος εκ των 300 βουλευτικών εδρών, παραχωρεί τις 50 ως δώρο στο πρώτο κόμμα, ενώ άλλες 12 βουλευτικές θέσεις (επικρατείας) εκλέγονται από λίστα προσωπικής επιλογής των κομματικών αφεντικών (προφανώς και στην κορυφή της λίστας φιγουράρουν οι αυλικοί και αυλοκόλακες του κάθε κόμματος). Με άλλα λόγια, περισσότερο από το 20% των φερόμενων αντιπροσώπων μας δεν τους ψηφίζουν καν οι πολίτες (!), ενώ το 100% των βουλευτών έχει επιλεγεί και επιβληθεί σε εμάς από τους κομματικο-άρχοντες. Δυστυχώς, και ενώ το μόνο εκλογικό κριτήριο των Ελλήνων πολιτών, τόσο τώρα όσο και παλιότερα είναι το «μη χείρον βέλτιστον», οι πολίτες όχι μόνο δεν συμμετέχουν στην επιλογή των υποψηφίων των κομμάτων αλλά δια του ισχύοντος νόμου δεν εξασφαλίζεται καν η εκπροσώπηση τους.

2) Η άρχουσα Ολιγαρχία μας έχει επιβάλλει έναν ανελεύθερο και πραγματικά απαίσιο εκλογικό νόμο

Ταυτόχρονα, ο ίδιος μισόδημος εκλογικός νόμος πέτυχε την παγκόσμια πρωτοπορία το 2006 και εξίσωσε τα λευκά ψηφοδέλτια με τα άκυρα (!). Σύμφωνα δηλαδή με την ισχύουσα νομοθεσία, η λευκή ψήφος δεν είναι μια θετική συμμετοχή και κάλεσμα για αλλαγή και εξέλιξη αλλά ένα κουρελιασμένο και λερωμένο χαρτί το οποίο δεν μπορεί να επηρεάσει το τελικό εκλογικό ποσοστό των κόμματων. Υπομένουμε δηλαδή για 10 χρόνια έναν νόμο που καταπατά ουσιώδη πολιτικά μας δικαιώματα.

Η πολιτική καπηλεία της ψήφου μας όμως δε σταματάει δυστυχώς εδώ μιας και κάθε ψήφος σε μικρό κόμμα το οποίο δεν καταφέρνει να εισέλθει στη βουλή δεν χάνεται όπως θα ήλπιζε κανείς, αλλά μοιράζεται αναλογικά στα κόμματα της βουλής ανάλογα με τα εκλογικά ποσοστά τους. Η ψήφος μας δηλαδή σε ένα μικρό κόμμα κινδυνεύει κάθε φορά να κλαπεί από την άρχουσα τάξη και να ενισχύσει το ποσοστό ακόμα και εχθρικών για τα συμφέροντά μας κομμάτων! Αντιστοίχως, η αποχή δεν αναγνωρίζεται ως υγιής εκλογική αντίδραση και ακόμα και αν η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών αποφασίσουν να απέχουν από την εκλογική διαδικασία, οι πολιτικοί μεταξύ τους θα σχημάτιζαν κυβέρνηση, ανεπηρέαστοι από το πολιτικό κλίμα. Οι νόμοι και το σύνταγμα δηλαδή δεν προβλέπουν καμία αλλαγή ακόμα και αν το 99% των πολιτών απέχουν από τις εθνικές εκλογές!

Τοιουτοτρόπως λοιπόν καταπατούνται τα μοναδικά και εναπομείναντα εκλογικά δικαιώματα των Ελλήνων πολιτών στο αντιδημοκρατικό πολιτικό σύστημα της Ελλάδας (κάτι το οποίο δεν θίγεται βέβαια από κανένα κόμμα).

3) Οι πολιτικοί μας «ηγέτες» δεν επιλέγονται από εμάς

Η αλήθεια είναι πως οι πολιτικοί ηγέτες στη χώρα μας, δεν μπορούν να επιλεχθούν ούτε καν να αναδειχθούν από τους πολίτες. Πρωθυπουργός της Ελλάδας ορίζεται αυτός που επιλέγει η κοινοβουλευτική ομάδα του κάθε κόμματος. Αν δηλαδή ένας πρωθυπουργός παραιτηθεί, η χώρα δεν πάει σε εκλογές αλλά οι κλειστοί κύκλοι του κόμματος διαλέγουν τον «επίλεκτο» ανάμεσα από τις τάξεις τους. Αντιστοίχως, οι κομματικοί αρχηγοί επιλέγονται με τις πλέον αντιδημοκρατικές μεθόδους και ακόμα και όταν καλούνται να ψηφίσουν οι πολίτες, αυτό γίνεται με τον πλέον εξευτελιστικό για αυτούς τρόπο (χειραγώγηση, εκλογές με έναν υποψήφιο, κτλ.).

Ακόμα χειρότερα, οι Έλληνες πρωθυπουργοί, είθισται να αναδεικνύονται από μηχανισμούς που ξεπερνούν τα σύνορα της χώρας μας…

Αντιστοίχως ο πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν επιλέγεται από τους πολίτες αλλά εκλέγεται συντεχνιακά από τη βουλή ενώ επιλέγεται συνήθως από το κόμμα της αντιπολίτευσης. Βάσει συντάγματος, οι απαραίτητοι ψήφοι που απαιτούνται από τη βουλή για την ανάδειξη προέδρου της Δημοκρατίας (180 τω αριθμώ) οδηγούν το εκάστοτε κόμμα που έχει την πλειοψηφία να αποδεχθεί το πρόσωπο επιλογής του κόμματος της αντιπολίτευσης για να μην διαλυθεί η βουλή. Ως αποτέλεσμα αυτού, ο αρχηγός του κράτους μας ήταν και παραμένει μια αδύναμη και συμβολική μαριονέττα η οποία εκπροσωπεί τις μειοψηφίες και τις εκάστοτε μικροπολιτικές και μυωπικές σκοπιμότητες.

Στην ουσία και στην πράξη, τους πολιτικούς μας «ηγέτες» δεν τους επιλέγουμε εμείς.

4) Οι δυνατότητες πολιτικής συμμετοχής των πολιτών στη χώρα είναι ανύπαρκτες.

Το σύνταγμα και οι νόμοι της Ελλάδας όχι απλά δεν προβλέπουν αλλά ρητώς απαγορεύουν στους πολίτες να συμμετέχουν με δημοκρατικές διαδικασίες στην πολιτική ζωή. Διάφορες δημοκρατικές ιδέες και μέθοδοι συμμετοχής είναι ανύπαρκτες και κυνηγημένες στην Ελλάδα όπως τα δημοψηφίσματα από τους πολίτες, η νομοθετική πρωτοβουλία πολιτών, η ανάκληση/μομφή νόμων και αξιωματούχων, η λογοδοσία απερχόμενων αξιωματούχων, ο συμμετοχικός προϋπολογισμός, κτλ. Δίχως αυτά τα εργαλεία λογοδοσίας και ελέγχου των βουλευτών, οι εκλογές αναδεικνύονται σε μια τυπική διαδικασία και όχι σε έκφραση της πολιτικής εντολής των πολιτών όπως διατυμπανίζει το σύστημα. Ο θεσμικός αποκλεισμός των πολιτών από τη λήψη αποφάσεων είναι αδιαμφισβήτητος.

Αυτή η αδυναμία συμμετοχής, σε συνδυασμό με την ελεγχόμενη πληροφόρηση και ενημέρωση και τη συστηματική συγκάλυψη της αλήθειας από τους πολιτικούς, έχει οδηγήσει στην πλήρη ματαίωση των προσπαθειών του ενεργού και υπεύθυνου πολίτη. Παρόλα αυτά, η Κοινωνία των Πολιτών παραμένει και αναδεικνύεται ως η μόνη υγιής και δυναμική εναλλακτική για την πολιτική και κυρίως πολιτειακή διέξοδο και αλλαγή.

5) Το σύνταγμα και το πολίτευμα μας δεν είναι Δημοκρατία! Ο κοινοβουλευτισμός δεν έχει καμία σχέση ιστορικά με τη δημοκρατία. Η πολιτική επιστήμη και ιστορία αποδεικνύουν πως η αντιπροσωπευτική κρατική οργάνωση (με πολιτικούς μεσάζοντες) ουδεμία σχέση έχει με το πολίτευμα της Δημοκρατίας (άμεση συμμετοχή των πολιτών) αλλά αντιθέτως συνιστά μια πρώτης τάξεως συνταγματική Ολιγαρχία (επιστημονικός όρος «Republic»). Αυτή είναι η μεγαλύτερη και καλύτερα κρυμμένη από εμάς αλήθεια.

Συνεπώς; Τι αντιπροτείνω; Σίγουρα όχι μια αδιέξοδη, μηδενιστική και απαθή στάση. Αντιθέτως, πρεσβεύω τη Δημοκρατία. Προτείνω τον μοναδικό τρόπο δημοκρατικής συμμετοχής που έχουμε διότι δεν μπορεί κανείς να μας στερήσει. Μιλάω βέβαια για την εναλλακτική πολιτική δράση και οργάνωση: ενημέρωση των πολιτών, και πολιτική πίεση στο Ολιγαρχικό πολιτικό καθεστώς για μετάβαση σε πραγματικό πολίτευμα Δημοκρατίας. Πως γίνεται αυτό; Με εκδηλώσεις, εκδόσεις, εθελοντισμό και κοινωνικές δράσεις. Ο φορέας αλλαγής είναι το δέλτα – πολιτική επανάσταση, ένας πολιτικός οργανισμός υπεράνω χρωμάτων, κομμάτων και ιστορικών προκαταλήψεων. Ένας φορέας Δημοκρατίας.

Η Ελλάδα χρειάζεται νέο, και επιτέλους Δημοκρατικό Σύνταγμα και Πολίτευμα. Και το χρειάζεται από τους Έλληνες πολίτες.

Εκλογικός Νόμος

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης
  • 2 Comments

Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΜΟΥ ΣΤΑ ΚΟΙΝΑ

Σχετικά με πρόσφατο δημοσίευμα για τη συμμετοχή μου με τα κοινά και τη δήθεν επικείμενη δημιουργία κόμματος μέσω του πολιτικού οργανισμού «Δημοκρατία Ιδεών».

Νομίζω πως δεν χρειάζεται να αναφερθώ καν στις ανακρίβειες και την κακή προετοιμασία του συντάκτη σχετικά με το βιογραφικό και τη δράση μου: η ηλικία μου, η εργασία μου στον εκδοτικό οίκο «Ινφογνώμων», κάποια ΜΚΟ, η συμμετοχή μου στο pontos-news.gr και το ταξίδι στη Θεσσαλονίκη,οι πληρωμένες αίθουσες στο Χίλτον, το τελευταίο μου εγχείρημα που ακούει στο όνομα «ΥοuRule», οι προτάσεις μου για αναθεώρηση του Συντάγματος (εγώ προτείνω νέο και επιτέλους Δημοκρατικό πολίτευμα, όχι μια από τα ίδια – για αναθεώρηση μιλούν οι πολιτικοί), και η λίστα μπορεί να συνεχιστεί. Τίποτα από αυτά δεν ισχύει. Ιδιαίτερη μνεία θέλω να κάνω στο «ΥοuRule» το οποίο βέβαια δεν είναι blog όπως επίσης λανθασμένα αναφέρεται αλλά ένα εργαλείο Δημοκρατίας από αυτά που ξενίζουν τον ελληνικό τύπο.

Νομίζω πως για να μπορούμε να σεβόμαστεωςπολίτες την ελληνική «δημοσιογραφία» απαιτείται τουλάχιστον η συγκέντρωση σωστών και ακριβών στοιχείωναπό τους δημοσιογράφους. Οι λανθασμένες εκτιμήσεις και υποθέσεις έπονται αυτών..

Ο λόγος ωστόσο που αποφάσισα να γράψω αυτές τις γραμμές είναι διότι για εμένα το να δημιουργήσω κόμμα, δεν είναι απλώς μια λανθασμένη εκτίμηση ή μιακακόβουλη φήμη. Είναι ένα βαρύ κατηγορώ δεδομένων των ιδεών μου και όλων των πραγμάτων που πρεσβεύω. Και εξηγώ:

Η αλήθεια είναι πως συμμετέχω στα κοινά εδώ και περίπου 10 χρόνια. Άλλα όχι με κάποιο συστημικό τρόπο. Δεν είμαι πολιτικός και ούτε πρόκειται να γίνω. Είμαι πολίτης και με αυτό τον τρόπο πολύ ισχυρότερος σε ένα πολίτευμα Δημοκρατίας. Η Δημοκρατία Ιδεών δημιουργήθηκε ως ένας καθαρά πολιτικός οργανισμός, μια εναλλακτική πολιτική οντότητα που σκοπό έχει να προσφέρει ανιδιοτελώς στην πατρίδα και στους πολίτες. Δεν πρόκειται ποτέ να γίνει κόμμα. Είμαστε με άλλα λόγια μοναδικοί και σκοπεύουμε να παραμείνουμε έτσι.

Καταλαβαίνω από καρδιάς την αδυναμία του συντάκτη και αυτών που βρίσκονται στα «πολιτικά παρασκήνια»να αντιληφθούν το μοναδικό χαρακτήρα ενός πολιτικού οργανισμού. Καταλαβαίνω απόλυτα για ποιο λόγο βλέπουν τη λέξη «κόμμα» στις πολιτικές προσπάθειες πολιτών να επηρεάσουν οι ίδιοι τα πράγματα χωρίς την ανάμειξη των πολιτικών αφεντικών. Για ποιο λόγο βλέπουν κόμμα σε μια προσπάθεια πολιτών να έχουν άποψη και να προχωρούν σε δράσεις πάνω σε διάφορα θέματα, όπως τέχνης, περιβάλλοντος, τουρισμού αλλά και του ίδιου του πολιτεύματος μας. Ο λόγος βέβαια είναι το ίδιο το σύστημα, το οποίο και προάγει την αυτοκρατορία των κομμάτων και το μονοπώλιο της πολιτική ζωής από αυτά. Όπως ακριβώς συμβαίνει άλλωστε καιμε τις φοιτητικές νεολαίες, τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, και εν γένει τη συμμετοχή στα κοινά -κάτι που αποδεικνύει τη μάστιγα των κομμάτων και τον εθνοβόρο ρόλο τους για τη χώρα μέχρι και σήμερα. Γι’ αυτό λοιπόν τους καταλαβαίνω πραγματικά, καθώς η υπέρβαση που απαιτείται δεν είναι εύκολη. Έτσι, αντιστοίχως καταλαβαίνω και αναγνωρίζω τη δυστοκία επιχειρημάτων όσον αφορά την «κομματοποίηση» της Δημοκρατίας Ιδεών.

Πίστευα πάντα και πρεσβεύω πως υπάρχουν δύο τρόποι ενασχόλησης με τα κοινά: αφενός το εκλέγειν και το εκλέγεσθαι το οποίο το έχω δια παντός απορρίψει, και αφετέρου η κοινωνική δράση στην οποία δίνω όλες μου τις δυνάμεις. Απορρίπτω το ισχύον σύστημα, Σύνταγμα και πολίτευμα της Ελλάδας ως μια Συνταγματική Ολιγαρχία της χείριστης ποιότητας και μάχομαι για την αναγέννηση της Δημοκρατίας.

Δεν έχω ρόλο στο ισχύον ανελεύθερο πολιτικό σύστημα. Όποιος είναι μαζί μου, όχι για τις επικείμενες εκλογές, αλλά για την Ελλάδα και τη Δημοκρατία, ας ενισχύσει την προσπάθεια υπογράφοντας το αίτημα για Δημοκρατία εδώ

ή ας επικοινωνήσει με τη Δημοκρατία Ιδεών για να συμμετέχει στις διάφορες δράσεις μας: [email protected]

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης

Ο «ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ»

infopresident

Επιλέξτε την εικόνα για μεγέθυνση

Καθώς οδηγούμαστε σε μια νέα εκλογική διαδικασία για την ανάδειξη Πρόεδρου της Δημοκρατίας και οι αναλυτές επικεντρώνονται στις ψήφους των βουλευτών και τις πιθανές εξελίξεις, το παρόν άρθρο φιλοδοξεί να στρέψει το ενδιαφέρον στην ουσία του ζητήματος – το θεσμό του Προέδρου.

Τα Συνταγματικά άρθρα που ορίζουν το ρόλο του Προέδρου είναι τα άρθρα 30-50. Σύμφωνα με αυτά, ο ΠτΔ είναι ένα συμβολικό πολιτειακό όργανο με καμία ουσιαστική εξουσία. Ταυτόχρονα, ο ΠτΔ έχει πολλά και ιδιαίτερα αρνητικά χαρακτηριστικά τα οποία αναδεικνύουν τα συστημικά προβλήματα του θεσμού και προβληματίζουν για το κατά πόσο πρέπει να θεωρείται ο εν λόγω θεσμός ως κάτι το αναγκαίο. Με μια πιο διεισδυτική ματιά διαφαίνεται η ανάγκη κατάργησης του πραγματικά αναχρονιστικού και αντιδημοκρατικού Προέδρου της Δημοκρατίας. Συγκεκριμένα:

Ο ΠτΔ είναι ένας θεσμός που δεν εκφράζει ποτέ την πλειοψηφία των πολιτών. Αυτό συμβαίνει καθώς για να μη διαλυθεί η εκάστοτε βουλή και αναγκασθεί να παραιτηθεί η εκάστοτε κυβέρνηση, το κυβερνόν κόμμα συμβιβάζεται και αποδέχεται πάντα την επιλογή της αντιπολίτευσης. Αυτό έχει αποδειχθεί ιστορικά αμέτρητες φορές (περίπτωση Κ. Στεφανόπουλου, Κ. Παπούλια, κτλ), έχοντας ως αποτέλεσμα την για 35ετία ανάδειξη ΠτΔ από την εκάστοτε αξιωματική αντιπολίτευση. Πηγή αυτής της πολιτικής και δημοκρατικής διαστρέβλωσης είναι το άρθρο 29 του Συντάγματος.

Ταυτόχρονα, ο ΠτΔ είναι ένας κυριολεκτικά αδύναμος και «διακοσμητικός» θεσμός σε μια εποχή αδήριτης ανάγκης για ισχυρά πολιτειακά όργανα ικανά να διαχειριστούν τις σύγχρονες πολιτικοοικονομικές προκλήσεις. Αυτό εξασφαλίζεται από το άρθρο 35 του Συντάγματος με μια μόνο πρόταση η οποία συν τοις άλλοις περιγράφει και απόλυτα τον προεδρικό θεσμό αποσαφηνίζοντας πως «καμία πράξη του ΠτΔ δεν ισχύει ούτε εκτελείται χωρίς την προσυπογραφή του αρμόδιου Υπουργού». Εξίσου συμβολικός είναι και ο διορισμός του πρωθυπουργού και των υπουργών από τον ΠτΔ (αρθ. 37), μιας και ο διορισμός των ηγετών μιας χώρας από κάποιον που εκφράζει τις κοινοβουλευτικές μειοψηφίες φαίνεται μάλλον αχρείαστος αν όχι προσβλητικός. Από την άλλη, η ικανότητα του ΠτΔ να «εκπροσωπεί διεθνώς το κράτος» και να «κηρύσσει πόλεμο» (αρθ. 36), όντας «αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων» (αρθ. 45) φαντάζει μάλλον ως κακόγουστο αστείο.

Τέλος, ακόμα χειρότερος είναι ο αποσταθεροποιητικός ρόλος του ΠτΔ ο οποίος σύμφωνα με το άρθρο 47 μπορεί να μετριάζει ποινές και να δίνει χάρες επηρεάζοντας και υπονομεύοντας το ρόλο και το έργο της Δικαστικής Εξουσίας. Το χείριστο είναι πως στο ίδιο άρθρο προβλέπεται μέχρι και η απονομή χάρης σε υπουργούς που έχουν διαπράξει ποινικά αδικήματα (!). Εν κατακλείδι, συμβολικά πολιτειακά όργανα τα οποία επιτρέπουν ή ίσως και να προάγουν την ευνοιοκρατία, την πελατειοκρατία και τη διαφθορά, χρήζουν προφανώς μεταρρυθμίσεων.

Στον αντίποδα λοιπόν, αντιπροτείνω έναν νέο θεσμό – τον Πρόεδρο της Ελλάδος. Ο ΠτΕ μπορεί να είναι πράγματι αρχηγός της Εκτελεστικής εξουσίας δίχως όμως να απολαμβάνει και τις νομοθετικές εξουσίες του σημερινού Πρωθυπουργού. Η σημερινή συνταγματική κατάσταση άλλωστε καταστρατηγεί την αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών. Με το σκεπτικό αυτό, ο ρόλος του ΠτΕ ως αρχηγός της Εκτελεστικής Εξουσίας οφείλει να είναι αποκλειστικά η διοίκηση της χώρας. Αυτό ουσιαστικά περιορίζεται στην ομαλή λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών και την εξυπηρέτηση του πολίτη, τις διεθνείς σχέσεις, την ασφάλεια και την εθνική άμυνα. Η Νομοθετική Εξουσία πρέπει να ασκείται αποκλειστικά από τη Βουλή, ενώ οι επιρροές στις αποφάσεις και στην ηγεσία της Δικαστικής Εξουσίας πρέπει να απαγορεύονται.

Επιπροσθέτως, ο Πρόεδρος πρέπει να είναι υπερκομματικός και να αναδεικνύεται άμεσα από τους πολίτες. Υποψήφιοι για το αξίωμα δεν θα είναι δηλαδή οι κομματικοί αρχηγοί άλλα όσοι πολίτες συγκεντρώσουν συγκεκριμένο αριθμό υπογραφών υποστήριξης από τους συμπολίτες τους. Η συγκέντρωση των υπογραφών μπορεί να γίνεται φυσικά και ηλεκτρονικά ενώ ο απαιτούμενος αριθμός μπορεί ενδεικτικά να είναι περί τις 5.000 υπογραφές.

Η πρόταση λοιπόν πρεσβεύει τη μετάβαση από ένα συμβολικό θεσμό που προκαλεί τα μικροπολιτικά παιχνίδια, σε έναν διευθυντή της χώρας, υπεράνω χρωμάτων και κομμάτων με συγκεκριμένες και αποκλειστικά «Εκτελεστικές» εξουσίες και αρμοδιότητες έτσι ώστε να επέλθει η επιδιωκόμενη Διάκριση των Εξουσιών στην Ελλάδα και να εξέλθουμε από τις συστημικές παθογένειες των οχλήσεων, τριβών και φθορών της μιας εξουσίας στην άλλη.

Διαβάστε περισσότερα στο βιβλίο μου «Δημοκρατία, το Πολίτευμα που περιμέναμε» από τις εκδόσεις Ινφογνώμων.

Το παρόν δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Δημοκρατία»

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης

ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΖΗΣΕΙΣ ΕΣΤΩ ΚΑΙ ΓΙΑ ΔΥΟ ΗΜΕΡΕΣ ΣΕ ΕΝΑ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Η Ελλάδα δεν έχει Δημοκρατία. Αυτό είναι γεγονός. Δεν είναι κάτι θεωρητικό ή λαϊκίστικο. Δεν είναι λόγω της πολιτικής κακοδιαχείρισης. Δεν είναι λόγω κάποιας καταστρατήγησης του Συντάγματος – το ίδιο το Σύνταγμα άλλωστε είναι το πρόβλημα (δες σχετικά εδώ). Δεν είναι τα κόμματα, οι πολιτικοί, η κακοδιαχείριση και η κακονομία. Δεν είναι ούτε ο περιρρέων φασισμός, κομμουνισμός, νεοφιλελευθερισμός, συντηρητισμός, σοσιαλισμός και τα λοιπά τρομακτικά ιδεολογήματα. Είναι το ίδιο το πολίτευμα.

Η Ελλάδα δεν έχει Δημοκρατία. Δεν το λέω για να το πω, για να εντυπωσιάσω ή για να αφορίσω τα πάντα. Το λέω από καθαρά επιστημονική σκοπιά. Η πολιτική ιστορία και η πολιτική επιστήμη εξηγούν πως το πολίτευμα της χώρας μας ΔΕΝ είναι Δημοκρατία. Δημοκρατία υπήρχε στην Ελλάδα μόνο κατά την αρχαιότητα. Αυτό που τώρα βιώνουμε και παρουσιάζεται ως «δημοκρατία» είναι μια Συνταγματική Ολιγαρχία (Republic). Έτσι ορίζει η πολιτειολογία το πολιτικό σύστημα και Σύνταγμα της χώρας μας σήμερα.

Τι θα σήμαινε λοιπόν αν ζούσες σε μια Δημοκρατία; Πως θα ήταν η ζωή σου αν δεν είχες πολιτικούς «αντιπροσώπους» και λοιπούς μεσάζοντες; Τι θα άλλαζε αν υπήρχε Διάκριση Εξουσιών και μη κατευθυνόμενη δικαστική εξουσία; Ποιος θα ήταν ο ρόλος σου ως πολίτης αν αποφάσιζες εσύ ο ίδιος για το τι γίνεται στη ζωή σου; Τι θα συνέβαινε αν αντί για επαγγελματίες «ειδικούς» που τα ξέρουν όλα, αποφάσιζες εσύ για τις εξελίξεις, άμεσα και ελεύθερα, υπεράνω χρωμάτων, κομμάτων και ιστορικών προκαταλήψεων; Αν η εξουσία βρισκόταν στα χέρια μας, στα χέρια των πολιτών και όχι των λίγων; Αν προσπερνούσαμε τους σημερινούς Ολιγάρχες και γινόμασταν κύριοι της μοίρας μας..

Το διήμερο 20-21 Δεκεμβρίου θα δώσει τις απαντήσεις.  Στο εργαστήριο δημοκρατίας που συνδιοργανώνει η Δημοκρατία Ιδεών, η Εκστρατεία Πολιτών για τη Δημοκρατία, το YouRule, η Σχολή Πολιτικής, η Λεοντίδα και ο ΕΟΠΠΕΠ – Europass, θα πάρεις μέρος  σε εργαλεία και εφαρμογές Δημοκρατίας που για πρώτη φορά παρουσιάζονται στην Ελλάδα. Μιας και πρόκειται για εργαλεία Δημοκρατίας, οι εν λόγω εκδηλώσεις σαφώς και δεν είναι ομιλίες – δεν είναι παρουσιάσεις ή διαλέξεις κάποιων ειδημόνων. Αντιθέτως, πρόκειται για προσομοιώσεις όπου εσύ και οι υπόλοιποι συμμετέχοντες λαμβάνετε μέρος σε πραγματικές διαδικασίες συζήτησης και λήψης αποφάσεων  και σε πραγματικό χρόνο παίρνετε αποφάσεις για μείζονα θέματα πολιτικής. Για παράδειγμα, θα κληθείς να αποφασίσεις για τον προϋπολογισμό του Δήμου Αθηναίων και για τη δημιουργία ενός νέου εκπαιδευτικού συστήματος στην Ελλάδα. Εκεί, θα υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι δεν θα σε καθοδηγήσουν ούτε θα σε επηρεάσουν αλλά θα δρουν απλώς διεκπεραιωτικά για την εφαρμογή και μόνο των εργαλείων.

Λίγους μήνες πριν ξεκινήσουμε την παρουσίαση και εφαρμογή αντίστοιχων εργαλείων στην τοπική αυτοδιοίκηση της χώρας, οι φίλοι της Δημοκρατίας Ιδεών έχουν τη δυνατότητα να είναι οι πρώτοι που θα τα γνωρίσουν βλέποντάς τα από κοντά και συμμετέχοντας σε αυτά.

Μην χάσεις την ευκαιρία να ζήσεις έστω και για δύο ημέρες ως πολίτης σε μια Δημοκρατία. 

 

Για τη Δημοκρατία,

Σταύρος Καλεντερίδης

 

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης

ΤΙ ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΜΙΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ;

1 Νοεμβρίου 2014: η νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ αναλαμβάνει τα καθήκοντά της και μαζί φαίνεται να ξεκινάει μια νέα εποχή για τη χειμαζόμενη από πολιτικοοικονομικούς κλυδωνισμούς Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο, μια προσεκτική εξέταση του εν λόγω κοινοτικού οργάνου, των δομών του αλλά και των Επιτρόπων, αναδεικνύουν τα θεσμικά, συστημικά και χρόνια προβλήματα της Επιτροπής – προβλήματα τα οποία δημιουργούν και ενισχύουν το έλλειμμα δημοκρατίας και την απουσία λογοδοσίας της Ένωσης στους Ευρωπαίους πολίτες.

Από πρώτης συλλήψεως του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, η Επιτροπή έμελλε να είναι ένα εκ των ισχυρότερων οργάνων. Δεδομένης αυτής της ισχύος θα περίμενε κανείς ένα όργανο ανοιχτό, δημοκρατικό και αξιοκρατικό – κάτι το οποίο απέχει παρασάγγας από την πραγματικότητα.

Η πρώτη απόδειξη της προβληματικής φύσης της Επιτροπής είναι ο τρόπος επιλογής και ανάδειξης των Επιτρόπων από τα 28 κράτη. Συγκεκριμένα, και σχετικά με την Επιτροπή που ανέλαβε πρόσφατα, οι περισσότερες χώρες είχαν ήδη επιλέξει τους Επιτρόπους τους από τον Ιούλιο. Τρεις δηλαδή μήνες πριν ο Γιούνκερ αποφασίσει για τη διανομή των διαφόρων χαρτοφυλακίων στις χώρες – μέλη. Το «κυβερνητικό σχήμα» της Επιτροπής είναι αλήθεια πως διαμορφώνεται από τον εκάστοτε Πρόεδρό της, έχοντας θεωρητικά αναλογιστεί την ισορροπία δυνάμεων στην Ένωση. Ακόμα και αν δεχτούμε πως ο Γιούνκερ υπολόγισε όλους τους συσχετισμούς, ουδαμώς δεν θα πιστεύαμε πως οι νέοι Επίτροποι τοποθετήθηκαν κατά αξιοκρατικό τρόπο στα νέα τους καθήκοντα. Ο λόγος προφανώς είναι διότι κάθε χώρα είχε προαποφασίσει για τον Επίτροπό της πολύ πριν ο Γιούνκερ διανείμει τα χαρτοφυλάκια. Έτσι οι εκάστοτε αρχηγοί κρατών δεν θα μπορούσαν να είναι σε θέση να επιλέξουν για Επίτροπο κάποιον αρμόδιο για το χαρτοφυλάκιο που θα αναλάμβανε η χώρα τους. Τοιουτοτρόπως στερείται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την απαραίτητη αξιοκρατία, τεχνική γνώση, εμπειρία και εξειδίκευση.

Αναλύοντας το θέμα εις βάθος, παρατηρείται πως οι ανά την Ευρώπη πολιτικοί ηγέτες επιλέγουν τους επίδοξους Επιτρόπους βάσει πολιτικών και πιθανώς προσωπικών τους κριτηρίων. Επί της ουσίας, οι θέσεις των Επιτρόπων έχουν αναδειχθεί σε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία πολιτικής και προσωπικής ανταμοιβής για την πολιτική ταύτιση του επίδοξου Επιτρόπου με τον εκάστοτε πολιτικό ηγέτη. Αυτό καθίσταται πρόδηλο από το γεγονός πως κάθε κυβέρνηση σε κάθε Ευρωπαϊκή χώρα, σπεύδει με την πρώτη ευκαιρία να αντικαταστήσει τον Επίτροπό της εάν αυτός είχε διορισθεί από προηγούμενη κυβέρνηση άλλου κόμματος. Η κομματικοποίηση των Επιτρόπων ολοκληρώνεται με την επιλογή νέων Επιτρόπων που προέρχονται βέβαια από τους πολιτικο-ιδεολογικούς χώρους της κρατούσας κυβέρνησης κάθε χώρας. Έτσι λοιπόν όπως διαμορφώνεται διαχρονικά η Επιτροπή θυμίζει όλο και περισσότερο εγχώριους υπουργικούς διορισμούς και λιγότερο μια υπερεθνική, υπερκομματική πολιτική οντότητα – όπως διατείνεται η ίδια.

Εξίσου προβληματικό και αντιδημοκρατικό είναι το γεγονός πως η Επιτροπή αναδεικνύεται από την Ευρωπαϊκή καθεστηκυία τάξη, και τα μέλη της δεν ελέγχονται ποτέ από τους απλούς πολίτες. Ενώ δηλαδή υπάρχει ένα σώμα που εκλέγεται απευθείας από τους ψηφοφόρους (Ευρωκοινοβούλιο) και δύο σώματα τα οποία έχουν αναδειχθεί από εσωτερικές εκλογικές διαδικασίες σε κάθε χώρα (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και Συμβούλιο των Υπουργών), η Επιτροπή απλώς διορίζεται χωρίς κανείς να συμβουλεύεται τη βούληση και τις προτιμήσεις των πολιτών.

Αντιπροτείνοντας, δεδομένης της υπερεθνικής και Ευρωπαϊκής  της ταυτότητας, η Επιτροπή μπορεί να αναδεικνύεται μέσω κοινού ψηφοδελτίου σε όλες τις χώρες – μέλη, εκπροσωπώντας έτσι όλους τους πολίτες της Ένωσης οι οποίοι θα καλούνται να ψηφίσουν με την Ευρωπαϊκή τους ιδιότητα. Στην περίπτωση αυτή κάθε υποψήφιος εμφανίζεται ταυτόχρονα στο ενιαίο Ευρωπαϊκό ψηφοδέλτιο κάθε χώρας ως «Ευρωπαίος» υποψήφιος, και όχι μόνο στο  ψηφοδέλτιο της χώρας του ως «εθνικός» δυνητικός εκπρόσωπος.

Καταλήγοντας, σε μια περίοδο άνθησης του Ευρωσκεπτικισμού και ανοιχτής πλέον παραδοχής περί δημοκρατικής ανεπάρκειας στο Ευρωπαϊκό οικοδόμημα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διακρίνεται ως ο πρώτος στόχος για συστημική αλλαγή και λυσιτελή ριζική αναδιάρθρωση. Στην εποχή της νέας τεχνολογικής επανάστασης, της διαδικτυακής ψήφου, των δημοψηφισμάτων, της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και των πολλαπλών μέσων ενημέρωσης και επικοινωνίας, οι πολιτικοί αξιωματούχοι «γενικού χαρτοφυλακίου», διορισμένοι κεκλεισμένων των θυρών, μικροπολιτικά και με ιδιοτελή ατζέντα, σίγουρα δεν έχουν κανένα σύγχρονο ρόλο. Η νέα Επιτροπή που ανέλαβε στις αρχές του Νοεμβρίου, δεν σηματοδοτεί μια νέα αρχή αλλά αντιθέτως υπογραμμίζει την αδήριτη ανάγκη για εν γένει δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις στην Ένωση.

 

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης

ΟΙ «ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ ΤΗΣ ΜΕΙΟΨΗΦΙΑΣ» ΚΑΙ Ο ΕΚΛΟΓΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ

 

Δεδομένης της σημερινής πολιτική κατάστασης στην Ελλάδα, υπάρχουν πολλοί και διάφοροι τρόποι απόκτησης του βουλευτικού αξιώματος. Αντιστοίχως, υπάρχουν πολλοί τρόποι να αναδειχθεί κανείς βουλευτής ακόμα και αν δεν είναι αρεστός και δεν έχει υπερψηφισθεί από τους πολίτες. Το πρώτο παράδειγμα που έρχεται στο μυαλό είναι οι «βουλευτές επικρατείας». Ωστόσο, η πρόσφατη ανάδειξη βουλευτού με 293 ψήφους στη Χίο έφερε στο προσκήνιο μια άλλη κατηγορία βουλευτών, τους «βουλευτές της μειοψηφίας».

Συγκεκριμένα, η βουλευτική έδρα του κ. Μουσουρούλη (ΝΔ), έμεινε αρχικά κενή όταν αυτός έθεσε υποψηφιότητα για ευρωβουλευτής. Τη θέση του έλαβε ο κ. Κάρμαντζης (ΝΔ) ως αναπληρωματικός του συνδυασμού, ο οποίος όμως παραιτήθηκε με τη σειρά του για να αναλάβει καθήκοντα αντιπεριφερειάρχη. Έτσι λοιπόν, η βουλευτική έδρα της Χίου κατέληξε στην επόμενη κατά σειρά αναπληρωματική του συνδυασμού της ΝΔ, κ. Σταυρινούδη – Σόδη, η οποία είχε λάβει μόλις 293 ψήφους στην τελευταία εκλογική διαδικασία. Όλα αυτά βέβαια όσο και αν ακούγονται περίεργα είναι καθόλα νομότυπα και προβλέπονται από τον ισχύοντα εκλογικό νόμο σύμφωνα με τον οποίο «ως αναπληρωματικοί κάθε συνδυασμού, του οποίου υποψήφιοι ανακηρύχθηκαν βουλευτές, ανακηρύσσονται όλοι οι υπόλοιποι υποψήφιοι αυτού» (άρθρο 103, παράγραφος 3). Ακόμα και αυτοί με τις 293 ψήφους, ή και με πολύ λιγότερες.

Εδώ λοιπόν παρατηρείται ένα εκ των πολλών συστημικών προβλημάτων του εκλογικού νόμου της χώρας μας. Σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο, η ψήφος του κάθε πολίτη κατά τη συμμετοχή του στις εκλογές, δεν δίδεται στον πολιτικό της αρεσκείας του, αλλά σε ένα από τα κόμματα. Από αυτό δηλαδή το χωρίο του εκλογικού νόμου, γίνεται πρόδηλο πως το πολιτικό σύστημα και η Εξουσία απαρτίζεται από κόμματα – συλλογικότητες, και όχι από πολιτικές προσωπικότητες. Τα υποκείμενα και οι δρώντες δηλαδή δεν είναι οι πολιτικοί αλλά τα κόμματα. Αυτό βέβαια το γνωρίζαμε ήδη καθώς οι πολιτικοί υποψήφιοι των κομμάτων επιλέγονται από τα γραφεία του κάθε κόμματος και όχι από εμάς τους ίδιους (π.χ. μέσω κάποιας προκριματικής εκλογικής διαδικασίας). Εδώ όμως μιλάμε για κάτι ακόμα χειρότερο μιας και ο εκλογικός νόμος θεσμοθετεί και στην ουσία απαιτεί την κομματική ψήφο. Ακόμα δηλαδή και αν πιστεύουμε πως κάποιος νέος πολιτικός είναι φέρελπις, ηθικός και ικανός, ο εκλογικός νόμος μας απαγορεύει να πράξουμε αντιστοίχως και να τον υποστηρίξουμε, καθώς μας υπαγορεύει ρητά να ψηφίσουμε κάποιο κόμμα και όχι υποψηφίους. Αν δηλαδή ψηφίσουμε τον φέρελπι πολιτικό και αυτός παραιτηθεί για οποιονδήποτε λόγο, είναι πολύ πιθανό να καταλήξουμε να μας εκπροσωπεί κάποιος αναπληρωματικός του, του οποίου η ικανότητα εκπροσώπησης ή και η γνώση των πολιτικών θεμάτων μπορεί να είναι αμφίβολη και προβληματική. Επιπλέον, δεν θα πρέπει να θεωρείται απίθανη ακόμα και η περίπτωση εκπροσώπησης από κακόφημο πολιτικό με λιγοστές ψήφους που μόνο τα κεντρικά κάποιου κόμματος θα μπορούσαν να εκτιμήσουν (για λόγους άσχετους με την τοπική κοινότητα). Ωστόσο ο εκλογικός νόμος μας έχει προειδοποιήσει..

Αυτή λοιπόν η θεσμοθετημένη κομματικοποίηση είναι προφανώς αντιδημοκρατική και ανελεύθερη και μάλιστα για πολλούς λόγους. Αρχικά, οι πολίτες δεν γνωρίζουν την εν λόγω ρύθμιση για «βουλευτές της μειοψηφίας», η οποία μάλιστα θα ήταν και δύσκολο να διαφημιστεί. Από τη στιγμή που δεν το γνωρίζουν και οδηγούνται σε ψήφο εν αγνοία, τα εκλογικά αποτελέσματα είναι εξορισμού διαστρεβλωμένα. Έπειτα, η αντιπροσώπευση από βουλευτές με ελάχιστη νομιμοποίηση από τους πολίτες, πόρρω απέχει από τη δημοκρατική πρακτική. Εξίσου αντιδημοκρατική είναι η πρωτοκαθεδρία των επιλογών του κόμματος (μέσω επιλογής υποψηφίων/χρίσμα) έναντι των ψήφων των πολιτών στις εκλογές. Τέλος, η στέρηση του δικαιώματος ψήφου βάσει ικανοτήτων των υποψηφίων, είναι πλήγμα κατά της αξιοκρατίας αλλά και της πολιτικής αποκέντρωσης μιας και ενισχύει την υδροκέφαλη κομματική ηγεσία και τις επιλογές της για τα τοπικά ψηφοδέλτια.

Έτσι λοιπόν, με μια απλή παραίτηση και μια φαινομενικά ομαλή και δημοκρατική αντικατάσταση βουλευτού, αναδεικνύεται για ακόμα μια φορά η τεράστια ανάγκη για εν γένει νομοθετική αναθεώρηση και ευνομία.

Δημοσιεύθηκε στις 22.09 στην εφημερίδα “Δημοκρατία”

 

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης

ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΦΤΑΙΝΕ ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ

Δεν συνηθίζω να γράφω τέτοιου είδους άρθρα. Αλλά ένοιωσα πως υπάρχει τεράστια ανάγκη.

Προς όλους αυτούς που συνειδητά ή υποσυνείδητα, από άγνοια, απόγνωση ή δόλο κατηγορούν τους πολίτες της Ελλάδας για την κατάσταση της χώρας μας, θέλω να πω το εξής: Φτάνει.

Φτάνει με τα αδιέξοδα σχόλια: “είναι καιρός να αναλάβουμε τις ευθύνες μας”, “είμαστε όλοι συνυπεύθυνοι″, “εμείς τους ψηφίσαμε”, “έχουμε τους πολιτικούς που μας αξίζουν”, κτλ. Οι πολίτες έχουν υποστεί για πολύ καιρό την προπαγάνδα και τις πανταχόθεν προβοκάτσιες. Αρκετά.

Η «κατηγορία του άλλου» είναι ένας γνωστός ανθρώπινος μηχανισμός. Μπροστά στις δυσμενείς συνθήκες που αντιμετωπίζει η χώρα μας εδώ και χρόνια, ο μηχανισμός αυτός τροφοδοτεί γενικευμένες κατηγορίες είτε εναντίον των Ελλήνων πολιτών εν γένει, είτε εναντίον συγκεκριμένων πολιτικοκοινωνικών ομάδων (αριστεροί, καπιταλιστές, συντηρητικοί, δημόσιοι υπάλληλοι κ.α.). Μιας και αδυνατούμε λοιπόν να κατανοήσουμε και να υπερβούμε τους μηχανισμούς αυτούς ακόμα και στις δύσκολες αυτές στιγμές της Ελλάδας, και αφού χρειάζεται κάποιοι να «φταίνε», τότε αυτοί σίγουρα δεν είναι οι πολίτες. Η ευθύνη βρίσκεται στο πολιτικό μας σύστημα και ήρθε η ώρα να ανατρέψουμε τις ανακρίβειες και τους μύθους που καλλιεργούνται αφελώς και ηθελημένα.

Καιρός λοιπόν να σταματήσουμε να αυτοκαταστρεφόμαστε και να απενοχοποιηθούμε.

Γιατί λοιπόν δεν φταίνε οι πολίτες:

Διότι η άρχουσα Ολιγαρχία μας έχει επιβάλλει τους πολιτικούς της αρεσκείας της

«Εμείς τους ψηφίσαμε». Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία οι υποψήφιοι επιλέγονται από τα κόμματα και όχι από τους πολίτες. Το «χρήσμα» έχοντας επιβιώσει από άλλο αιώνα, μας καταδικάζει στις χείριστες πολιτικές επιλογές και σε μια πολιτική ανισότητα άνευ όρων (δεν μπορούν όλοι να λάβουν το «δαχτυλίδι του αρχηγού»). Η χώρα μας υποφέρει από έναν εκλογικό νόμο ο οποίος εκ των 300 βουλευτικών εδρών, παραχωρεί τις 50 ως δώρο στο πρώτο κόμμα, ενώ άλλες 12 βουλευτικές θέσεις (επικρατείας) εκλέγονται από λίστα προσωπικής επιλογής των κομματικών αφεντικών (προφανώς και στην κορυφή της λίστας φιγουράρουν οι αυλικοί και αυλοκόλακες του κάθε κόμματος). Με άλλα λόγια, περισσότερο από το 20% των φερόμενων αντιπροσώπων μας δεν τους ψηφίζουν καν οι πολίτες, ενώ το 100% των βουλευτών έχει επιλεγεί και επιβληθεί σε εμάς από τους κομματικο-άρχοντες. Δυστυχώς, και ενώ το μόνο εκλογικό κριτήριο των Ελλήνων πολιτών, τόσο τώρα όσο και παλιότερα είναι το «μη χείρον βέλτιστον», οι πολίτες όχι μόνο δεν συμμετέχουν στην επιλογή των υποψηφίων των κομμάτων αλλά δια του ισχύοντος νόμου δεν εξασφαλίζεται καν η εκπροσώπηση τους.

Διότι η άρχουσα Ολιγαρχία μας έχει επιβάλλει έναν ανελεύθερο εκλογικό νόμο

«Γιατί τους ψηφίζουμε;». Ταυτόχρονα, ο ίδιος μισόδημος εκλογικός νόμος πέτυχε την παγκόσμια πρωτοπορία το 2006 και εξίσωσε τα λευκά ψηφοδέλτια με τα άκυρα (!). Σύμφωνα δηλαδή με την ισχύουσα νομοθεσία, η λευκή ψήφος δεν είναι μια θετική συμμετοχή και κάλεσμα για αλλαγή και εξέλιξη αλλά ένα κουρελιασμένο και λερωμένο χαρτί το οποίο δεν δικαιούται να επηρεάσει το τελικό εκλογικό ποσοστό των κόμματων. Υπομένουμε δηλαδή για 10 χρόνια έναν νόμο που καταπατά ουσιώδη πολιτικά μας δικαιώματα.

Η πολιτική καπηλεία της ψήφου μας όμως δε σταματάει δυστυχώς εδώ μιας και κάθε ψήφος σε μικρό κόμμα το οποίο δεν καταφέρνει να εισέλθει στη βουλή δεν χάνεται όπως θα ήλπιζε κανείς, αλλά μοιράζεται αναλογικά στα κόμματα της βουλής ανάλογα με τα εκλογικά ποσοστά τους. Η ψήφος μας δηλαδή σε ένα μικρό κόμμα κινδυνεύει κάθε φορά να κλαπεί από την άρχουσα τάξη και να ενισχύσει το ποσοστό ακόμα και εχθρικών για τα συμφέροντά μας κομμάτων! Αντιστοίχως, η αποχή δεν αναγνωρίζεται ως υγιής εκλογική αντίδραση και ακόμα και αν η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών αποφασίσουν να απέχουν από την εκλογική διαδικασία, οι πολιτικοί μεταξύ τους θα σχημάτιζαν κυβέρνηση, ανεπηρέαστοι από το πολιτικό κλίμα. Οι νόμοι και το σύνταγμα δηλαδή δεν προβλέπουν καμία αλλαγή ακόμα και αν το 99% των πολιτών απέχουν από τις εθνικές εκλογές!

Τοιουτοτρόπως λοιπόν καταπατούνται τα μοναδικά και εναπομείναντα εκλογικά δικαιώματα των Ελλήνων πολιτών στο αντιδημοκρατικό πολιτικό σύστημα της Ελλάδας (κάτι το οποίο δεν θίγεται βέβαια από κανένα κόμμα).

Διότι ο πολιτικοί μας «ηγέτες» δεν επιλέγονται από εμάς

«Δεν υπάρχουν πολιτικοί ηγέτες». Ένα εύλογο επιχείρημα το οποίο δυστυχώς βασίζεται σε μια λανθασμένη αντίληψη της πολιτικής ηγεσίας. Ταυτόχρονα, η αλήθεια είναι πως οι πολιτικοί ηγέτες στη χώρα μας, δεν μπορούν να επιλεχθούν ούτε καν να αναδειχθούν από τους πολίτες. Πρωθυπουργός της χώρας ορίζεται αυτός που επιλέγει η κοινοβουλευτική ομάδα του κάθε κόμματος. Αν δηλαδή ένας πρωθυπουργός παραιτηθεί, η χώρα δεν πάει σε εκλογές αλλά οι κλειστοί κύκλοι του κόμματος διαλέγουν τον «επίλεκτο» ανάμεσα από τις τάξεις τους. Αντιστοίχως, οι κομματικοί αρχηγοί επιλέγονται με τις πλέον αντιδημοκρατικές μεθόδους και ακόμα και όταν καλούνται να ψηφίσουν οι πολίτες, αυτό γίνεται με τον πλέον εξευτελιστικό για αυτούς τρόπο (χειραγώγηση, εκλογές με έναν υποψήφιο, κτλ.).

Ακόμα χειρότερα, οι σημερινοί (και όχι μόνο) πρωθυπουργοί, είθισται να αναδεικνύονται από μηχανισμούς που ξεπερνούν τα σύνορα της χώρας μας…

Αντιστοίχως ο πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν επιλέγεται από τους πολίτες αλλά εκλέγεται συντεχνιακά από τη βουλή ενώ επιλέγεται συνήθως από το κόμμα της αντιπολίτευσης. Βάσει συντάγματος, οι απαραίτητοι ψήφοι που απαιτούνται από τη βουλή για την ανάδειξη προέδρου της Δημοκρατίας (180 τω αριθμώ) οδηγούν το εκάστοτε κόμμα που έχει την πλειοψηφία να αποδεχθεί το πρόσωπο επιλογής του κόμματος της αντιπολίτευσης για να μην διαλυθεί η βουλή (σε περίπτωση διαφωνίας και αδυναμίας ανάδειξης προέδρου της Δημοκρατίας, η βουλή βάσει συντάγματος διαλύεται). Ως αποτέλεσμα αυτού, ο αρχηγός του κράτους μας ήταν και παραμένει μια αδύναμη και συμβολική μαριονέττα η οποία εκπροσωπεί τις μειοψηφίες και τις εκάστοτε μικροπολιτικές και μυωπικές σκοπιμότητες.

Στην ουσία και στην πράξη, τους πολιτικούς μας «ηγέτες» δεν τους επιλέγουμε εμείς.

Διότι οι Υπουργοί μας δεν επιλέγονται ποτέ αξιοκρατικά.

«Υπάρχει αναξιοκρατία παντού». Η αναξιοκρατία που μας οδηγεί να βουλιάζουμε είναι η αναξιοκρατία των ιθυνόντων – του καπετάνιου και του πληρώματος. Είναι οι ανάξιοι πρωθυπουργοί και υπουργοί που στοιχίζουν στην Ελλάδα, όχι οι επιβάτες!

Αυτός που επιλέγει τους υπουργούς είναι ο πρωθυπουργός, ο οποίος επιλέγει πάντα μικροπολιτικά και κομματικά: είτε ανταμείβει τα πολιτικά του πρωτοπαλίκαρα – τα οποία μπορεί να είναι ανειδίκευτα και να μην ξέρουν τα θέματα του υπουργείου αλλά είναι ιδανικοί στο να στηρίζουν τον «πρόεδρο», είτε εξαγοράζει και ελέγχει με μια υπουργική θέση την εσωκομματική του αντιπολίτευση. Στην πλειοψηφία τους οι υπουργοί της Ελλάδας είναι ανειδίκευτοι, διορισμένοι αναξιοκρατικά, ενώ εμείς ως πολίτες δεν γνωρίζουμε ποτέ από πριν ποιοι θα είναι αυτοί που πρόκειται να διορίσει ως υπουργούς του ο κάθε υποψήφιος πρωθυπουργός.

Στην ουσία και στην πράξη, τους υπουργούς δεν τους επιλέγουμε εμείς.

Διότι η Δικαιοσύνη ελέγχεται από την κυβέρνηση. Βάσει συντάγματος (άρθρο 90§5) όλοι οι ανώτατοι δικαστικοί της χώρας διορίζονται με προσωπική επιλογή του πρωθυπουργού οι οποίοι όπως είναι προφανές υπόκεινται πελατειακά σε αυτόν από τη μέρα διορισμού τους και έπειτα. Επίσης βάσει συντάγματος (άρθρο 91§1), την πειθαρχική αγωγή κατά των ανώτατων δικαστικών της χώρας εγείρει ο υπουργός Δικαιοσύνης, τον οποίον προφανώς οι δικαστικοί τρέμουν. Είναι αυτονόητο πως κάθε ποινική δίωξη η οποία ασκείται από τη διορισμένη και ελεγχόμενη δικαστική εξουσία είναι κατευθυνόμενη και υπό την ανοχή της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας.

Διότι αυτοί που έπρεπε να παραδειγματίζουν τους πολίτες δημιούργησαν το πελατειακό αλλά και το βαθύ κράτος. Το πολιτικό ήθος είναι πρώτα από όλα θέμα των πολιτικών αξιωματούχων. Ο Αριστοτέλης ορίζει την πολιτική λέγοντας πως σκοπός της ΔΕΝ είναι η διακυβέρνηση αλλά η καλλιέργεια του ήθους των πολιτών της πόλις. Σήμερα δυστυχώς ισχύει το αντίστροφο, η πολιτική έχει εκφυλιστεί και λειτουργεί αποκλειστικά για να φθείρει το ήθος μας. Με άλλα λόγια μοναδικός λόγος ύπαρξης της εφαρμοσμένης πολιτικής είναι η δημιουργία και ανάπλαση ήθους, όχι η διαφθορά και ο εκμαυλισμός των πολιτών από τους πολιτικούς τους. Από τους ίδιους δηλαδή πολιτικούς που δημιούργησαν μηχανισμούς τρομοκρατίας, ψεύδους και ελέγχου των πολιτών που είναι εν ισχύ μέχρι και σήμερα.

Τέλος, αν τα κόμματα της Ελλάδας δεν πλήρωναν για τις ψήφους τους, τότε απλά θα είχαν εξαφανιστεί. Και για να μπορέσουν να υπάρξουν έτσι όπως είναι, έπρεπε να πληρώνουν πολλά. Το πελατειακό κράτος μπορεί να αντιμετωπισθεί μόνο ανοίγοντας τα πλυντήρια χρήματος που είναι τα κομματικά ταμεία.

Διότι η πηγή της εν γένει διαφθοράς είναι οι πολιτικοί.

«Η διαφθορά είναι στο DNA μας». Αν πραγματικά θέλεις να αντιμετωπίσεις τη διαφθορά δημιουργείς σχέσεις αμοιβαίας εμπιστοσύνης, παραδειγματίζεις, ανοίγεις τα δεδομένα σου και δεν τα υποκρύπτεις πίσω από κατευθυνόμενες εφαρμογές «ανοιχτής διακυβέρνησης», πριμοδοτείς πριν τιμωρήσεις, διευκολύνεις και ενθαρρύνεις τους πολίτες να δρουν με νομιμότητα. Δεδομένου όμως πως στην Ελλάδα οι πηγές διαφθοράς είναι ανέγγιχτες, όλα τα παραπάνω δεν θα μπορούσαν ποτέ να ισχύσουν. Οι γκρίζες ζώνες νομοθεσίας έγιναν σύστημα και η πολυνομία οδήγησε στην ανομία. Ταυτόχρονα, τα μεγαλύτερα οικονομικά σκάνδαλα και εγκλήματα τα οποία πλήγωσαν την εθνική μας οικονομία και σταθερότητα διεπράχθησαν είτε άμεσα από τους πολιτικούς είτε έμμεσα με την πλήρη κάλυψη και συγκάλυψή τους. Τα ίδια σκάνδαλα που ακόμα εκκρεμούν και για τα οποία δεν αποζημιώθηκε ποτέ το δημόσιο..

Διότι η πηγή της πολιτικής διαφθοράς είναι τα κόμματα. Τα πολιτικά κόμματα, με στελέχη τα οποία είναι κυριολεκτικά υπεράνω νόμου απολαμβάνοντας ασυλίες και αριστοκρατικά προνόμια (άρθρο 62§1 και 61§2 του συντάγματος), αποφασίζουν μόνα τους για την κρατική τους επιχορήγηση και τους μισθούς των βουλευτών τους (άρθρο 29 του συντάγματος). Ταυτόχρονα, τα κόμματα δεν έχουν Α.Φ.Μ. και δεν λογοδοτούν σε κανέναν: κανείς δεν ξέρει πόσα χρήματα εισπράττουν, από ποιον και που τα ξοδεύουν. Δίχως λοιπόν να ελέγχονται, τα πολιτικά κόμματα μας καταδυναστεύουν ασταμάτητα για δεκαετίες, ενώ επηρεάζουν και διαφθείρουν δια της ανθυγιεινής παρουσίας τους, τους πλέον ζωντανούς και ενεργούς τομείς της Ελλάδας όπως τον χώρο εργασίας (με τι κομματικές συνδικαλιστικές οργανώσεις) και παιδείας (με τις φοιτητικές παρατάξεις).

Διότι η παιδεία είναι κομματικοδίαιτη.

«Δεν υπάρχει παιδεία». Αυτοί που αποφασίζουν για τη μορφή και τη φύση της Ελληνικής παιδείας είναι τα κόμματα. Οι πολιτικοί και οι υπουργοί (που δεν επιλέγονται ούτε ελέγχονται από τους πολίτες) είναι αυτοί που θέτουν τις γενικές και κατευθυντήριες γραμμές της παιδείας, που αποφασίζουν τι θα λένε τα βιβλία (συνωστισμός ή καταστροφή) και με ποιο τρόπο θα διδάσκονται. Είναι οι δικές τους ιδέες αυτές που ορίζουν και εγκλωβίζουν τους νέους μας πολίτες. Ταυτόχρονα, το πολιτικό σύστημα είναι έτσι δομημένο ώστε οι καθηγητές να διορίζονται από τους πολιτικούς σε διάφορες χρυσοπληρωμένες θέσεις ινστιτούτων και κέντρων ερευνών και συνεπώς να ελέγχονται από αυτούς.

Διότι στην ουσία κανείς δεν εκπροσωπεί τους πολίτες ενώ η περιφέρεια είναι πολιτικά αποκλεισμένη.

«Έχουμε τους πολιτικούς που μας αξίζουν». Η Ελληνική περιφέρεια είναι υποταγμένη στα κόμματα (άρθρο 102§5 του συντάγματος), ενώ επηρεάζεται και ελέγχεται χρηματικά από το υδροκέφαλο κράτος. Ταυτόχρονα, οι εκπρόσωποι της περιφέρειας, οι βουλευτές, δεν ακούν ποτέ την άποψη και τη θέληση των πολιτών της περιοχής που εκπροσωπούν και καταλήγουν να ψηφίζουν σύμφωνα με την κομματική γραμμή και θέση. Χωρίς δηλαδή να αφουγκράζονται τις ανάγκες και τα θέλω μας, οι πολιτικοί μας θυμούνται προεκλογικά κάθε τέσσερα χρόνια ενώ λαμβάνουν αποφάσεις για εμάς, χωρίς εμάς και πολλές φορές εναντίον μας.

Διότι η Κοινωνία των Πολιτών στην Ελλάδας βρίσκεται σε μόνιμο πολιτικό κλοιό και διαρκή επίθεση.

«Η χώρα διαλύεται και εμείς δεν κάνουμε τίποτα». Οι οργανώσεις  της Κοινωνίας των Πολιτών είναι η μόνη εναλλακτική διέξοδος πολιτικής συμμετοχής στα κοινά και προσπάθειας επιρροής της πολιτικής στη χώρα, άμεσα από τους πολίτες. Δυστυχώς, η πλειοψηφία των εν λόγω οργανώσεων λειτουργούσαν για χρόνια ως προτεκτοράτα και μονοπώλια των πολιτικών. Ταυτόχρονα, η πολιτική ηγεσία κατηύθυνε κοινοτικά κονδύλια (προγράμματα ΕΣΠΑ) σε «επίλεκτους» οργανισμούς της αρεσκείας της με αποτέλεσμα τον αδικαιολόγητο πλουτισμό πολλών πολιτικών και τη λειτουργία διαφόρων ΜΚΟ ως κάστρα-ξεπλύματος μαύρου χρήματος. Τα γεγονότα αυτά όχι μόνο απέκλεισαν κάθε δημιουργική συμμετοχή των πολιτών μέσω των εν λόγω οργανισμών αλλά έπληξαν το κύρος και την εμπιστοσύνη ακόμα και των οργανισμών αυτών που πράγματι εξυπηρετούν τους πολίτες.

Διότι οι δυνατότητες πολιτικής συμμετοχής των πολιτών στη χώρα είναι ανύπαρκτες.

«Είμαστε όλοι συνυπεύθυνοι». Το σύνταγμα και οι νόμοι της Ελλάδας όχι απλά δεν προβλέπουν αλλά ρητώς απαγορεύουν στους πολίτες να συμμετέχουν με δημοκρατικές διαδικασίες στην πολιτική ζωή. Διάφορες δημοκρατικές ιδέες και μέθοδοι συμμετοχής είναι ανύπαρκτες και κυνηγημένες στην Ελλάδα όπως τα δημοψηφίσματα από τους πολίτες, η νομοθετική πρωτοβουλία πολιτών, η ανάκληση/μομφή νόμων και αξιωματούχων, η λογοδοσία απερχόμενων αξιωματούχων, ο συμμετοχικός προϋπολογισμός, κτλ. Αυτός ο θεσμικός αποκλεισμός των πολιτών από τη λήψη αποφάσεων μας καθιστά αδύναμους να αλλάξουμε έστω και το παραμικρό πολιτικό κακώς κείμενο που δυσκολεύει ή δυσχεραίνει τη ζωή μας.

Αυτή η αδυναμία συμμετοχής, σε συνδυασμό με την ελεγχόμενη πληροφόρηση και ενημέρωση και με την συστηματική συγκάλυψη της αλήθειας από τους πολιτικούς, έχει οδηγήσει στην πλήρη ματαίωση των προσπαθειών του ενεργού και υπεύθυνου πολίτη. Παρόλα αυτά, η Κοινωνία των Πολιτών παραμένει και αναδεικνύεται ως η μόνη υγιής και δυναμική εναλλακτική για την πολιτική και κυρίως πολιτειακή διέξοδο και αλλαγή.

Διότι το σύνταγμα και το πολίτευμα μας δεν είναι Δημοκρατία! Η πολιτική επιστήμη και ιστορία αποδεικνύουν πως η αντιπροσωπευτική κρατική οργάνωση (με πολιτικούς μεσάζοντες) ουδεμία σχέση έχει με το πολίτευμα της Δημοκρατίας (άμεση συμμετοχή των πολιτών) αλλά αντιθέτως συνιστά μια πρώτης τάξεως συνταγματική Ολιγαρχία (Republic).

Στη χώρα μας, ούτε υιοθετούνται ούτε αναδεικνύονται οι εφαρμογές και οι δυνατότητες της Δημοκρατίας στη σύγχρονη εποχή. Οι πολιτικοί ρητορεύουν πως υπερασπίζονται τη Δημοκρατία, την ίδια στιγμή που πασχίζουν να οχυρώσουν τις ολιγαρχικές τους εξουσίες. Ταυτόχρονα, η άρχουσα πολιτική τάξη καπηλεύεται και διαστρεβλώνει την έννοια της Δημοκρατίας, την συνδέει με την ανεπάρκεια και την αποτυχία και τη φθείρει στα μάτια των πολιτών. Αντιδημοκρατικά μέτρα όπως η «ελεύθερη» εκλογή προαποφασισμένων (με χρήσμα) αντιπροσώπων προβάλλονται ως δημοκρατικές εγγυήσεις και κατακτήσεις, ενώ υπονομεύουν ακόμα περισσότερο το πραγματικό πολίτευμα της Δημοκρατίας που λείπει από τη χώρα μας.

Τελικά, αν για κάτι πρέπει να φταίνε οι πολίτες, τότε φταίμε επειδή αναπαράγουμε και διαιωνίζουμε τις αυθαίρετες γενικεύσεις που μας προσάπτει το πολιτικό σύστημα. Γενικεύσεις οι οποίες φθείρουν την κοινωνική μας συνοχή, μας στρέφουν τον ένα ενάντια στον άλλο και μας κάνουν εύκολα διαχειρίσιμους από ένα ανάξιο και αναξιόπιστο πολιτικό σύστημα. Αντιστοίχως, είναι δική μας ευθύνη σε μία τόσο δύσκολή περίοδο για τη χώρα, να κοιτάξουμε το δάσος και όχι το δέντρο, να εντοπίσουμε τα σημεία που μας ενώνουν και όχι αυτά που μας χωρίζουν, να καταλάβουμε εν τέλει πως η κρίση είναι πολιτειακή.

Το ποιος φταίει λοιπόν είναι προφανές. Φταίει το ίδιο το πολιτικό μας σύστημα, το σύνταγμα και το Πολίτευμά μας. Η πιο απεχθής όμως κατηγορία δεν είναι αυτή της ευθύνης αλλά αυτή της δύναμης. Το σύστημα και οι πολιτικοί του καθώς μας επιρρίπτουν ευθύνες, ταυτόχρονα μας πείθουν για τη πολιτική μας δύναμη και ισχύ. «Για να φταίνε οι πολίτες», και για να έφεραν τα πράγματα ως εδώ, τότε οι πολίτες έχουν δύναμη. Και αν οι πολίτες έχουν ήδη δύναμη και επιρροή δεν χρειάζεται να έχουν και αξιώσεις για περισσότερη και μεγαλύτερη συμμετοχή στην πολιτική ζωή της χώρας τους. Και αυτή θα ήταν η μεγαλύτερη μας ήττα.

Ας τελειώσουμε μια και καλή λοιπόν με την τυφλή και εγκληματικά εύκολη κατηγορία εναντίον των πολιτών και ας γυρίσουμε την πλάτη στους ειδικούς, τεχνοκράτες και λοιπούς επαΐοντες οι οποίοι αναζητούν τη λύση σε θεωρήματα, κατασκευάσματα και οικονομικές φόρμουλες.

Την επόμενη φορά που θα ακούσετε απελπισία ή κατηγορία, ξέρετε πώς να αντιδράσετε. Μοιραστείτε τη γνώση.

Η Ελλάδα χρειάζεται νέο, και επιτέλους Δημοκρατικό Σύνταγμα και Πολίτευμα. Και το χρειάζεται από τους Έλληνες πολίτες.

 

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης
  • 2 Comments

ΣΥΝΙΔΡΥΤΕΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

fathers

Σήμερα, ολόκληρη η ανθρωπότητα γνωρίζει πως η Δημοκρατία ως έννοια, σύνολο πολιτικών ιδεών και πρακτικών, και εν γένει ως πολίτευμα, γεννήθηκε στην Αθήνα τον 5ο με 6ο αιώνα π.Χ.

Αυτό που είναι ίσως λιγότερο γνωστό είναι πως ο ακριβής τόπος γέννησης της Δημοκρατίας είναι η Αρχαία Αγορά των Αθηνών. Ο διάλογος, η Παρρησία, η Ισηγορία, η Ισονομία και η Δικαιοσύνη είναι λίγες μόνο από τις υψηλές ιδέες που γεννήθηκαν στο πολιτιστικό, πολιτικό και οικονομικό κέντρο των Αθηνών. Οι πρωτοποριακές αυτές ιδέες συνετέλεσαν στην ίδρυση αλλά και επικράτηση της Δημοκρατίας.

Ακόμα λιγότερο γνωστό – έως και άγνωστο στις μέρες μας – είναι το ποιος δημιούργησε τελικά τη Δημοκρατία. Η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχει κάποιος «πατέρας» της Δημοκρατίας. Κανένας μεγάλος αρχηγός, ηγέτης ή πολιτικός ήρωας. Άλλωστε η Δημοκρατία δεν βασίζεται σε σωτήρες αλλά στη δύναμη των πολιτών. Κάποιοι ισχυροί και ενεργοί πολίτες ήταν αυτοί που δημιούργησαν τους πρώτους Δημοκρατικούς πολιτειακούς θεσμούς – οι Συνιδρυτές της Δημοκρατίας. Σύμφωνα με την πολιτική ιστορία, η Δημοκρατία θεμελιώθηκε αρχικώς από τον Σόλωνα, απέκτησε ουσιαστικό περιεχόμενο και βάθος από τον Κλεισθένη, ενισχύθηκε και θωρακίσθηκε από τον Εφιάλτη, ενώ προσέλαβε ποιοτικά  χαρακτηριστικά και ολοκληρώθηκε από τον Περικλή.

 

ΣΟΛΩΝ

Ο Σόλων ο δίκαιος ήταν ο πρώτος. Έχοντας ταξιδέψει και μελετήσει ποικίλους νόμους, ο Αθηναίος νομοθέτης εφάρμοσε ευβούλως στην Αθηναϊκή πολιτεία τη «σεισάχθεια», απελευθερώνοντας όσους πολίτες είχαν υποδουλωθεί, ενώ ταυτόχρονα παρείχε αμνηστία για αδικήματα που επέφεραν απώλεια των πολιτικών δικαιωμάτων. Κατανοώντας την ουσία του πολιτειακού ζητήματος, ο Σόλων αναγνώρισε με ευθυκρισία πως για την επίτευξη της κοινωνικής Δικαιοσύνης οι πολίτες χρειάζονται τα πολιτικά τους δικαιώματά (Ισονομία).

Στο ίδιο πνεύμα, ο Σόλων έδωσε για πρώτη φορά στους θήτες (το κατώτερο κοινωνικό στρώμα) το δικαίωμα συμμετοχής στην Εκκλησία του Δήμου και στην Ηλιαία, ως ένορκοι. Μέσω της Ηλιαίας, η οποία ήλεγχε μετά από καταγγελία οποιουδήποτε παράνομες ενέργειες των αρχόντων οι οποίοι έβλαπταν την πολιτεία ή κάποιον πολίτη (ακόμα και δούλο), οι πολίτες απέκτησαν τις πρώτες ελεγκτικές εξουσίες τους.

Τέλος, ιδρύοντας λαϊκά δικαστήρια με δικαίωμα προσφυγής σ’ αυτά όσων δεν ήθελαν να δικαστούν από τους άρχοντες και παρουσιάζοντας το θεσμό της έφεσης κατά δικαστικών αποφάσεων ενώπιον του δήμου, ο Σόλων έσπασε το μονοπώλιο της πολιτικής εξουσίας από τους επαγγελματίες πολιτικούς και δικαστές, και έθεσε έτσι τις βάσεις για να καταστεί ο δήμος κύριος της πολιτείας.

 

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ

Επόμενος συνθεμελιωτής της Δημοκρατίας υπήρξε ο Κλεισθένης. Αφού πέτυχε την ανατροπή του Ισαγόρα, του Κλεομένη και της τυραννίδας, ο Αλκμεωνίδης πολιτικός διαίρεσε την Αττική σε δήμους των τριάντα μερών – δέκα από την πόλη (Άστυ), δέκα από την παραλία και δέκα από την ενδοχώρα (Μεσόγαια). Επιπλέον, όρισε με κλήρο τρεις δήμοι να σχηματίζουν μια φυλή, έτσι ώστε κάθε φυλή να βρίσκεται και να εκπροσωπείται σε όλα τα σημεία της πόλης. Το μέτρο αυτό ένωσε ουσιαστικά με κοινή μοίρα πολίτες από διαφορετικές περιοχές, και συνεπώς από διαφορετικά κοινωνικά στρώματα, επιτυγχάνοντας μια πρωτοποριακή πολιτική και κοινωνική ισότητα. Η κατάργηση της κατοχής γης ως προϋπόθεση για την ιδιότητα του πολίτη, η ενσωμάτωση νέων πολιτών (ξένοι κάτοικοι ή απελευθερωμένοι δούλοι) και η δυνατότητα των θητών να υπηρετούν την Αθήνα μέσω του στόλου, ενίσχυσε περαιτέρω το αίσθημα της πολιτικής ισότητας ενώ διέλυσε τις παλιές πολιτικοκοινωνικές δομές της ολιγαρχικής Αθήνας. Επιπροσθέτως, τόσο οι φυλές όσο και οι δήμοι απέκτησαν διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, με δική τους εκκλησία, περιουσία και ταμείο, κάτι το οποίο οδήγησε στην αναγκαία αποκέντρωση της πολιτικής εξουσίας.

Το γενικότερο πολιτικό πνεύμα των επί Κλεισθένη μεταρρυθμίσεων έδωσε τη δυνατότητα συμμετοχής στα κοινά όλων των πολιτών (Ισοκρατία), χωρίς περιορισμούς (Παρρησία), με επιδίωξη τη λήψη συναινετικών αποφάσεων μετά από δημόσια συζήτηση (Ισηγορία). Τα νέα Κλεισθένεια μέτρα του οστρακισμού (η νόμιμη εξορία ενός πολίτη που αποτελούσε κίνδυνο για τη Δημοκρατία) και της δοκιμασίας (εξέταση της καταλληλότητας των υποψηφίων για κάποιο αξίωμα) λειτούργησαν ως θρυαλλίδα για τον απόλυτο έλεγχο των πολιτικών αξιωματούχων από τους πολίτες.

 

ΕΦΙΑΛΤΗΣ

Στη συνέχεια, τις δημοκρατικές πρωτοβουλίες επεξέτεινε ο αδιάφθορος Εφιάλτης, γιος του Σοφωνίδη. Ο υπέρμαχος και υπερασπιστής των πολιτών Εφιάλτης τόλμησε να πολεμήσει ευθαρσώς το ισχυρότατο πολιτικό και ολιγαρχικό κατεστημένο της εποχής. Εκφράζοντας τη θέληση των πολιτών κατόρθωσε και αφαίρεσε τις πολιτικές και περιόρισε τις δικαστικές αρμοδιότητες και εξουσίες του αντιδημοκρατικού και ολιγαρχικότατου Αρείου Πάγου. Τις εναπομείνασες εξουσίες του, τις μετέφερε στη Βουλή και την Εκκλησία του Δήμου – τα πολιτειακά όργανα των πολιτών. Πλέον, το υψηλότερο αξίωμα στη Δημοκρατία, ήταν αυτό του πολίτη. Δική του πολιτική πρωτοβουλία ήταν και η γραφή των παρανόμων, σύμφωνα με την οποία κάθε πολίτης είχε δικαίωμα να εγείρει αγωγή κατά διοικητικών πράξεων και νόμων τους οποίους έκρινε αντισυνταγματικούς ή παράνομους. Η γραφή παρανόμων υπήρξε το τελειωτικό χτύπημα εναντίον της κακονομίας και των μισοδήμων νόμων. Για τις μεταρρυθμίσεις του αυτές ο Εφιάλτης δολοφονήθηκε από τη φθίνουσα ολιγαρχική τάξη.

 

ΠΕΡΙΚΛΗΣ

Τέλος, ο Περικλής, θιασώτης του Δημοκρατικού ιδεώδους, συνέχισε το δρόμο της δημοκρατικής ολοκλήρωσης. Πολιτειακά, ο υψιπέτης Στρατηγός απογύμνωσε το αριστοκρατικό αξίωμα των εννέα αρχόντων από κάθε ουσιαστική εξουσία. Πολιτικά, ο Περικλής εισήγαγε τη «μισθοφορά», δηλαδή την πληρωμή μισθού σε όλους τους κληρωτούς άρχοντες, μέτρο που εξασφάλισε ίσες ευκαιρίες πολιτικής συμμετοχής για όλους, ενώ με εισήγησή του θεσπίστηκε η δωρεάν εκπαίδευση των απόρων και η κρατική επιχορήγηση τους για την παρακολούθηση των δραματικών αγώνων («θεωρικά»). Με τις τελευταίες αυτές μεταρρυθμίσεις, η Αθήνα απέκτησε την απόλυτη και «Χρυσή» Δημοκρατική ολοκλήρωση, προστατεύοντας τους πολίτες που συμμετείχαν στην πολιτική από το χρηματισμό και τη διαφθορά, και καλλιεργώντας πολιτικό πολιτισμό και πολιτική παιδεία για όλους.

 

ΣΥΝΙΔΡΥΤΕΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Η αλήθεια είναι πως οι πραγματικοί Συνιδρυτές της Δημοκρατίας ήταν οι απλοί πολίτες. Οι πολίτες εκείνοι που διαπραγματεύθηκαν, συζήτησαν, υποδέχθηκαν, εφάρμοσαν και υπερασπίστηκαν τη Δημοκρατία και την κατέστησαν ένα λαμπρό πολίτευμα – κειμήλιο για την ιστορία και την ανθρωπότητα. Αυτοί ήταν η πηγή έμπνευσης της Δημοκρατίας αλλά και ο λόγος της επιτυχίας της. Αυτοί συνδιαμόρφωσαν και συνδημιούργησαν τη Δημοκρατία. Έτσι και εμείς σήμερα, οι Έλληνες πολίτες μπορούμε να γίνουμε αυτοί που θα συνδημιουργήσουν, θα αναγεννήσουν τη Δημοκρατία και θα την επαναφέρουν ως πολιτειακή επιλογή για την Ελλάδα και τον κόσμο.

Αν ανατρέξει κανείς στα σημαντικά στοιχεία και τις πολιτικοκοινωνικές αλλαγές που επέφεραν οι τέσσερις αρχαίοι πολιτικοί και επισημάνθηκαν στο κείμενο, διακρίνει εύκολα το δημοκρατικό κενό του σήμερα και τις πολιτικές αλλά κυρίως πολιτειακές ανάγκες της Ελλάδας στην εποχή μας.

Η Ελλάδα χρειάζεται νέο, και επιτέλους Δημοκρατικό Σύνταγμα και Πολίτευμα. Και το χρειάζεται από τους Έλληνες πολίτες.

Το παρόν δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ στις 30/01/2014

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης
  • 3 Comments

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΣΤΙΓΜΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Τον 2ο αιώνα π.Χ. η Ρωμαϊκή Republic αρχίζει και αναδεικνύεται ως η κυρίαρχη δύναμη της Μεσογείου. Το 168 π.Χ. οι Ρωμαίοι κατανικούν και καθυποτάσσουν τους Μακεδόνες. Ύστερα από την νίκη της αυτή η Ρωμαϊκή Γερουσία στράφηκε εναντίον των λοιπών Ελλήνων που αρνήθηκαν να την υποστηρίξουν στο πόλεμο με τη Μακεδονία, και συγκεκριμένα, εναντίον της Ρόδου. Ως αντίποινα, και αποδεικνύοντας περίτρανα πως η οικονομική της μαχητικότητα ήταν εξίσου δεινή με την πολεμική, η Ρώμη δημιουργεί ένα πανίσχυρο λιμάνι στη Δήλο, απαλλαγμένο από φορολογία, το οποίο και δίνει στην Αθήνα να το αξιοποιήσει. Σε διάστημα λίγων μηνών, η Ρόδος παύει να είναι το εμπορικό κέντρο της Μεσογείου και καταστρέφεται οικονομικά. Παράλληλα, οι Αθηναίοι αποκτούν μεγάλο πλούτο με απότομο και άπληστο τρόπο.

Έχοντας την πλήρη υποστήριξη της Ρώμης, το Αθηναϊκό νόμισμα αναδεικνύεται ως κοινό μέσο συναλλαγής για όλο τον Ελληνικό κόσμο. Η ραγδαία ανάπτυξη του εμπορίου ωφελεί κυρίως τη Ρώμη, ως Υπερδύναμη του τότε κόσμου (όπως ακριβώς γίνεται και σήμερα με τις Η.Π.Α.), και τα λιμάνια των Αθηνών και της Δήλου γεμίζουν με Ιταλικά και Ρωμαϊκά εμπορικά πλοία. Η ανερχόμενη οικονομική ελίτ των Αθηνών, αρχίζει για πρώτη φορά να ονειρεύεται. Αυτή τη φορά όμως τα όνειρα δεν ήταν για πολιτισμό ή Δημοκρατία, αλλά για την μόνη εναπομείνασα επιλογή: το κυνήγι του κέρδους και του αδίστακτου πλουτισμού.

Η άνοδος της ελίτ αυτής προφανώς δεν ξάφνιαζε κανέναν την εποχή που η Δημοκρατία ήταν ανύπαρκτη και η Republic κυριαρχούσε. Ωστόσο, για τη γενέτειρα και τον λίκνο της Δημοκρατίας, η εμφάνιση του πολιτεύματος της Republic αποτελούσε ξεκάθαρη ύβρη και ο πληθυσμός των Αθηνών διψούσε για Ελευθερία και Δημοκρατία. Η απόλυτη προσβολή όμως πραγματοποιήθηκε από την Ρωμαϊκή Γερουσία, η οποία επέτρεψε τη λειτουργία κάποιων ελάχιστων Δημοκρατικών θεσμών στην Αθήνα, για να την καταστήσει ένα τουριστικό θεματικό πάρκο στο οποίο οι νέοι Ρωμαίοι θα μπορούσαν να ταξιδέψουν και να βιώσουν την Ελληνική ιστορία! Οι θεσμοί που είχαν επιβιώσει ήταν οι πλέον Ολιγαρχικοί του Αθηναϊκού Πολιτεύματος, όπως ο Άρειος Πάγος και οι εκλεγμένοι (και όχι κληρωτοί) αντιπρόσωποι. Βασικά δηλαδή στοιχεία πολιτεύματος Republic. Το μονοδιάστατο αυτό εκλογικό σύστημα είχε ως αποτέλεσμα την συγκέντρωση πολιτικής ισχύος στα χέρια λίγων, πλούσιων και επιφανών ανδρών, αλλά και των δηλημόνων, όπως ακριβώς συνέβαινε και στη Ρώμη. Από την άλλη, τα δημοκρατικά ψήγματα τα οποία είχαν επιτραπεί στην Αθήνα, ήταν στην ουσία δημοκρατικοφανή δώρα, άνευ ουσίας και νοήματος, ικανά να βυθίζουν τους πολίτες στον πολιτικό λήθαργο και να τους καθυποτάσσουν στην οικονομική ελίτ της Αθήνας και την πολιτική ηγεσία των Ρωμαίων (οι συσχετισμοί με το σήμερα είναι εκτυφλωτικοί). Το ποτήρι ξεχείλισε όταν η Αθήνα άρχισε να φαντάζει λιγότερο με μουσείο και περισσότερο με ζωολογικό κήπο, όπου οι Δημοκρατικές ιδέες και οι υποδουλωμένοι πολίτες έμοιαζαν με εκθέματα στα Ρωμαϊκά κλουβιά.

Συγκεκριμένα, με απόφαση της Ρώμης τα Αθηναϊκά ιερά είχαν κλείσει, ενώ είχαν επίσης απαγορευτεί οι εορτασμοί και τα μυστήρια (Ελευσίνια, κτλ.). Οι Αθηναίοι υπέστησαν επίσης το κλείσιμο των γυμναστηρίων, των θεάτρων και των δικαστηρίων τους. Η Πνύκα, το κέντρο της βούλησης των Πολιτών μέσω της Εκκλησίας του Δήμου δεν χρησιμοποιείτο, ενώ οι φιλοσοφικές σχολές ήταν φιμωμένες από τη Ρωμαϊκή λογοκρισία. Στην πολιτική κατάσταση, οι Ρωμαίοι είχαν απαγορεύσει την εκλογή Αρχόντων, κάτι που οι Αθηναίοι αποκαλούσαν αναρχία (δίχως Άρχοντες). Είναι φανερό από τις ομοιότητες πως οι σημερινές δοκιμασίες του έθνους μας δεν είναι πρωτοφανείς για τους Έλληνες.

Την εποχή εκείνη, λοιπόν, οι μόνοι που αποφάσισαν να αντιδράσουν ήταν οι φιλόσοφοι. Έχοντας επιτύχει μια Πλατωνική μέθεξη Φιλόσοφου και πολιτικού, οι Περιπατητικοί φιλόσοφοιΑθηνίων και Απελλικών αποφάσισαν να επιφέρουν Αριστοτελικές μεταρρυθμίσεις στην πόλη τους. Ο Αθηνίων, φιλόσοφος και ρήτορας, μιλώντας από το Βήμα της Αγοράς, κάλεσε τους Αθηναίους να αντισταθούν στην αναρχία και τον εκμαυλισμό της πόλης τους. Ενθουσιασμένοι οι Αθηναίοι Πολίτες τον εξέλεξαν αμέσως Στρατηγό. Οι φιλόσοφοι Απελλικών και Αθηνίων, πέραν της ακαδημαϊκής κοινότητας, εκπροσωπούσαν και μία άλλη ανερχόμενη μερίδα των Αθηνών: αυτή των Αθηναίων και μη, Πολιτών, με περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες και δικαιώματα που απαιτούσαν Ισότητα. Κινούμενοι άμεσα, οι Περιπατητικοί παρουσίασαν Συνταγματικές μεταρρυθμίσεις στην Αθήνα, οι οποίες έσπασαν το παραδοσιακό μονοπώλιο της πολιτικής εξουσίας από τις οικονομικές ελίτ, επέστρεψαν τη δύναμη στα χέρια των Πολιτών και αναστήλωσαν την Δημοκρατία. Η Αθηναϊκή οικονομική ελίτ που για δεκαετίες επιβουλεύονταν τους πολίτες, διακρίνοντας τον κίνδυνο, έσπευσε να εγκαταλείψει την πόλη και να ζητήσει πολιτικό άσυλο και προστασία στην πατριαρχική Ρώμη. Τον ίδιο δρόμο βέβαια ακολούθησαν και οι Ρωμαίοι επιχειρηματίες που διοικούσαν και καταδυνάστευαν τη Δημοκρατική Πρωτεύουσα.

Η αναγέννηση της Δημοκρατίας συνδυάστηκε με εορτασμούς και συγκίνηση. Ταυτόχρονα όμως συνδυάστηκε και με τη συμμαχία της Αθήνας με τον απόλυτο εχθρό της Ρώμης, τον Βασιλιά του Πόντου, Μιθριδάτη. Ο περσικής καταγωγής βασιλέας των Ελλήνων του Πόντου, ονειρευόταν τον εαυτό του ως σύγχρονο Αλέξανδρο και κατακτητή των Ρωμαίων. Έχοντας απελευθερώσει τα παράλια της Μικράς Ασίας από Ρωμαϊκά χέρια, ο Μιθριδάτης ζήτησε από τους Αθηναίους να επαναστατήσουν, ενώ τους υποσχέθηκε πως θα τους επέτρεπε να διατηρήσουν τη Δημοκρατία τους. Οι δύο πλευρές συνειδητοποίησαν ότι χρειαζόταν η μία την άλλη. Οι μεν Αθηναίοι γνώριζαν πως δεν θα μπορούσαν να αναστηλώσουν τη Δημοκρατία τους όσο τελούσαν υπό Ρωμαϊκό ζυγό, ενώ ο δε Μιθριδάτης επιθυμούσε να χρησιμοποιήσει την Αθηναϊκή επανάσταση ως αντιπερισπασμό απέναντι στα Ρωμαϊκά στρατεύματα. Το 88 π.Χ. η Αθήνα κήρυξε την Ανεξαρτησία της και οι δύο πλευρές επισφράγισαν τη συμμαχία τους έχοντας τα μάτια της Ρώμης καρφωμένα πάνω τους.

Η χαρά των Αθηναίων δεν έμελλε να διαρκέσει για πολύ. Την άνοιξη του 87 π.Χ. ο Lucius Cornelius Sulla (Σύλλας), ο Ερημωτής των Ελλήνων, αποβιβάστηκε στην Ελλάδα. Έχοντας υπερισχύσει στην πολιτική του διαμάχη με τον πρώην αρχηγό του, Μάριο, ο Σύλλας κατέφθασε στην Αθήνα απολαμβάνοντας την πλήρη υποστήριξη της Ρωμαϊκής Γερουσίας. Αν και οι εντολές που είχε ήταν να καταπνίξει την επανάσταση, η βδελυγμία που ένοιωθε για το Ελληνικό πνεύμα και το Ελληνικό ιδεώδες της Δημοκρατίας προδιέγραψε την επικείμενη σφαγή. Ο τυχερός (αυτοαποκαλείτο Felix), ικανότατος και αδίστακτος Ρωμαίος Στρατηγός, είχε κάτω από τις διαταγές του πέντε από τις ισχυρότερες Ρωμαϊκές λεγεώνες όλων των εποχών. Όταν αντίκρισε τα τείχη των Αθηνών, ο Σύλλας διέταξε τους στρατιώτες του να ξεριζώσουν τις αρχαίες ελιές κάτω από τις οποίες δίδαξε ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης και να φτιάξουν πολιορκητικές μηχανές. Ο φρικτός λιμός που έπληξε την πόλη ήταν αυτός που άνοιξε τις πύλες των Αθηνών στις μαινόμενες Ρωμαϊκές λεγεώνες. Ο Σύλλας έδωσε την άδεια στους στρατιώτες του να ληστέψουν και να σκοτώσουν κατά το δοκούν, όμως οι περήφανοι Αθηναίοι δεν σκόπευαν να του κάνουν τη χάρη. Κανείς δεν είχε ξεχάσει την απάνθρωπη και βέβηλη καταστροφή της ένδοξης Κορίνθου από τον Σύλλα, και για το λόγο αυτό, πολλοί Αθηναίοι, αρνούμενοι να δεχτούν μια αντίστοιχη μοίρα, αψήφησαν τη Ρωμαϊκή σπάθα και αποφάσισαν να αυτοκτονήσουν. Μετά την πράξη αυτή, το μίσος του Σύλλα δεν είχε όρια. Το λιμάνι του Πειραιά έγινε συντρίμμια, η Ακρόπολη καταληστεύτηκε, και όσοι συμμετείχαν στην Δημοκρατική κυβέρνηση σφαγιάστηκαν, ενώ οι υποστηρικτές τους έχασαν τα πολιτικά τους δικαιώματα. Αποχωρώντας, ο Ρωμαίος στρατηγός, και καθώς το αίμα έρρεε από το κέντρο των Αθηνών προς τα προάστια, διέταξε την επιστροφή της εξουσίας στην Αθηναϊκή οικονομική ελίτ που είχε αυτοεξοριστεί στη Ρώμη. Η Republic είχε νικήσει.

Η εκδίκηση όμως εναντίον των Πολιτών που τόλμησαν ευθαρσώς να πολεμήσουν για τη Δημοκρατία δεν τελείωσε εδώ. Έχοντας εξοντώσει το Μιθριδατικό στρατό, ο Σύλλας επέστρεψε στην Αθήνα το 84 π.Χ. για να ληστέψει με την ησυχία του την πολιτιστική πρωτεύουσα της ανθρωπότητας. Οι στύλοι στο Ναό του Διός ξηλώθηκαν και μεταφέρθηκαν στη Ρώμη, οι αθλητές των Ολυμπιακών αγώνων υποδουλώθηκαν και στάλθηκαν στην πρωτεύουσα της Republic για να τσακιστεί το Ολυμπιακό πνεύμα και ιδεώδες, ενώ οι περίφημες Αθηναϊκές βιβλιοθήκες με τον ακαδημαϊκό και πολιτιστικό πλούτο ξεγυμνώθηκαν και έγιναν ερείπια. Πλέον, αν κάποιος από τον γνωστό κόσμο επιθυμούσε να σπουδάσει τις διδαχές του Αριστοτέλη, έπρεπε να πάει στη Ρώμη. Η εκδίκηση του Σύλλα εναντίον της Ελληνικής φιλοσοφίας ήταν γλυκιά.

Κάπως έτσι σύντομα και άδοξα έσβησε η τελευταία στιγμή της Δημοκρατίας στην Ελλάδα. Έχοντας υπομείνει για χρόνια τον Ολιγαρχικό ζυγό των οικονομικών ελίτ (εσωτερικών και αλλότριων), το 88 π.Χ. οι ελευθερόφρονες Αθηναίοι αποτίναξαν τον ζυγό και ύψωσαν τη σημαία της Δημοκρατίας, της Ισότητας, της Ελευθερίας και της Ανεξαρτησίας. Αφ’ ενός το κυνήγι του κέρδους και αφ’ ετέρου η επέλαση ξένων στρατών, επέφεραν τη θανάτωση της Δημοκρατίας στη πόλη που πρώτη την εμπνεύστηκε και που με αυτή μεγαλούργησε. Η Ελλάδα, ως ενωμένη χώρα πλέον, θα οδηγηθεί στους επόμενους αιώνες από το ένα μοναρχικό πολίτευμα στο άλλο για να καταλήξει το 1974 σε μία εισαγόμενη Republic (Ολιγαρχία) του χαμηλότερου επιπέδου και ποιότητας. Σε ένα πολιτικό σύστημα και Σύνταγμα που συντηρεί τις άθλιες και ανθελληνικές πολιτικοοικονομικές ελίτ και καταδυναστεύει τις ζωές μας μέχρι και σήμερα.

Ας τονιστεί και ας καταστεί σαφές λοιπόν πως η τελευταία στιγμή της μίας και πραγματικής Δημοκρατίας για τους Έλληνες ήταν στην Αθήνα του 88 π.Χ. Αυτή είναι η ιστορική μας αλήθεια. Από τότε η χώρα μας δεν έχει γευτεί ξανά τους πολιτικούς καρπούς του Ελληνικού αυτού πολιτεύματος. Η σημερινή και σύγχρονη Republic είναι πραγματικά ένα πολιτικό έκτρωμα το οποίο έχει επιβληθεί στην πατρίδα μας και εξυπηρετεί αποκλειστικά και μόνο τις Ελληνικές αλλά και αλλότριες ελίτ και τα συμφέροντά τους με ένα διαχρονικό τρόπο που μας καθιστά περίοικους στην ίδια μας τη χώρα. Όπως συνέβαινε και επί Ρωμαϊκής κατοχής, οι εναπομείναντες κίβδηλοι δημοκρατικοί θεσμοί του σήμερα είναι δημοκρατικοφανή ψήγματα που ενώ δίνουν την εντύπωση ελευθερίας, ουσιαστικά σφετερίζονται την έννοια της Δημοκρατίας και υποδουλώνουν περισσότερο την Ελλάδα στους κοινοβουλευτικούς μας «αντιπρόσωπους» και τα αφεντικά της «πολιτισμένης Δύσης». Οι αντίστοιχοι πολιτικοί και επιχειρηματίες που δρούσαν ως δωσίλογοι εναντίον μας στους Ρωμαίους, μηδίζουν και σήμερα και εκμεταλλεύονται τη χώρα και τους Πολίτες της. Οι αντίστοιχοι απάτριδες πολιτικοί και επιχειρηματίες θα σπεύσουν να φύγουν μακριά (κάποιοι το έχουν ήδη κάνει) όταν εμείς οι Πολίτες ανακτήσουμε την πολιτική εξουσία της χώρας μας και επαναφέρουμε τη Δημοκρατία ως πολίτευμα μετά από 2.000 χρόνια απουσίας. Το αμάρτημα της παγκόσμιας Δημοκρατικής απουσίας ευτυχώς είναι ιάσιμο και οι πρωταγωνιστές θα είναι για ακόμη μια φορά οι Έλληνες.

Η Δημοκρατία φαίνεται να έχει αποτύχει και είτε απουσιάζει είτε διαστρεβλώνεται σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Republic φαίνεται να έχει νικήσει και επικρατήσει. Η Δημοκρατική αναγέννηση, λοιπόν, προς όφελος της Ελλάδας αλλά και της ανθρωπότητας, είναι ιερή αποστολή και πεπρωμένο των Ελλήνων Πολιτών. Η Ελλάδα χρειάζεται νέο, Ελληνικό και επιτέλους Δημοκρατικό πολίτευμα και Σύνταγμα.

Για την ηθική νίκη και επικράτηση της Δημοκρατίας.

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης

ΝΕΛΣΟΝ “ΜΑΝΤΙΜΠΑ” ΜΑΝΤΕΛΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΤΟΥ ΣΗΜΕΡΑ

Ο Μαντίμπα ήταν σίγουρα ο τελευταίος μεγάλος πολιτικός της εποχής μας.

Στις μέρες μας, η πολιτική έχει χάσει πραγματικά κάθε νόημα και σκοπό αλλά ευτυχώς η ζωή και το έργο κάποιων μεγάλων πολιτικών, όπως ήταν ο Μαντίμπα, μπορεί να μας θυμίσει το ιδεώδες μιας πολιτικής υπέρ του πολίτη και υπέρ της ανθρωπότητας. Από τη μία η ζωή του Μαντίμπα, του πολιτικού με την απέραντη καλοσύνη και το φωτεινό χαμόγελο και από την άλλη η σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα αναδεικνύουν ποιες είναι οι αξιώσεις που πρέπει να έχουμε ως πολίτες από τους εκάστοτε πολιτικούς  της εποχής μας:

Ο Μαντίμπα ήταν πετυχημένος δικηγόρος και πρωτοπόρος στο αντικείμενό του καθώς είχε το μοναδικό νομικό γραφείο στη Ν. Αφρική που ήταν στελεχωμένο από «παιδιά της Αφρικής» και όχι από λευκούς αποικιοκράτες. Ακολουθώντας ένα τελείως διαφορετικό μονοπάτι, οι πολιτικοί του σήμερα είναι συνήθως αβροδίαιτοι επαγγελματίες-πολιτευτές, «αντιπρόσωποι» των πολιτών, δίχως καμία εργασιακή εμπειρία ή καταξίωση.

Το 1952 ο Μαντίμπα κινήθηκε στα βήματα του Μόχαντας “Μαχάτμα” Γκάντι και ξεκίνησε μια Ειρηνική Εκστρατεία κατά του απεχθούς Απαρτχάιντ που μάστιζε τη χώρα του.  Παρόλα αυτά, ο Μαντίμπα ήταν ένας απλός άνθρωπος και πολλές φορές υπέκυπτε σε σφάλματα πηγαίνοντας ενάντια και στην ίδια του τη φύση, πάντα όμως με γνώμονα το καλό της πατρίδος του. Το 1960 εκτελείται η «Σφαγή στο Sharpeville» όπου οι κατοχικές αστυνομικές δυνάμεις δολοφονούν 69 ειρηνικούς αφρικανούς διαδηλωτές. Εξοργισμένος ο Μαντίμπα αποδέχεται τη χρήση βίας για την απελευθέρωση της χώρας του. Μέσα από το λάθος τους αυτό ο Μαντίμπα θα εξαγνιστεί και θα αναδειχθεί ισχυρότερος από ποτέ. Ταυτόχρονα, κάθε σφάλμα, κάθε κακοδιαχείριση, κάθε απάτη και κάθε πράξη διαφθοράς από τους πολιτικούς του σήμερα φαίνεται πως γίνεται για την εξυπηρέτηση ιδιοτελών σκοπών και πολλές φορές ενάντια στο κοινό και συλλογικό συμφέρον.

Ο Μαντίμπα ήταν δεινός ρήτορας. Όταν συνελήφθη το 1962, αρνήθηκε να υπερασπιστεί τον εαυτό του στη δίκη και αντ’ αυτού εξέδωσε έναν τρίωρο πολιτικό λόγο υπέρ της Ελευθερίας της Αφρικανικής ηπείρου. Η ποινή εναντίον του ήταν ισόβια κάθειρξη. Η ίδια ρητορική τέχνη που δημιουργήθηκε κατά την αρχαιότητα και τελειοποιήθηκε από Έλληνες, έχει καταλήξει σήμερα να υποβαθμίζεται σε χέρια συκοφαντών και δημαγωγών.

Τα επόμενα δεκαοχτώ χρόνια ο Μαντίμπα θα τα περάσει σε ένα κελί διαστάσεων 2,4 επί 2,1 μέτρων. Το πάντα δημιουργικό πνεύμα του βρήκε διέξοδο στην κηπουρική τέχνη και στην επαφή και τη φροντίδα της φύσης. Μία από τις πολλές μικρές του μάχες στη φυλακή ήταν η διαρκής απαίτηση χώρου για τον κήπο του, υπερασπιζόμενος κατά αυτόν τον τρόπο το δικαίωμα των πολιτικών κρατουμένων για αξιοπρέπεια. Στον ελεύθερο του χρόνου, πάντα ανοιχτόμυαλος και διορατικός, δίδασκε στους συγκρατούμενους του, μελετούσε το Ισλάμ ενώ προσευχόταν σαν Χριστιανός και μάθαινε την «Αφρικάανς» (τη γλώσσα των αποικιοκρατών) για να μπορεί να επικοινωνεί με τους λευκούς δεσμοφύλακες και να τους εντάξει στο σκοπό του. Ο Μαντίμπα θα παραμείνει φυλακισμένος για τρεις συνολικά δεκαετίες για να απελευθερωθεί το 1990 και να λάμψει με το χαμόγελό του όλη η ανθρωπότητα. Στον αντίποδα, οι πολιτικοί του σήμερα φαίνονται αδύναμοι να κατανοήσουν αντίθετες απόψεις και προοπτικές και περιχαρακώνονται σε κενά πολιτικο-ιδεολογικά στεγανά, διχάζοντας κατά αυτό τον τρόπο τους εαυτούς τους αλλά και τους υπόλοιπους πολίτες.

Ο Μαντίμπα ήταν εμπνευσμένος. Όταν αποφυλακίστηκε, μετά από δεκαετίες εξαθλίωσης και βασανιστηρίων, ο Μαντίμπα είχε μέσα του μόνο κατανόηση και αγάπη. Έχοντας συγχωρέσει ήδη τους βασανιστές και δεσμοφύλακές του, το μοναδικό του μέλημα ήταν η ομόνοια του έθνους του. Κατά αυτόν τον τρόπο ο Μαντίμπα είχε συλλάβει ένα χειροπιαστό εθνικό όραμα για τη χώρα του – τη συμφιλίωση. Αντιθέτως και κοιτώντας στο σήμερα, η μείωση του χρέους, η πάταξη της  φοροδιαφυγής ή η επίλυση του μεταναστευτικού δεν αποτελούν οράματα παρά μόνο «ενδιάμεσες» πολιτικές, οι διευθετήσεις των οποίων θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε κάτι θετικό, μεγάλο, ενωτικό και δημιουργικό – ένα σύγχρονο όραμα που απουσιάζει για δεκαετίες από την Ελλάδα.

Ο Μαντίμπα ήταν υπεράνω ιδεολογιών. Με το τέλος του Απαρτχάιντ και τις επικείμενες εκλογές  ο Μαντίμπα έθεσε τον εαυτό του υπεράνω πολιτικών ιδεολογιών ενώ είχε ως μοναδικό μέλημα την πατρίδα του. Ο Μαντίμπα ήταν επίσης υπεράνω κομμάτων. Υπερκομματικός όπως ο Περικλής και ο George Washington, ο Μαντίμπα αποφάσισε με ευθυκρισία ως ο πρώτος Αφρικανός Πρόεδρος της χώρας του, να δημιουργήσει μια κυβέρνησης εθνικής ομόνοιας έτσι ώστε να εκπροσωπείται απόλυτα και η λευκή μειοψηφία. Κάνοντας το ένα βήμα παραπάνω, διόρισε τον F. W. de Klerk, τελευταίο πρόεδρο του Απαρτχάιντ, ως πρώτο Αναπληρωτή Πρόεδρο στην κυβέρνησή του. Οι σημερινές κυβερνήσεις συνεργασίας δημιουργούνται αποκλειστικά λόγω πολιτικού αποτελέσματος και έλλειψης αυτοδυναμίας – είναι δηλαδή υποχρεωτικοί συνασπισμοί αντιπάλων και όχι ειλικρινής αλληλοϋποστήριξη πολιτικών για το γενικότερο καλό και συμφέρον. Αυτό βέβαια είναι αναμενόμενο δεδομένης της σκληρής και απόλυτης κομματικοποίησης της πολιτικής ζωής στην εποχή μας και του μονοπωλίου της εξουσίας από τα κόμματα.

Ο Μαντίμπα ήταν ενωτικός. Υπέρμαχος της φιλοσοφικής έννοιας «ουμπούντου» (πίστη σε έναν οικουμενικό δεσμό που ενώνει όλη την ανθρωπότητα), ο Μαντίμπα κάλεσε ως Πρόεδρος το έθνος να συγχωρέσει τον εαυτό του και να ζήσει με ειρήνη και ομόνοια. Με το τέλος του Απαρτχάιντ και βλέποντας διάφορες παραστρατιωτικές οργανώσεις λευκών και Αφρικανών έτοιμες να κατασπαράξουν τη χώρα με τη βία και το μίσος, ο Μαντίμπα αποφάσισε να καλέσει τον δεσμοφύλακα του στην πρώτη σειρά των επισήμων κατά την τελετή της προεδρικής του ορκωμοσίας και να δηλώσει με αυτό τον τρόπο σε ολόκληρη τη χώρα: «Αν εγώ μπορώ να συγχωρέσω αυτόν που με φυλάκισε και με κακομεταχειρίστηκε, τότε σίγουρα μπορείτε και εσείς να συγχωρέσετε τους γείτονές σας». Οι πολίτες τον άκουσαν και οι προβοκάτορες έχασαν την επιχειρηματολογία των λόγων και των όπλων τους.  Οι ίδιοι προβοκάτορες σήμερα βρίσκουν χώρο για να εκφράσουν τη ρητορική του μίσους πατώντας πάνω στα διασπαστικά και εθνοκτόνα σχόλια των πολιτικών μας, οι οποίοι βασίζονται στην κοινωνική διχόνοια για να τραβήξουν τους πολίτες μακριά από τα δικά τους λάθη και ανεπάρκειες.

Ως δεινός πολιτικός, ο Μαντίμπα επέφερε την πολυπόθητη εθνική ειρήνη και ομόνοια μέσω υψηλής (υπουργοποίηση λευκών πολιτικών) αλλά και χαμηλής πολιτικής (υποστήριξη του Ράγκμπυ ως εθνικού αθλήματος). Σήμερα, κάθε έκφανση της πολιτικής πρακτικής φαίνεται πως έχει αποτύχει, ενώ η αποτυχία αυτή είναι και ο λόγος απαξίωσης της πολιτικής και της απομάκρυνσης των πολιτών από τα δημόσια θέματα.

Ο Μαντίμπα εκπροσωπούσε και εξέφραζε τους συμπολίτες του και στη διεθνή πολιτική σκηνή, όπου ως Γενικός Γραμματέας της «Κίνησης των Αδεσμεύτων Χωρών» κατηγόρησε το Ισραήλ για τις σοβινιστικές πολιτικές του κατά των Παλαιστινίων και μετέπειτα χαρακτήρισε ως «τραγωδία» την επέμβαση των Η.Π.Α. στο Ιράκ. Στον αντίποδα δεσπόζουν οι Έλληνες πολιτικοί, οι οποίοι ταγμένοι υπέρ της μίας ή της άλλη ξένης δύναμης, προχωρούν σε δηλώσεις και πράξεις που δεν εκφράζουν τους Έλληνες πολίτες.

Ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία του Μαντίμπα ήταν η πολιτική ηθική και το πολιτικό μεγαλείο τα οποία τον οδήγησαν ως έναν σύγχρονο Cincinattus, στο να μην ξαναθέσει υποψηφιότητα για την προεδρία και να αποχωρήσει από την πολιτική σκηνή μετά από μία μόνο θητεία, ενώ η επανεκλογή του σε περίπτωση που το επιθυμούσε θεωρείτο δεδομένη. Η εκλογή και τα πολιτικά αξιώματα φαίνονται όμως πως είναι το κυριότερο μέλημα των πολιτικών της χώρας μας οι οποίοι δεν διστάζουν να θεσιθηρούν και να θυσιάζουν πολιτικές απόψεις, συμμαχίες και ιδεολογίες για την πολυπόθητη εκλογική νίκη.

Το πλέον όμως σημαντικό ήταν πως ο Μαντίμπα συνέχισε να προσφέρει εθελοντικά, αδιάκοπα και ανιδιοτελώς στη χώρα και στους συμπολίτες του. Αμέσως μετά την αποχώρησή του από τα κοινά δημιούργησε ένα κοινωφελές Ίδρυμα, με σκοπό να καταπολεμήσει τη μάστιγα του HIV/AIDS, να προωθήσει την αγροτική ανάπτυξη και τη δημιουργία σχολείων. Αν και όλα τα ανωτέρω στοιχεία και χαρακτηριστικά είναι μοναδικά και ενώνοντάς τα μπορεί να αναδημιουργήσει κανείς το παζλ του μεγαλείου του Μαντίμπα, αξίζει να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στο τελευταίο στοιχείο αυτού του εμπνευσμένου πολιτικού, την διαρκή προσφορά του μετά την αποχώρηση από την πολιτική ζωή. Όταν δηλαδή κάθε του πράξη δεν είχε πολιτικό σκοπό ή σκοπιμότητα αλλά εξέφραζε τον ειλικρινή του πόθο για προσφορά. Έναν πόθο που σίγουρα δεν μοιράζονται οι πολιτικοί του σήμερα οι οποίοι αντί να χρησιμοποιούν το πολιτικό τους κεφάλαιο για να προσφέρουν στους πολίτες, αντιθέτως εκμεταλλεύονται τη φήμη τους για ιδιοτελείς σκοπούς: προσωπική και επαγγελματική επιτυχία για το άμεσο κοινωνικό τους περιβάλλον και φυσικά για τους ίδιους. Την ίδια επαγγελματική επιτυχία που όπως προαναφέρθηκε δεν κατέκτησαν ποτέ πριν ασχοληθούν με την πολιτική..

Η περαιτέρω σύγκριση με τον Μαντίμπα βρίσκεται στη διακριτική ευχέρεια του αναγνώστη.

Είναι αλήθεια πως δεν υπάρχουν πολιτικοί του αναστήματος του Μαντίμπα πουθενά σήμερα στον κόσμο. Κανείς πολιτικός της εποχής μας δεν μοιράζεται τα ευγενή χαρακτηριστικά του. Δίχως αυτά βέβαια, η πολιτική δεν μπορεί να θεωρηθεί πως δρα υπέρ των πολιτών και εύλογα λοιπόν συμπεραίνεται πως η κατωτέρου τύπου πολιτική δεν υπηρετεί ποτέ τους πολίτες. Σε μια εποχή λοιπόν που οι πολίτες δεν εκπροσωπούνται από μεγάλους και εμπνευσμένους πολιτικούς οι διέξοδοι για την κοινωνία είναι δύο. Η προφανής διέξοδος είναι η αναμονή για έναν υπερ-πολιτικό, ένα πολιτικό-σωτήρα. Η διέξοδος που μας προσφέρει όμως η ιστορία του Μαντίμπα είναι διαφορετική – προϋποθέτει την άμεση συμμετοχή των πολιτών, με τη μορφή κινήματος, ή όπως θα το ονομάζαμε στην Ελλάδα, προϋποθέτει Δημοκρατία. Η ιστορία του Μαντίμπα δεν είναι η ιστορία ενός ήρωα που οι πολιτικοί του σήμερα θα ήθελαν να πιστεύουμε. Είναι η ιστορία όλων αυτών των ανθρώπων της Ν. Αφρικής που υπερέβησαν τους εαυτούς τους όπως οι Walter Sisulu, Ahmed Kathrada, Steven Biko και Oliver Tambo. Κυρίως όμως είναι η ιστορία των απλών πολιτών που διψούσαν για Ελευθερία και Δικαιοσύνη. Των χιλιάδων πολιτών που διαμαρτυρήθηκαν, αγωνίσθηκαν, υπέφεραν και τελικά νίκησαν το Απαρτχάιντ και το μίσος στη Νότια Αφρική. Ήταν η συλλογική προσπάθεια και συμμετοχή αυτών των ανθρώπων που έγραψε μία από τις πιο επικές και ηρωικές ιστορίες του 20ου αιώνα.

Η ιστορία του Μαντίμπα λοιπόν απλώνει το φως στη για καιρό ξεχασμένη ιστορία της συμμετοχής, και της Δημοκρατίας. Την ιστορία της στιγμής που οι πολίτες αποκτούν την εξουσία στα χέρια τους και αναδημιουργούν την πολιτική πραγματικότητα και τη ζωή τους.

Δεν νομίζω πως είμαι ούτε ο πρώτος ούτε ο μόνος που θα το πει, αλλά θεωρώ πως πρέπει να ευγνωμονούμε την αρχαία και περήφανη Αφρικανική ήπειρο που χάρισε τον Μαντίμπα στην ανθρωπότητα. Ο Τάτα (πατέρας) του Νοτιοαφρικανικού έθνους, θα μας υπενθυμίζει για πάντα και για όσο υπάρχει Ιστορία, τι σημαίνει ευγενής πολιτική προσφορά και θα προκαλεί τους πολιτικούς της κάθε εποχής να υπερβούν τους εαυτούς τους και να ακολουθήσουν τα βήματα και τα επιτεύγματα μεγάλων πολιτικών προσωπικοτήτων, όπως του Νέλσον “Μαντίμπα” Μαντέλα.

  • Standard Post
  • Written by Σταύρος Καλεντερίδης